Οι σχέσεις της εκκλησίας με το κράτος-έθνος

Στη σκιά των ταυτοτήτων
Έκπτωση
35%
Τιμή Εκδότη: 19.90
12.94
Τιμή Πρωτοπορίας
+
112435
Συγγραφέας: Μανιτάκης, Αντώνης
Εκδόσεις: Νεφέλη
Σελίδες:201
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/2000
ISBN:9789602115664
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Περιεχόμενα

Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος μεταξύ κράτους και έθνους
1. Η αυτοκέφαλη ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος ως θεσμός του εθνικού κράτους
2. Η αποξένωση της Εκκλησίας από την πολιτική μέσω της υποταγής της Εκκλησίας στην πολιτεία
3. Η εθνοποίηση της Εκκλησίας της Ελλάδος και η ιεροποίηση του έθνους
4. Στη διελκυστίνδα της εθνικής ιδεολογίας και της ευρωπαϊκής ενοποίησης των Εκκλησιών

Η Εκκλησία των πιστών μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας
1. Σχετικά με το χωρισμό της πολιτικής από τη θρησκεία και τη διάκριση της δημόσιας από την ιδιωτική σφαίρα
2. Η εισβολή της Εκκλησίας στη δημόσια σφαίρα και στη δημοσιότητα
3. Θεσμός του κράτους και τους έθνους ή Εκκλησία σχέσεων κοινωνίας;

Αρθρα
1. Ο Εκκλησιαστικός-Δεσποτικός λόγος ενόψει της Αρχιεπισκοπικής διαδοχής
2. Πολιτική εξουσία και Εκκλησία - Το αίτημα αποκρατικοποίησης της Εκκλησίας
3. «Και όμως δεν νομιμοποιείται να ομιλεί περί...»
4. Ταυτότητες και εθνικο-θρησκευτικές διακρίσεις





ΚΡΙΤΙΚΗ



Τα τελευταία χρόνια, κάθε φορά που ανακύπτει ένα πρόβλημα ή σοβεί μια κρίση στο δημόσιο πεδίο, καταναλώνονται τόνοι μελανιού και τυπωμένου χαρτιού. Απουσιάζουν όμως, συνήθως, οι τεκμηριωμένες αναλύσεις των φαινομένων που σχετίζονται με τα σημαντικά θέματα που εγκαλεί κάθε φορά η επικαιρότητα. Το Κυπριακό, τα ελληνοτουρκικά, το Μακεδονικό συνιστούν παραδείγματα προς αυτή την κατεύθυνση. Στην πρόσφατη κρίση για τις ταυτότητες η εμμονή στο πρόσωπο του αρχιεπισκόπου από τον ημερήσιο και περιοδικό Τύπο, χωρίς να παραγνωρίζεται η σημασία που έχει, τοποθετεί σε δεύτερο επίπεδο τα δομικά χαρακτηριστικά αυτής της κρίσης, τις χρόνιες αιτίες της. Η όξυνση στις σχέσεις πολιτικής εξουσίας-Ιεραρχίας της Εκκλησίας της Ελλάδος συνδέεται σαφέστατα με τη συγκυρία, προκύπτει όμως και από γενικότερα ζητήματα, όπως τον τρόπο οργάνωσης της Εκκλησίας ως διοικητικού θεσμού στο ανεξάρτητο ελληνικό κράτος.

Στην πληθώρα των κειμένων που είδαν το φως της δημοσιότητας σχετικά με το ζήτημα των ταυτοτήτων, το βιβλίο του Αντώνη Μανιτάκη κατέχει μια ξεχωριστή θέση. Εργο ενός έγκριτου συνταγματολόγου αλλά και ενός ενεργού πολίτη, το βιβλίο συνοψίζει και εμβαθύνει μια επιχειρηματολογία που διατυπώθηκε αρχικά στις σελίδες των περιοδικών και των εφημερίδων την περίοδο αυτή, αντιμετωπίζοντας σφοδρούς πολέμιους και βρίσκοντας θερμούς υποστηρικτές. Και είναι ιδιαίτερα σημαντικό ότι ο συγγραφέας καταθέτει συγκροτημένα τις απόψεις του σε μια στιγμή που το ζήτημα είναι εν εξελίξει, παρεμβαίνοντας και επιδιώκοντας τον εμπεριστατωμένο δημόσιο διάλογο.

Το βιβλίο αποτελείται από δύο κεντρικά μελετήματα, το ένα συνδεδεμένο στενά με το άλλο, ενώ περιλαμβάνει ακόμη τέσσερα σχετικά άρθρα, που είχαν πρωτοδεί το φως της δημοσιότητας -τρία σε αυτή την εφημερίδα και ένα στο περιοδικό «Ο Πολίτης»- την περίοδο 1998-2000, πριν ξεσπάσει η κρίση για τις ταυτότητες: από τα προεόρτια της εκλογής του νέου αρχιεπισκόπου έως και λίγο πριν από την κυβερνητική απόφαση για τις ταυτότητες, τα κείμενα αυτά αποτελούν πολύτιμα τεκμήρια, όχι μόνο της διορατικότητας του συγγραφέα, αλλά και μιας ολόκληρης ατμόσφαιρας που προηγήθηκε της σύγκρουσης.

Στο πρώτο μελέτημα υπό τον τίτλο «Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ελλάδος μεταξύ κράτους και έθνους», ο Μανιτάκης επιχειρεί να αναδείξει τη γενεαλογία της σημερινής κρίσης ανατρέχοντας στο παρελθόν, στους όρους διοικητικής συγκρότησης και συνταγματικής θέσης της Εκκλησίας της Ελλάδος. Σύμφωνα με τα όσα αναπτύσσονται στο κεφάλαιο αυτό, οι στόχοι και οι επιδιώξεις του νεότευκτου ελληνικού βασιλείου καθόρισαν τη θέση της Εκκλησίας, διαμορφώνοντας ένα θεσμό, «κατ' εικόνα και ομοίωση» δημόσιας αρχής, ο οποίος στη σημερινή συγκυρία, σε μια εποχή, δηλαδή, απο-εθνικοποίησης του κράτους, στρέφεται προς το παρελθόν, κηρύσσει τη συσπείρωση γύρω από την εθνική ταυτότητα, επιθυμώντας να διατηρήσει τα κεκτημένα του. Στο δεύτερο κείμενο που τιτλοφορείται «Η Εκκλησία των πιστών μεταξύ δημόσιας και ιδιωτικής σφαίρας», τίθενται μια σειρά από ερωτήματα αναφορικά με τη δυνατότητα της Εκκλησίας να μετεξελιχθεί από Εκκλησία του κράτους σε αυτό που ο συγγραφέας ονομάζει Εκκλησία «σχέσεων κοινωνίας», σε μια κοινότητα πιστών που ζουν ισότιμα με τις άλλες κοινότητες σε μια πλουραλιστική και πολυπολιτισμική κοινωνία.

Ο Αντώνης Μανιτάκης περιγράφει και αναλύει στο βιβλίο του, με πληρότητα αλλά και οξύτητα, τη σημερινή κατάσταση στις σχέσεις Εκκλησίας-κράτους. Η μακρά θητεία του στο συνταγματικό δίκαιο του δίδει τη δυνατότητα να μελετήσει τις σχέσεις των δύο θεσμών και τη νομοθετική τους έκφραση, να επισημάνει, στο πλαίσιο της λειτουργίας του δημοκρατικού πολιτεύματος, τις μεταβολές στο χρόνο και τα προβλήματα που δημιουργούνται, να διερευνήσει τις προθέσεις και τις επιδιώξεις τόσο του νομοθέτη όσο και της εκκλησιαστικής Ιεραρχίας. Ταυτόχρονα όμως, απότοκο μιας ευρύτερης παιδείας και ενεργούς πολιτικής στάσης, επιχειρεί να μελετήσει το ζήτημα πολυπρισματικά, αναδεικνύοντας, άλλοτε με μεγαλύτερη και άλλοτε με μικρότερη σαφήνεια, τους πολλαπλούς παράγοντες που συνέβαλαν ιστορικά στη διαμόρφωση των σχέσεων της Ορθόδοξης Εκκλησίας με το νεότερο ελληνικό κράτος και που οδήγησαν στη σημερινή κρίση. Η ανάλυση του Μανιτάκη δεν περιορίζεται στα εργαλεία της «τέχνης» του, αλλά, ιδιαίτερα στο πρώτο κείμενό του, συνομιλεί, μέσω μιας πλούσιας βιβλιογραφίας, με το παρελθόν των θεσμών και τους όρους της δημιουργίας τους, εμπλουτίζει την οπτική του θέλοντας να αποδώσει στα φαινόμενα την ιστορικότητα που τους ανήκει.

Η σύντομη αναφορά του συγγραφέα στην ιστορία των σχέσεων αυτών επαναφέρει στο προσκήνιο τη σπανιότητα ή και απουσία ιστορικών προσεγγίσεων, και μάλιστα αξιόπιστων, γύρω από αυτό το θέμα και ανοίγει μια σειρά από ζητήματα, αναφορικά με τη μελέτη τους και το πλαίσιο στο οποίο πρέπει να συζητηθούν. Θέματα όπως η ανακήρυξη του αυτοκέφαλου, οι σχέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, οι συγκρούσεις με την κρατική μηχανή, αλλά και οι εσωτερικές έριδες και διαδοχές αποτελούν ζητούμενα της έρευνας και ταυτόχρονα απαραίτητα στοιχεία για την κατανόηση της σημερινής ταυτότητας της Εκκλησίας.

Από το 1833 έως σήμερα, όταν κηρύσσεται το αυτοκέφαλο της Εκκλησίας της Ελλάδος, ο διοικητικός δηλαδή χωρισμός της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο χωρίς τη συγκατάθεση του τελευταίου, η ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία έχει διαμορφώσει μια εικόνα στενά συνδεδεμένη με τη χρονική συγκυρία και τις ιστορικές εξελίξεις. Στο ηφαίστειο των αναδυόμενων βαλκανικών εθνικισμών, με την κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, η Εκκλησία ενός νέου κράτους δεν μπορούσε παρά να είναι εθνική και μάλιστα στην πιο αυστηρή διάσταση του όρου. Μέσα σε περίπου έναν αιώνα, από το 1833 ώς το 1922, η ανακήρυξη των αυτοκέφαλων βαλκανικών Εκκλησιών, της ελληνικής, της σερβικής, της ρουμανικής, της βουλγαρικής και της αλβανικής, συνδέεται στενά με τη δημιουργία των αντίστοιχων εθνικών κρατών, αποτελεί απαραίτητο συστατικό τους. Σε αντίθεση με το οικουμενικό πνεύμα και την παράδοση του Πατριαρχείου, οι Εκκλησίες αυτές επιλέγουν την πλήρη ταύτισή τους με το έθνος-κράτος, τη διοικητική υπαγωγή τους σε αυτό, την εγκόλπωση και τη στήριξη της εθνικής ιδεολογίας.

Από την άλλη πλευρά, εάν η νέα κατάσταση σήμαινε τη διοικητική αποκοπή από το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν συνεπαγόταν και τον πνευματικό αποχωρισμό. Η ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία μοιράζεται τη μακραίωνη παράδοση του οικουμενικού θεσμού, παράδοση που της επιφύλαξε συγκεκριμένα προνόμια και εξουσίες στο νεοπαγές ελληνικό κράτος και ταυτόχρονα ενίσχυσε τη θέση της στη συνείδηση των πολιτών του. Είναι αυτή η θέση και τα προνόμια, που σε συνδυασμό με τη δύναμη που της δίνει η σχέση της με το ισχύον καθεστώς θα της επιτρέψουν, στα επόμενα χρόνια, να λειτουργήσει ενάντια σε κάθε μεταρρυθμιστική ή απλώς καινοτόμα προσπάθεια (βλ. και τις παρατηρήσεις του Φίλιππου Ηλιού σε άρθρο του για το ίδιο βιβλίο στην «Κυριακάτικη Αυγή», 3 Δεκεμβρίου 2000).

Η Εκκλησία της Ελλάδος αναπτύχθηκε στο πλαίσιο του νεότερου ελληνικού κράτους, σε ένα συνεχή διάλογο με το παρελθόν, τους κανόνες της αλλά και με τον περίγυρο. Η συνταγματική της θέση δεν προσδιορίστηκε εν κενώ, όπως εύστοχα επισημαίνει ο συγγραφέας του βιβλίου, ούτε ως έμπνευση κάποιου νομοθέτη, αλλά σε μια συνεχή αλληλόδραση με την κοινωνία και τις αναγκαιότητες της κάθε εποχής.

Η επιχειρηματολογία του συγγραφέα αναδεικνύει το σημαντικότερο πρόβλημα της τρέχουσας συγκυρίας: την κρίση της πολιτικής και την αδυναμία των σημερινών πολιτικών σχηματισμών να αφουγκραστούν τις αλλαγές και να αντιμετωπίσουν τα νέα προβλήματα και τους φόβους. Η στροφή προς την Εκκλησία μπορεί να ευνοείται από την παρουσία και τις ικανότητες του νέου αρχιεπισκόπου, δεν εξαντλείται όμως, ούτε απορρέει μόνον από αυτό. Απορρέει, όπως εύστοχα επισημαίνει και ο συγγραφέας, από την αίσθηση της λατρευτικής κοινότητας που καλλιεργεί η Εκκλησία, συνδέεται με μια μακροχρόνια παράδοση συναλληλίας που έχει αφήσει σημαντικές υποθήκες στο σημερινό χριστιανό ορθόδοξο πολίτη. Στη νέα συγκυρία, ο πολίτης αυτός, που βιώνει τόσο την οικονομική ανασφάλεια όσο και το φόβο της περιθωριοποίησης μπροστά στις νέες εξελίξεις, όπως αυτή καλλιεργείται και από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, επιστρέφει στο οικείο, στο γνώριμο λόγο του παρελθόντος. Η Εκκλησία, όπως φάνηκε και από τις «λαοσυνάξεις», κατορθώνει να ενσωματώσει τη δυσαρέσκεια αυτή και να την εκφράσει, μέσα από τη δική της ανάγνωση, στο λόγο του αρχιεπισκόπου. Το φαινόμενο δεν είναι μόνον ελληνικό, ούτε περιορίζεται στη θρησκεία. Η επιστροφή στην Ιστορία, με την έντονη προβολή στον έντυπο και ηλεκτρονικό Τύπο, η στροφή προς την παράδοση και τις «πατροπαράδοτες» αξίες, η επίκληση της ενότητας του ελληνικού έθνους, και μάλιστα με ένα λόγο ρατσιστικό και μισαλλόδοξο, αποτελούν πτυχές αυτής της υπόθεσης, όπου η Εκκλησία παίζει πρωτεύοντα ρόλο. Αυτό που ο συγγραφέας ονομάζει απο-εθνικοποίηση του κράτους και συγχρόνως η αποδυνάμωσή του στο πλαίσιο διακρατικών συμμαχιών, επιτρέπει στην Εκκλησία να προβάλει μια ισχυρή, ελκυστική πολιτιστική, άρα και πολιτική, ταυτότητα, ενώ ταυτόχρονα απωθούνται σκοτεινές στιγμές του πρόσφατου παρελθόντος της (χουντική επταετία).

Το βιβλίο του Αντώνη Μανιτάκη είναι ένα βιβλίο πολεμικό, έντιμο, βασισμένο στη δύναμη και την αλήθεια των επιχειρημάτων του, με θέσεις συχνά σκληρές, αλλά στηριγμένες σε τεκμήρια και επιχειρήματα. Πρόκειται για ένα βιβλίο πολιτικό, στην πλέον ουσιαστική σημασία του όρου, που φέρνει το θέμα στην αγορά του δήμου, επιζητώντας ένα διάλογο ουσιαστικό, χωρίς συναισθηματικές κορόνες, μεταφυσικές αναφορές και πατριωτικά κηρύγματα. Ας ελπίσουμε ότι θα τον βρει.



ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΚΑΡΑΜΑΝΩΛΑΚΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 02/03/2001

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!