Ο παλαιός εχθρός

Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 10.65
7.45
Τιμή Πρωτοπορίας
+
219982
Συγγραφέας: Νόλλας, Δημήτρης
Εκδόσεις: Καστανιώτης
Σελίδες:125
Ημερομηνία Έκδοσης:01/04/2004
ISBN:9789600336610
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


«Ο παλαιός εχθρός», όπως λέμε ένας παλιός λογαριασμός, μια παλιά αρρώστια που κάποια στιγμή και για αδιευκρίνιστους λόγους ξανασκάει μύτη. Έτσι και σ' αυτή τη συλλογή διηγημάτων του Δημήτρη Νόλλα έρχονται στην επιφάνεια ψηφίδες που συνθέτουν το σημερινό ανθρώπινο πρόσωπο, σε στιγμές και καταστάσεις που θα νόμιζε κανείς πως είχαν καταχωνιαστεί, θαμμένες για πάντα στο υπόγειο με τα παλιοπράματα. Και τι μπορεί να είναι αυτό το παλαιό, όταν καταφέρνει κάθε φορά να αναδύεται με τέτοια ένταση και να διαπερνά το σημερινό, το σύγχρονο;

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Ο κόσμος του Δημήτρη Νόλλα έχει πάντα ένα ρευστό και απροσδιόριστο στοιχείο, που αποκτά ξαφνικά (δίχως καμία προειδοποίηση) χειροπιαστές (πολύ κοντινές) διαστάσεις, και ανεβαίνει με ταχύτητα επί σκηνής, καταλαμβάνοντας εξ ολοκλήρου σχεδόν το οπτικό μας πεδίο. Σε μιαν επιφανειακά αδιατάρακτη γραμμή, στην οποία όλα κινούνται με μάλλον αργόσυρτους ρυθμούς, χωρίς θεαματικές μεταβολές και απότομα σκαμπανεβάσματα, οι ήρωες του Νόλλα αλλάζουν την τελευταία στιγμή ρότα, για να μας φανερώσουν μιαν αδιανόητη μέχρι τότε μοίρα: μια μοίρα που μπορεί να κάνει το βίο τους να μεταμορφωθεί άρδην και να σημαδέψει διά παντός την προοπτική του. Με αυτό το στοιχείο της απροσδιοριστίας, η οποία είναι σε θέση να μετακινήσει βουνά, πορεύεται ο Νόλλας στα μυθιστορήματά του, παρακολουθώντας τους πρωταγωνιστές τους μέσα από μια κατά κανόνα ελλειπτική τροχιά, και με το ίδιο στοιχείο εμφανίζεται και στα διηγήματά του, εγκλωβίζοντας τα πρόσωπά τους σ' ένα παράξενο όσο και αδιόρατης εκ πρώτης όψεως λειτουργίας ενσταντανέ, από την έκβαση του οποίου εξαρτώνται συνήθως πολλά.



Ιστορίες από τα βαθιά



Τα δεκατρία κομμάτια που φιλοξενούνται στον τόμο «Ο παλαιός εχθρός» (δημοσιευμένα σε εφημερίδες και λογοτεχνικά περιοδικά μεταξύ 1996 και 2002), συνθέτουν την τέταρτη συλλογή διηγημάτων του Νόλλα (έχουν προηγηθεί το «Τρυφερό δέρμα» του 1982, το «Ονειρεύομαι τους φίλους μου» του 1990 και τα «Θολά τζάμια» του 1996), συλλογή η οποία αποτελεί (έχει νόημα να το πω εκ των προτέρων) ένα από τα καλύτερα βιβλία του. Οι περισσότερες από τις ιστορίες που λέει ο Νόλλας στον «Παλαιό εχθρό» έρχονται από τα βαθιά. Τοποθετημένοι στο πλαίσιο μιας κοινής, εντελώς τετριμμένης και αδιάφορης καθημερινότητας, οι ήρωες του Νόλλα καλούνται να αντιμετωπίσουν διαμιάς, και με όσο μεγαλύτερη ετοιμότητα ή περίσκεψη γίνεται, τους απωθημένους ογκόλιθους μιας ολόκληρης ζωής.

Ποιες είναι, όμως, ακριβώς οι ανθρώπινες περιπτώσεις και καταστάσεις που συναντάμε στα καινούρια διηγήματα του Νόλλα; Υπάρχουν εδώ τα πιο διαφορετικά στοιχεία. Μια ομάδα φίλων που περιγελούν έναν ελαφρώς καθυστερημένο γνώριμό τους προκειμένου να τον προστατέψουν από τα λόγια των τρίτων («Ο άλαλος άλλος»), ένας φτωχός επαρχιώτης που προσπαθεί να προκαλέσει την τύχη του («Ενα χαμένο δελτίο ταυτότητας»), ένας μετανάστης που ξεφορτώνεται το μαχαίρι του μόνο την ώρα που μπορεί να του είναι εντελώς απαραίτητο («Το σκουριασμένο μαχαίρι»), ένας γευσιγνώστης που παίρνει άδικα στο λαιμό του έναν δάσκαλο («Ο δρόμος του Καφέ»), ένας πεισματάρης ηλικιωμένος που προσπαθεί πάση θυσία να διατηρήσει τη μοναχική του αξιοπρέπεια («Κανένας μόνος του και λυπημένος»), μια ιστορία ερωτικής υποταγής («Ο δρόμος είναι σκοτεινός»), αλλά και μια υπόθεση ανυπόφορης αγάπης («Λόγια κλεμμένα»), μια ιδιότροπη συνάντηση μεταξύ δύο υποτίθεται παλαιών γνωστών («Ο παλαιός εχθρός»), μια περιουσία που δεν φτάνει ποτέ στο διεκδικητή της λόγω ενός σοβαρού τροχαίου («Η Παναγίτσα του μπερντέ»), ένας σκληρός ερωτικός χωρισμός («Μικρή νυχτερινή μουσική σε φωτισμένο μπαλκόνι»), ένα πολύ οδυνηρό και ανείπωτης εσωτερικής έντασης ατύχημα («Η αέναη επιστροφή του ναύτη»), ένας παιδικός πόθος με αιφνίδια αποτελέσματα («Βελούδο κάτω απ' το τραπέζι») και, τέλος, μια πολύχρονη και αδιέξοδη συμβίωση, της οποίας η διάλυση αναβάλλεται μπροστά στο φόβο του απέραντου κενού («Είναι μακρύς του χωρισμού ο δρόμος»).



Ο ρόλος των ανατροπών



Οι ανατροπές που φέρνει ή αποκαλύπτει ο Νόλλας στις ιστορίες του όσο εξελίσσεται η φυγόκεντρη κατά κανόνα πλοκή τους (έχει συχνά κανείς την αίσθηση ότι βρίσκεται μπροστά σ' έναν διπλό ή και τριπλό μύθο), κάνουν έντονα πρισματική την αφήγησή του. Τα γεγονότα και τα πρόσωπα τα οποία προκύπτουν από τα δρώμενα ερμηνεύονται σε πολλαπλά επίπεδα και η αλήθεια τους μπορεί να αξιολογηθεί αναλόγως με τη θέση από την οποία τα κοιτάζουμε κάθε φορά. Και μια τέτοιου τύπου δραματουργία δεν μπορεί παρά να επιφυλάσσει ενεργό ρόλο στην ειρωνεία: ειρωνεία η οποία πηγάζει τόσο από την αμφίσημη απόσταση την οποία τηρεί ο αφηγητής από την τελική διαδρομή των ηρώων του όσο και από τα ενδιάμεσα παθήματά τους. Και στη διακριτική αυτή ειρωνική στάση δεν μπορούμε παρά να αναγνωρίσουμε τη δοκιμασμένη από ετών ποιητική τού συγγραφέα: η λογοτεχνία καλείται να μας δείξει το καθημερινό μας περιβάλλον υπό λοξή και ελαφρώς διαταραγμένη γωνία, με τον τρόπο ενός αμέτοχου παρατηρητή, που αρκείται να μας προειδοποιήσει για την ολισθηρότητα του εδάφους πάνω στο οποίο μας ζητάει να βαδίσουμε.

Από τα διηγήματα του τόμου ξεχωρίζουν άνετα (χωρίς να πρέπει να παραβλέψουμε και τα υπόλοιπα) τα «Ενα χαμένο δελτίο ταυτότητας», «Το σκουριασμένο μαχαίρι», «Ο δρόμος του Καφέ», «Ο παλαιός εχθρός», «Η Παναγίτσα του μπερντέ», «Μικρή νυχτερινή μουσική σε φωτισμένο μπαλκόνι», «Βελούδο κάτω απ' το τραπέζι» και «Είναι μακρύς του χωρισμού ο δρόμος» -όλα για τούς ζωηρά σχεδιασμένους χαρακτήρες τους, αλλά και για τα καραμπινάτα δράματα στα οποία οι ίδιοι συμμετέχουν, χωρίς το ελάχιστο δείγμα μελοδραματισμού ή εύκολης αισθηματολογίας. Ο Νόλλας φτάνει με την καινούρια συλλογή διηγημάτων του σε μια προχωρημένη ωριμότητα, που ταιριάζει απολύτως με τα μέχρι σήμερα πεπραγμένα του. Οντας μία από τις ισχυρότερες φωνές της γενιάς του, ο Νόλλας έχει κιόλας διαγράψει έναν πολύ σημαντικό κύκλο στη σύγχρονη ελληνική λογοτεχνία.



ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 25/06/2004







ΚΡΙΤΙΚΗ



Επί τη συμπληρώσει τριακονταετούς διακονίας στον συγγραφικό στίβο, ο Δ. Νόλλας εκδίδει το δέκατο τρίτο βιβλίο του, αποτελούμενο από δεκατρία διηγήματα. Τυχαίες οι αριθμητικές συμπτώσεις, καθώς τόσα συμβαίνει να είναι τα διηγήματα που δημοσίευσε εντός εννέα ετών, όσα χρόνια δηλαδή έχουν παρέλθει από την έκδοση της προηγούμενης συλλογής διηγημάτων του Τα θολά τζάμια. Παρατηρούμε πως και αυτές οι ιστορίες του Νόλλα ως επί το πλείστον έχουν έναν κάποιον γριφώδη χαρακτήρα, όπως και πολλές από τις παλαιότερες, δείχνοντας πως ο συγγραφέας παραμένει πιστός στη διακηρυγμένη θέση του τα βιβλία του να μη διαβάζονται «σαν να τσουλάς στο βούτυρο». Από την άλλη όμως, επειδή ουδείς συγγραφέας εμίσησε το πλατύ κοινό, παρατάσσει τα διηγήματά του έτσι ώστε να δίνεται έμφαση στα ζητήματα που τελευταίως πολύ απασχολούν. Με αυτόν τον τρόπο προσφέρει χείρα βοηθείας και στους κριτικούς, οι οποίοι ναι μεν τον έχουν στηρίξει, καταθέτοντας απαξάπαντες και κατ' επανάληψη επαίνους για το έργο του, ωστόσο, όπως έχει δείξει περιλάμπρως η εμπειρία των τελευταίων χρόνων, δεν φτουράνε ως καθοδηγητές των μαζών.



Λογοτεχνική ταυτότητα



Ως πρώτο διήγημα επιλέγεται «Ο άλαλος άλλος», που είχε δημοσιευθεί στην εφημερίδα «Τα Νέα» το καλοκαίρι του 2000, στη σειρά διηγημάτων «Εμείς και οι Αλλοι», όπου συμμετείχαν τριάντα τόσοι συγγραφείς σε ένα φιλόδοξο εγχείρημα να καλυφθεί λογοτεχνικώς «το θέμα της ετερότητας». Μετά τη λέξη-κλειδί, ο Αλλος, στον τίτλο του επόμενου διηγήματος εμφανίζεται μια δεύτερη κομβική έννοια, η ταυτότητα. Ακολουθούν τρία ακόμη διηγήματα με πρωταγωνιστή αυτόν τον Αλλο, οπότε και καλύπτονται ποικίλες μορφές της «ξενότητας». Αν και κριτικοί, πλέον διορατικοί, εντόπισαν την «ξενότητα» σε ολόκληρη τη συλλογή. Στα σίγουρα πάντως μετρούμε δύο «θεμελιωδώς Αλλους», τον ζαβό και τον υπερήλικα, έναν μετανάστη «από τα μέρη της Μαύρης θάλασσας», έναν έλληνα «εσωτερικό» μετανάστη, έναν άλλον έλληνα μετανάστη, ερχόμενο από τη Μασσαλία, και τους απαραίτητους αλλοδαπούς εργάτες.

Αν και, όπως έχει ήδη τονιστεί, το σημαντικό δεν είναι ο Αλλος αλλά η οπτική της αφήγησης, που επιτρέπει την αναγνώριση του ιδίου, ώστε να λυθεί και το διχαστικό ερώτημα αν ο Αλλος είναι η κόλασή μας, όπως διετείνετο γάλλος στοχαστής, τα μάλα τιμώμενος πριν από χρόνια και καιρούς, ή μήπως αυτός ο Αλλος είναι ευεργέτης μας μεγάλος, κατά το παλαιό γνωστό άσμα. Οπως και αν έχει, αυτός ο Αλλος τείνει να κάνει πολλούς συγγραφείς μεγάλους. Προφανώς αυτό δεν αφορά τον Νόλλα, που τα αφηγηματικά του τεχνάσματα καθιστούν αξιανάγνωστες τις ιστορίες του, ακόμη και όταν δεν πλέκονται γύρω από τα προαναφερθέντα, κεφαλαιώδους σημασίας, θέματα. Ενα από αυτά οι δευτερεύουσες ιστορίες που κάποιος ήρωας αφηγείται, τάχατες για να ξεκαθαρίσει την κατάσταση, αναποδογυρίζοντάς την, όπως δείχνει και το εναρκτήριο διήγημα. Στην πλατεία ενός χωριού, μια παρέα περιγελά έναν «ζαβό» και ο νεαρός δάσκαλος αγανακτεί, το πιθανότερο γιατί στη σκηνή παρευρίσκεται ένας ξένος τουρίστας. Για να τον ηρεμήσει, ένας από τους χωρικούς αφηγείται μια ιστορία από τη δεκαετία του '40, με επιμύθιο τη φράση «Εμείς δεν τους δίνουμε τους ανθρώπους μας...». Εξυπακούεται, ούτε τον «ζαβό» στο άσυλο ούτε τον αντάρτη στους Γερμανούς και στους ταγματασφαλίτες. Οπότε η κοινότητα προβάλλει προστατευτική, ανεξάρτητα αν ο καθυστερημένος περνά τα πάνδεινα και ο απείθαρχος αντάρτης εκτελείται από τον ΕΛΑΣ. Μπορεί να μη «στρογγυλεύει» το διήγημα ο Νόλλας, ωστόσο από τις «χαραμάδες» υπερχειλίζει πικρίζουσα η ειρωνεία.



Ηττημένοι και νικητές



Ηττημένοι και συμβιβασμένοι οι ήρωες των διηγημάτων ποδοπατούνται από αφεντικά και μαφιόζους, που σε τελευταία ανάλυση ταυτίζονται, καθώς αμφότεροι κινούνται με «μια ογκώδη κατάμαυρη Μερσεντές». Με άλλα λόγια οι άνθρωποι του λαού, που κάνουν το καλό και το ρίχνουν στο γιαλό, όπως η ταλαίπωρη θεία Αναστασία στο διήγημα «H Παναγίτσα του μπερντέ», έρχονται αντιμέτωποι με τους θριαμβεύοντες κακούς, που ο αφηγητής αποκαλεί «μαλάκες». Κάπως έτσι συνέβαινε και στα «ηθογραφικά» διηγήματα, που ήταν και ελαφρώς ηθικοπλαστικά. Κατ' επίγνωση του συγγραφέα, όπως δείχνει με την «αυτοαναφορικότητά» του το ομότιτλο της συλλογής διήγημα, που τυχαίνει και το παλαιότερα δημοσιευμένο. Σε αυτό ο ήρωας, που ταυτίζεται με τον αφηγητή, καθώς περιδιαβάζει σε έναν προσφυγικό συνοικισμό του Πειραιά, παρακολουθώντας κάποιον πλανόδιο μικροπωλητή, έχει την αίσθηση πως γλιστρά σε ένα «ηθογραφικό» διήγημα. Στην πορεία ο μικροπωλητής αφηγείται μια ιστορία για δύο φίλους που μαχαιρώθηκαν με αφορμή μια λέξη.

Πράγματι, εύστοχη η παρατήρηση, μια λέξη μπορεί να οδηγήσει οπουδήποτε. Εκτός όλων των άλλων και σε ένα άρτιο διήγημα αλλά και σε ένα κατά παραγγελία. H διαφορά αναμεταξύ τους φαίνεται στις συλλογές ήδη δημοσιευμένων διηγημάτων, που οι συγγραφείς εκδίδουν κατά τακτά πλέον διαστήματα. Ανεξάρτητα αν ακόμη και στα κατά παραγγελία διακρίνεται ο τεχνίτης από τον ατζαμή. Επίσης σημαντικό ρόλο παίζει και ο εντολέας, που εμπνέεται το θέμα. Αλλη ευχέρεια προσφέρει στον συγγραφέα ένα αφιέρωμα «για τον έρωτα» και άλλη μια συναγωγή ιστοριών για το πολιτικώς ορθό και μη ορθό. H πολιτικώς μη ορθή ιστορία του Νόλλα, που διαβάσαμε το περασμένο καλοκαίρι, αφορά έναν συνταξιούχο που, χάρις σε ένα πρόγραμμα συμπαράστασης της τρίτης ηλικίας, συναντιέται δύο φορές την εβδομάδα με μια νεαρή εθελόντρια. Διασκεδαστική η σύγκρουσή τους με αφορμή τις «ρατσιστικές» ή και «σεξιστικές» εκφράσεις του γέροντα, ωστόσο οι καταστάσεις προβάλλουν τόσο ξεκάθαρες και οι στιχομυθίες τόσο παραδειγματικές που σχεδόν «τσουλάς στο βούτυρο» της τρέχουσας όσο και αντιφατικής σήμερα κοινωνιολογίας. Σε αντίθεση με το διήγημα «Ο δρόμος του Καφέ», που θα μπορούσε επίσης να χαρακτηριστεί πολιτικώς μη ορθό. Εδώ ο συγγραφέας χλευάζει τις αυθαίρετες οικοδομές και τα μπαζωμένα ρέματα, αποδίδοντας την εκδίκηση της φύσης με σκηνές κινηματογραφικής πειστικότητας. Πέραν όμως της κοινωνικής κριτικής, το διήγημα παρουσιάζει με διαβρωτική ειρωνεία δύο έλληνες μετανάστες· τον Βορειοελλαδίτη, που οι Τούρκοι κυνήγησαν από τον τόπο του πριν από την απελευθέρωση του 1912, και έναν νεότερό του, που «μέσω Παρισίων» θέλησε τον καιρό του Εμφυλίου να φθάσει στον Γράμμο, αλλά ξέμεινε στη Μασσαλία. Σύμφωνα με κάποιους, αυτός ο δεύτερος είναι ένας ρομαντικός της Επανάστασης, ωστόσο ο αφηγητής του αποδίδει «όλη τη μοχθηρή μαλαγανιά που χαρακτηρίζει έναν Κορίνθιο». Εξ ου πιστεύουμε πως και το διήγημα χαρακτηρίζεται πολιτικώς μη ορθό.



Ανδρική οπτική



Απομένουν έξι διηγήματα γύρω από τον έρωτα, που αποκαλύπτουν μια άκρως ενδιαφέρουσα ανδρική οπτική. Σύμφωνα με αυτήν, ο άνδρας βρίσκεται στο έλεος ενός θηλυκού θύτη και μάλιστα παιδιόθεν, όπως δείχνει το τελευταίο διήγημα «Βελούδο κάτω απ' το τραπέζι». Επιπροσθέτως αυτός ο θηλυκός δυνάστης, ακόμη και όταν εμφανίζεται αδύναμος, όπως στο διήγημα «H αέναη επιστροφή του ναύτη», επιβάλλει με πλάγιους τρόπους τη θέλησή του. Γενικότερα, προωθητικό σχήμα λόγου στην αφήγηση του Νόλλα αποδεικνύεται η παρομοίωση, ποικιλοτρόπως εισαγόμενη. Σε μια παρομοίωση λοιπόν εντοπίζουμε την πεμπτουσία των ερωτικών του ιστοριών. Στο διήγημα «Ο δρόμος είναι σκοτεινός», ένας ερωτευμένος αποφασίζει να επιστρέψει στην καλή του, ενώ κατατρύχεται από την έμμονη ιδέα μιας ιστορίας που του διηγήθηκαν για τους Μακρονησιώτες· τους «τσουβάλιαζαν» σε έναν στρατιωτικό σάκο με μια γάτα και τους πετούσαν στη θάλασσα. Ο αφηγητής σχολιάζει την επιστροφή του «πληγωμένου εραστή» ως «αιώνια υποδούλωση», δείχνοντας πως σαφώς εννοεί την κατασπάραξη στο διηνεκές.



MAPH ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ

ΤΟ ΒΗΜΑ, 11-07-2004

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!