Ζαχαριάδης, Νίκος

Ο Νίκος Ζαχαριάδης (ή προπολεμικά Κούτβης) (Αδριανούπολη, Οθωμανική Αυτοκρατορία, 27 Απριλίου 1903 - Σουργκούτ Χαντιμανσίας, Σοβιετική Ένωση, 1 Αυγούστου 1973) υπήρξε ιστορικός ηγέτης του ελληνικού κομμουνιστικού κινήματος, γενικός γραμματέας του ΚΚΕ και μέλος της Εκτελεστικής Γραμματείας της Κομμουνιστικής Διεθνούς.[2] Ως καθοδηγητής του ΚΚΕ κατά την περίοδο της κυριαρχίας του Ιωσήφ Στάλιν στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, αλλά και λόγω των πολιτικών χειρισμών που ακολούθησε, αποτελεί μια από τις πιο αμφιλεγόμενες μορφές της σύγχρονης ελληνικής ιστορίας.
Ήρθε σε επαφή με τους αναρχοσυνδικαλιστικούς κύκλους της Πανεργατικής που ιδεολογικά επηρεαζόταν από την οργάνωση Industrial Workers of the World (IWW). Την περίοδο εκείνη, 1919 - 1921, έκανε ταξίδια στη μετεπαναστατική Ρωσία όπου και εντάχθηκε στη σοσιαλιστική Διεθνή Πανεργατική Ένωση, που αποτελούνταν κυρίως από Έλληνες.
Το 1929, η ηγεσία του ΚΚΕ αποφάσισε να στείλει τον Ζαχαριάδη στη Σοβιετική Ένωση, αφενός για να χαθούν τα ίχνη του και αφετέρου για σπουδές στην Ανώτατη Κομματική Σχολή της Μόσχας.
Από τη Μόσχα επέστρεψε το 1931, την περίοδο που είχε ξεσπάσει η λεγόμενη «φραξιονιστική πάλη χωρίς αρχές», όταν μετά από Έκκληση της Εκτελεστικής Επιτροπής της Κομμουνιστικής Διεθνούς (ΚΔ), που δημοσιεύτηκε στο "Ριζοσπάστη" στις 2 και 3 Νοεμβρίου 1931 διορίστηκε νέα ηγεσία, και ο ίδιος ανέλαβε την καθοδήγηση του ΚΚΕ. Τον Ιανουάριο του 1934, κατά την 6η Ολομέλεια του Κόμματος εξελέγη Γενικός Γραμματέας του ΚΚΕ (αρχηγός), ενώ η θέση του Γραμματέα της Κεντρικής Επιτροπής υποβαθμίστηκε και την ανέλαβε ο Βασίλης Νεφελούδης . Έτσι η νέα ηγεσία υπό τον Ζαχαριάδη κατάφερε να επιβληθεί χωρίς ιδιαίτερες αμφισβητήσεις χάρη στη στήριξη της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Παράλληλα όμως, την περίοδο 1931-1936 επιτεύχθηκε σημαντική ανάπτυξη του ΚΚΕ στην αναδιοργάνωση και τη μαζικοποίησή του, σε μια περίοδο ανάπτυξης εργατικών και άλλων κοινωνικών αγώνων. Στις εκλογές του 1932 το ΚΚΕ εξέλεξε 10 βουλευτές, ενώ στις εκλογές του 1936 15 βουλευτές. Όμως στις εκλογές του 1936 ο Ζαχαριάδης αν και ήταν υποψήφιος στον Πειραιά με το Παλλαϊκό Μέτωπο, δεν κατάφερε να εκλεγεί βουλευτής.
Με την εισβολή των Γερμανικών στρατευμάτων και την εκ μέρους τους ανάληψη της διοίκησης των φυλακών ο Ζαχαριάδης και εκατοντάδες πολιτικοί κρατούμενοι παραδόθηκαν στη Γκεστάπο στις 27 Απριλίου. Ο Ζαχαριάδης μεταφέρθηκε αρχικά στο Τατόι και από εκεί αεροπορικώς στη Θεσσαλονίκη, στο Βελιγράδι και τέλος στη Βιέννη στις φυλακές "Λέζελ". Έξι μήνες αργότερα, στις 30 Νοεμβρίου του 1941 μεταφέρθηκε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης του Νταχάου, όπου έμεινε κρατούμενος. Μετά από ιατρικές φροντίδες γύρισε στην Ελλάδα στις 29 Μάη του 1945. Η δράση του Ζαχαριάδη στο στρατόπεδο ήταν να έχει σχέσεις με τη κρυφή διοίκηση των κρατουμένων, καθώς και να δίνει συμβουλές σε άλλους κρατούμενους. Ο Ζαχαριάδης κατηγορήθηκε από τους πολιτικούς του αντιπάλους και για συνεργάτης των Γερμανών (κάπο) στο στρατόπεδο συγκέντρωσης, και μάλιστα ως αποδεικτικό στοιχείο υπήρχε πλαστογραφημένο γράμμα του συγκρατούμενού του Κοσμά Τζίφου.
Την Πρωτομαγιά του 1945 με έκτακτο παράρτημα ο Ριζοσπάστης πληροφορούσε τους αναγνώστες του ότι ο Ν. Ζαχαριάδης ήταν ζωντανός και επέστρεφε από το Νταχάου. Με την επιστροφή του ανέλαβε και πάλι την θέση του Γενικού Γραμματέα και την ηγεσία του ΚΚΕ από τον Γιώργο Σιάντο. Σύμφωνα με την απόφαση της 11ής Ολομέλειας της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ τον Απρίλιο του 1945, τη 13η μέρα που ανέλαβε ο Ζαχαριάδης την ηγεσία, στις 12 Ιουνίου, ο Ριζοσπάστης ανακοίνωσε την καταδίκη και απομόνωση του Άρη Βελουχιώτη. Στις 12 Ιουνίου στη 12η Ολομέλεια της ΚΕ του ΚΚΕ αποφασίστηκε η δημοσιοποίηση της κομματικής διαγραφής του Βελουχιώτη.
Στις παραμονές των εκλογών ο Ζαχαριάδης πήγε στο εξωτερικό όπου άρχισε επαφές για τη διερεύνηση του ένοπλου αγώνα, με ενδιάμεσο σταθμό τη Θεσσαλονίκη, από όπου φαίνεται ότι έδωσε την εντολή για το χτύπημα στο Λιτόχωρο την μέρα των εκλογών, το οποίο ιστορικά θεωρείται ως η έναρξη του εμφυλίου. Στη Μόσχα, οι ηγέτες της ΕΣΣΔ του έκαναν κριτική για την αποχή στις εκλογές ενώ ο ηγέτης της Γιουγκοσλαβίας Τίτο ήταν ενθαρρυντικός για την δημιουργία ένοπλου κινήματος.
Μετά την ήττα του ΔΣΕ τον Αύγουστο του 1949 υποχώρησε μαζί με τον στρατό στις σοσιαλιστικές χώρες.
Αν και οι επικρίσεις εναντίον της ηγεσίας του Ζαχαριάδη είχαν ξεκινήσει αρκετά πιο πριν, μετά την ήττα εντάθηκαν και ο Ζαχαριάδης επικρίθηκε από στελέχη του ΚΚΕ για τη τακτική που ακολούθησε. Ο Ζαχαριάδης δικαιολόγησε την ήττα του ΔΣΕ βάση του "πισώπλατου μαχαιρώματος" του Τίτο και δικαιολόγησε τις επιλογές του ενώ ανώτατα στελέχη του ΚΚΕ όπως ο Κώστας Καραγιώργης, Μήτσος Παρτσαλίδης απευθύνονταν με επιστολές στο ΚΚΣΕ και έδειξαν ως υπεύθυνο της ήττας τον Ζαχαριάδη, ανάλογη κριτική γινόταν και από άλλα στελέχη εντός του ΚΚΕ και η οποία κατέληξε σε διαγραφές αυτών των στελεχών.
Το 1956, ως αποτέλεσμα και της αποσταλινοποίησης στην ΕΣΣΔ και μετά από παρέμβαση του ΚΚΣΕ και άλλων κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων της ανατολικής Ευρώπης στην 6η Πλατιά Ολομέλεια της ΚΕ και της ΚΕΕ του ΚΚΕ, καθαιρέθηκε από την ηγεσία του ΚΚΕ ως «σεχταριστής».
Η 7η Πλατιά Ολομέλεια καθαίρεσε από μέλος του ΚΚΕ τον Ζαχαριάδη ως αντικομματικό, φραξιονιστικό, αντιδιεθνιστικό, εχθρικό στοιχείο. Ενώ έγινε μνεία στην υπόθεση Γουσόπουλου ένα στέλεχος του ΚΚΕ, που πήγε στην Ελλάδα, πιάστηκε και έσπασε από την ασφάλεια, αλλά στην επιστροφή του στην ΕΣΣΔ το ανάφερε στον Ζαχαριάδη και αυτός του πρότεινε να παίξει το ρόλο του διπλού πράκτορα. Παράλληλα έγινε κριτική για τις εκτελέσεις μαχητών στο Μπούλκες, καθώς και για ανάλογα γεγονότα στην 7η Μεραρχία του ΔΣΕ. Πολιτικά του χρέωνε ότι δικαιώνε την επέμβαση των Άγγλων στην Ελλάδα το 1945, ενώ ότι με την αποχή οδηγούνταν η χώρα στον εμφύλιο. Επιπλέον του χρέωσε σοβινισμό για το θέμα της Βόρειας Αλβανίας, καθώς και την απομόνωση του ΚΚΕ για το σύνθημα του κρατικού αποχωρισμού των Σλαβομακεδόνων. Τέλος του χρέωνε εσωκομματικό ανώμαλο καθεστώς.
Εξορίστηκε αρχικά στο Μποροβίτσι, της ΕΣΣΔ, κοντά στο Νόβγκοροντ όπου μέχρι το 1962 εργάστηκε σε δασική επιχείρηση, συνεχίζοντας την πολιτική του δραστηριότητα και τις επαφές με τα διαγραμμένα μέλη του ΚΚΕ. Τότε ζήτησε από την Ελληνική Πρεσβεία στη Μόσχα να γυρίσει στην Ελλάδα για να αναλάβει την ευθύνη της πολιτικής του ΚΚΕ κατά τον εμφύλιο πόλεμο,[54] αλλά εκτοπίστηκε στο Σουργκούτ της Σιβηρίας.
Στο Σουργκούτ ο Ζαχαριάδης, ζώντας με το ψευδώνυμο Νικολάι Νικολάγιεβιτς Νικολάγιεφ, προέβη σε 3 απεργίες πείνας ζητώντας την αποκατάσταση της φήμης του και την απελευθέρωσή του. Ως διαμαρτυρία στις συνθήκες εξορίας του, ο Ζαχαριάδης και έχοντας ταλαιπωρηθεί από αλλεπάλληλες απεργίες πείνας, απείλησε ότι αν δεν αλλάξουν τα περιοριστικά μέτρα εναντίον του (εξορία, μη ελεύθερη διακίνηση, αναχώρηση από την ΕΣΣΔ) θα αυτοκτονούσε, όπως και τελικά έπραξε.
Την 1η Αυγούστου του 1973 ανακοινώθηκε από την ΚΕ του ΚΚΕ ότι ο Ζαχαριάδης πέθανε από καρδιολογικά αίτια. Το 1989 ανακοινώθηκε νέα εκδοχή θανάτου του: η αυτοκτονία, η οποία αμφισβητήθηκε και αμφισβητείται από ορισμένους οπαδούς του Ζαχαριάδη. Η σορός του Νίκου Ζαχαριάδη μεταφέρθηκε στην Ελλάδα το 1991, με πρωτοβουλία της ΚΕ του ΚΚΕ.
Ήταν παντρεμένος δυο φορές, και είχε τρια παιδιά. Είχε παντρευτεί την Μανιά Νοβάκοβα, Τσέχα κομμουνίστρια με την οποία απέκτησε δυο παιδιά τον Κύρο και την Όλγα. Στην διάρκεια του εμφυλίου παντρεύτηκε σε τελετή με ιερέα του ΔΣΕ, την Ρούλα Κουκούλου μέλος του ΚΚΕ με την οποία απέκτησε τον Ιωσήφ (Σήφη).
Με την Πανελλαδική Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ που έγινε τον Ιούλιο του 2011 με θέμα την ιστορία του Κόμματος για την περίοδο 1949-1968 ο ιστορικός γραμματέας του ΚΚΕ αποκαταστάθηκε και επίσημα. Εκδήλωση για την παρουσίαση της Απόφασης της Πανελλαδικής Συνδιάσκεψης του ΚΚΕ (16 Ιουλίου 2011) και για την αποκατάσταση του Νίκου Ζαχαριάδη πραγματοποιήθηκε την Κυριακή 2 Οκτωβρίου 2011, στις 11:30 το πρωί στο Α’ Νεκροταφείο Αθηνών. Η κομματική αποκατάσταση του ιστορικού ηγέτη του ΚΚΕ έγινε 54 χρόνια μετά την διαγραφή του, με απόφαση της Κ.Ε.
6.75 7.50 Κερδίζετε: €0.75