Εκδοχές της Πηνελόπης

Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 10.25
6.15
Τιμή Πρωτοπορίας
+
138411
Συγγραφέας: Καστρινάκη, Αγγέλα
Εκδόσεις: Πόλις
Σελίδες:170
Ημερομηνία Έκδοσης:01/04/2002
ISBN:9789608132665
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Πέντε σύγχρονες εκδοχές της μυθικής Πηνελόπης αποτελούν τον βασικό κορμό του βιβλίου. Ούτε ολότελα πιστή ούτε ολότελα άπιστη, αλλά σε μια διαρκή ταλάντευση ανάμεσα στην πίστη και στην απιστία, η Πηνελόπη στον 21ο αιώνα δοκιμάζει διαρκώς να ισορροπήσει στο δύσκολο παιχνίδι των συζυγικών και των ευρύτερων ερωτικών σχέσεων. Με μια ροπή προς τα ερωτικά τρίγωνα, αλλά και με μια επίγνωση του φευγαλέου χαρακτήρα της γοητείας, με χούμορ και κυρίως με ειρωνεία η Αγγέλα Καστρινάκη στήνει τις εκδοχές της σύγχρονη Πηνελόπης, χωρίς βίαιη ανατροπή του αρχαίου μυθικού προτύπου, αλλά με παιγνιώδεις παραλλαγές του. Δεν λείπουν ωστόσο και τόνοι πιο δραματικοί, όταν η απουσία του άλλου δημιουργεί τις συνθήκες μιας δύσκολα συγκαλυπτόμενης θλίψης.





ΚΡΙΤΙΚΗ



Στην τέταρτη συλλογή διηγημάτων της (έχουν προηγηθεί η Φιλοξενούμενη, 1990, οι Εκδρομές με φίλες, 1993, και τα Όρια της ζεστασιάς, 1999), η Αγγέλα Καστρινάκη, που διδάσκει Νεότερη Λογοτεχνία στο Πανεπιστήμιο Κρήτης κι έχει να επιδείξει εκ παραλλήλου μια πολύ σοβαρή φιλολογική-κριτική δραστηριότητα, δεν αλλάζει θεματική και εκφραστική γραμμή. Με κεντρική της ηρωίδα μια φιγούρα την οποία συναντάμε σε όλα λίγο-πολύ τα κομμάτια της (σημερινά και παλαιότερα), η Καστρινάκη δοκιμάζει να αποτυπώσει σε διαδοχικά ενσταντανέ κάτι από το αδιάκοπο ρευστό της καθημερινότητας. Τα πάγια (με επιμέρους μόνο διαφοροποιήσεις και ανώδυνες, κατά κανόνα, παραλλαγές) χαρακτηριστικά τής πρωταγωνίστριάς της (παντρεμένη, μεταξύ τριάντα πέντε και σαράντα ετών και με φιλόδοξο επιστημονικό επάγγελμα) υποδεικνύουν αμέσως και το είδος της καθημερινότητας που σχηματίζεται στις σελίδες των διηγημάτων της. Πρόκειται για μια καθημερινότητα της οποίας οι συγκρατημένα φαιές αποχρώσεις σπάνια απορρυθμίζουν τον κύκλο των καθιερωμένων εργασιών, αισθημάτων και υποχρεώσεων, κρατώντας εντέλει στο απυρόβλητο τα συμπεφωνημένα -όποια κι αν είναι αυτά και με όποιον τρόπο κι αν έχουν συνομολογηθεί. Τι ακριβώς, όμως, επιδιώκει η συγγραφέας ενόσω κινείται σε μια τέτοια γραμμή; Τίποτε περισσότερο και τίποτε λιγότερο από το να εντάξει σ' ένα ανοιχτό αφηγηματικό σύστημα τις αδιόρατες αυτές ρωγμές, από το να δώσει, με άλλα λόγια, όπως το σημείωνα και πρωτύτερα, σάρκα και οστά σ' ένα φευγαλέο momentum του βιωμένου ατομικού χρόνου των ηρώων της.



Παιχνίδια πίστης και απιστίας



Ο εγκιβωτισμός του φευγαλέου στις Εκδοχές της Πηνελόπης εστιάζεται στο παιχνίδι της πίστης και της απιστίας, όπως περίπου μοιραία παίζεται στο εσωτερικό των περισσότερων συζυγικών σχέσεων. Το παιχνίδι εδώ είναι ιδωμένο από τη γυναικεία σκοπιά -από τη σκοπιά μιας φανερά λόγιας και ταυτοχρόνως εντελώς προσγειωμένης Πηνελόπης, που έχει το θάρρος να ακροβατεί και να πειραματίζεται μόνον όσο δεν διακυβεύεται κάτι από την ασφάλεια και τις εγγυήσεις της οικογενειακής εστίας. Η Πηνελόπη της «Πηνελόπης στο βιομηχανικό μουσείο», η Μαρίνα Μάνου της «Κατασκευής της Πηνελόπης», η Όπη της «Μνηστηροφονίας», όπως και η Πηνελόπη (γι' άλλη μια φορά) του «Όρου της πίστης» είναι ένα και το αυτό πρόσωπο: μια γυναίκα που κοιτάζει πάντα πέρα από το στεφάνι της, χωρίς να της περνά ποτέ στα σοβαρά από το νου να το εγκαταλείψει. Οι Πηνελόπες των υπόλοιπων διηγημάτων υπόκεινται σε χαλαρότερα δεσμά, αλλά στριφογυρίζουν και πάλι ανήσυχα γύρω από τη θέση τους: άλλη χαίρεται με την αναβολή μιας συνάντησης που ξέρει ότι θα της κοστίσει («Η ευεργεσία της απόστασης»), άλλη στέκει αμφίθυμη απέναντι στον ιδεοληπτικό της σύντροφο («Τριστάνος»), άλλη σπεύδει να σώσει έναν γάμο που τρίζει εξαιτίας της («Ευφράδεια στον βορρά») κι άλλη ζηλεύει μια φίλη της για την ερωτική της τύχη («Ανορθόγραφος έρωτας»). Το βιβλίο κλείνει με δύο κομμάτια, τα οποία στρίβουν ξαφνικά προς διαφορετική κατεύθυνση: τα «Μικρά Διονύσια» (όπου το εορταστικό κλίμα της ομαδικής συνεύρεσης θυμίζει το υποβλητικό «Νασρόμπια» από τα Όρια της ζεστασιάς) και το «Στην άμμο» (όπου υπάρχει και μια προσεκτικά και πόντο πόντο σκηνοθετημένη επιστροφή στα χρόνια της παιδικής ηλικίας).

Τα «Μικρά Διονύσια» και το «Στην άμμο» αποτελούν, χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, τα καλύτερα κείμενα του τόμου. Το πρώτο ξεχωρίζει, όχι μόνο για το διακριτικό χιούμορ του και τη λεπτή ειρωνεία του, αλλά και για το γνήσια ευφορικό πνεύμα του. Το δεύτερο μας κερδίζει με την υπόγεια (και συνάμα έγκαιρη) κινητοποίηση του συγκινησιακού του μηχανισμού, που παρά τη συνεχή λειτουργία ενός υπέρ το δέον λογικά δομημένου (κι εμφανώς ενήλικου) εσωτερικού μονόλογου, καταφέρνει εν κατακλείδι να οδηγήσει στο ποθητό αποτέλεσμα.



Οριστικές λύσεις, αντί για διαφυγές



Ως προς τα άλλα διηγήματα του βιβλίου, πρέπει να πω ότι διατηρώ τις επιφυλάξεις μου. Μπορεί να είναι όλα γραμμένα σε χαμηλό τόνο και κατ' οικονομίαν, να μην παρουσιάζουν αφηγηματικές αστοχίες και να κινούν με ευχέρεια και γρήγορα την πλοκή, αλλά απουσιάζει, τόσο από τη σύλληψη όσο και από την εκτέλεσή τους, το αναγκαίο αφαιρετικό βάθος. Μπορεί η Καστρινάκη να επιζητεί, όπως το είδαμε και προεισαγωγικά, την ελλειπτική αναστολή τής ροής του καθημερινού χρόνου, αλλά τα μέσα της δείχνουν με κάποιον τρόπο να την προδίδουν ή, εν πάση περιπτώσει, να μην την παρακολουθούν με τον κατάλληλο ρυθμό. Εκεί όπου χρειάζεται ο υπαινιγμός ή το νεύμα, έρχεται η ρητή διαπραγμάτευση. Εκεί όπου περιμένουμε μιαν αόριστη χειρονομία ή ένα ελαφρό παραπάτημα, ακούγεται το εν παρατάξει βήμα. Και εκεί, τέλος, όπου ταιριάζουν η εικασία, η αμφιλογία και η εκκρεμότητα, εμφανίζεται η αναλυτική (ασφυκτική στην επαγωγική της οργάνωση) βεβαιότητα. Για να το διατυπώσω συμπερασματικά: εκεί όπου απαιτούνται υπερβάσεις, αποκλίσεις και διαφυγές, προσφέρονται μόνο στέρεες, σίγουρες και οριστικές λύσεις.

Νομίζω ότι το βασικό πρόβλημα στις Εκδοχές της Πηνελόπης είναι η έντονη διάσταση που δημιουργείται μεταξύ των θεωρητικών σκοπών της Καστρινάκη και της πραγματικής (ή μάλλον της ενδιάθετης) φύσης του λόγου της. Όπως και να το κάνουμε, η ορθολογική αγωγή και σκέψη δεν γίνεται να συνομιλήσουν με τη γλώσσα του επιμελώς κρυμμένου, αλλά άσβεστου συναισθήματος, ούτε και να αναπνεύσουν στην ατμόσφαιρα του αδέσποτου συνειρμού και του αιφνιδιαστικού μνημονικού θραύσματος. Πρόκειται για μιαν αντίφαση εν όροις, που πολύ δύσκολα, από όποια πλευρά και αν το εξετάσουμε, υποχωρεί και θεραπεύεται.

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 07/06/2002




ΚΡΙΤΙΚΗ



Για τον κοινωνικό τύπο του διανοουμένου έχουν γραφεί και εξακολουθούν να γράφονται πλείστα όσα, σχολιάζοντας με κάθε ευκαιρία τόσο τις βαρύνουσες απόψεις του όσο και τη σιωπή του. Όπως και αν αναφέρονται, τεχνίτες του πνεύματος στον Μεσαίωνα, λόγιοι στην Αναγέννηση και ως τον 19ο αιώνα, διανοούμενοι στον 20ό, τους περιβάλλει μια αύρα γοητείας. Ανεξάντλητα για τους μελετητές παραμένουν θέματα όπως οι διανοούμενοι και η εξουσία ή οι διανοούμενοι και το εργατικό κίνημα. Ακόμη και η καθημερινότητά τους έχει απασχολήσει, ως και τα ήθη και οι τρόποι ψυχαγωγίας τους. Παρ' όλα αυτά, ελάχιστα φαίνεται να έχουν προβληματίσει οι σχέσεις των διανοουμένων με το άλλο φύλο. Πιο συγκεκριμένα, καθώς η παράδοση αιώνων θέλει τον κατ' εξοχήν διανοούμενο γένους αρσενικού, πενιχρά έχει διερευνηθεί η αντιμετώπιση των διανοουμένων από τις γυναίκες και ιδίως από τις συντρόφους τους.

Ξαναδιαβάζοντας το μελέτημα Οι διανοούμενοι στο Μεσαίωνα του Ζακ Λε Γκοφ (εκδόσεις Κέδρος, 2002) συναντούμε έναν πρώτο διανοούμενο που βρέθηκε αναγκασμένος να επιλέξει ανάμεσα στο στοχαστικό έργο του και στη συμβίωση με μια γυναίκα: τον φιλόδοξο Αβελάρδο και την ιστορία του έρωτά του με μια νεαρή μαθήτριά του, την Ελοΐζα, που είχε το γνωστό τραγικό τέλος. Ομολογουμένως, η Ελοΐζα, που «άξιζε τουλάχιστον μια ντουζίνα Αβελάρδους», κατά την εκτίμηση του μελετητή Ετιέν Ζιλσόν, ο οποίος και αφιέρωσε ένα ολόκληρο σύγγραμμα στο περιώνυμο ζεύγος (εκδόσεις Αρμός, 1998), αντιμετώπισε το δίλημμα του Αβελάρδου με μεγάλη κατανόηση. Πόσες όμως σύγχρονες Ελοΐζες θα δέχονταν να θυσιαστούν, ώστε να μη σταθούν εμπόδιο στη σταδιοδρομία του διανοητή συντρόφου τους;

Ως μελετήτρια η Αγγέλα Καστρινάκη θα μπορούσε να καταπιαστεί με την ερωτική ζωή των διανοουμένων, όπως αυτή έχει αποτυπωθεί στη νεοελληνική λογοτεχνία και ως ενδεδειγμένη συνέχεια στη διδακτορική διατριβή της που ιχνηλατούσε «τις περιπέτειες της νεότητας» στην αφηγηματική πεζογραφία μας (εκδόσεις Καστανιώτη, 1995). Προσώρας πάντως αρκείται να εμπλουτίζει η ίδια με τους προβληματισμούς της το λογοτεχνικό σώμα. Σε ένα χαρίεν διήγημα με τίτλο Ανορθόγραφος έρωτας σκιαγραφεί τον συνήθη τύπο του διανοουμένου, τουλάχιστον στις ημέρες μας. Μονόχνοτος, λεπτολόγος ως και σχολαστικός, βαριέται τις μετακινήσεις, απεχθάνεται τις τρυφερές διαχύσεις, είναι ωστόσο ψηλός, αδύνατος, με βαθιές ρυτίδες και προπαντός άψογος χρήστης της γλώσσας. Ταυτόχρονα η αφήγηση αποδίδει με παραστατικότητα τα αισθήματα δύο γυναικών υψηλού μορφωτικού επιπέδου, που τους έλαχαν σύντροφοι διανοούμενοι. Η πρώτη τον αντικαθιστά με έναν καλόβολο αγρότη και βρίσκει την ευτυχία. Αν και συνεχίζει τις συναρπαστικές επαφές με διανοουμένους σε φιλικό και επαγγελματικό επίπεδο. Όσο για τη δεύτερη, την αφηγήτρια, παραμένει με τον διανοούμενο σύζυγο, φαντασιώνει ωστόσο την παχουλή αγκαλιά ενός «μπούλη», που ένας διανοούμενος αδυνατεί να προσφέρει.

Πέραν του εν λόγω μάλλον χιουμοριστικού διηγήματος, στην πρόσφατη συλλογή υπάρχει μια ομάδα πέντε διηγημάτων, η οποία και έδωσε τον τίτλο στο βιβλίο, σε μια προσπάθεια να τονιστεί η ενότητα ή έστω ο σπονδυλωτός χαρακτήρας του. Υποτίθεται λοιπόν πως πρόκειται για διαφορετικές εκδοχές της παροιμιώδους για τη συζυγική πίστη της Πηνελόπης. Δυστυχώς εμείς δεν αναγνωρίσαμε στις ιστορίες καμία Πηνελόπη, καθώς οι παραδοσιακοί ρόλοι έχουν άρδην αντιστραφεί. Αντί ενός Οδυσσέα, στα περισσότερα διηγήματα υπάρχει ο ανεκτικός σύντροφος ή και σύζυγος, υπομονετικός και συνετός, ενώ η αφηγήτρια, που κατά κανόνα ταυτίζεται με την κεντρική ηρωίδα, είναι μια αντιπροσωπευτική, θα λέγαμε, διανοούμενη της μεταφεμινιστικής εποχής. Αν και «μια γυναίκα δεν είναι ποτέ εντελώς διανοούμενη», όπως αποφθέγγεται μια ηρωίδα της Αγγέλας Καστρινάκη.

Ανέμελες οι ηρωίδες της ενδίδουν στην πρόσκαιρη ερωτική έλξη ενός φλερτ, διασκεδάζοντας με την αμφισημία των καταστάσεων. Εγκεφαλικές στις προσεγγίσεις τους, καταγράφουν την παραμικρή κίνηση ή και λόγο του άλλου, ανιχνεύοντας ή και αποδίδοντάς του προθέσεις. Ενθουσιάζονται με το ενδιαφέρον ενός άντρα, για να τον απομυθοποιήσουν στη συνέχεια τάχιστα διυλίζοντάς τον. Τις απωθεί η αφοσίωση ενός Τριστάνου, όπως αναπτύσσει μετά γλαφυρότητας το ομότιτλο διήγημα. Αξιοθαύμαστες στην αυτάρκειά τους, τοποθετούν πάνω από την ερωτική τέρψη τη βολή τους. Επισημαίνοντας εύστοχα η Ελ. Κοτζιά τον αναλυτικό λόγο της αφηγήτριας συμπεραίνει την έλλειψη βιωματικού φορτίου. Μήπως όμως πρόκειται ακριβώς για τη δύσκαμπτη συλλογιστική που σκοτώνει τις παρορμήσεις διά της αναλύσεως, χαρακτηριστική της εσωστρεφούς διανοούμενης που η συγγραφέας θέλει να αποτυπώσει; Αποκαλυπτικό το διήγημα Μνηστηροφονία που έχει ως θέμα, όπως δηλώνει και ο τίτλος του, δάνειος από την κατά Μαρωνίτη Οδύσσεια, τον φόνο του μνηστήρα. Μόνο που αυτός δεν τελείται από έναν Οδυσσέα αλλά από μια θελκτική Πηνελόπη που απαλλάσσεται από τον σύντροφό της μετά την εκπλήρωση του προορισμού του. Πιθανώς θέλοντας να δείξει η συγγραφέας, σε ένα συμβολικό επίπεδο, πως τα σύγχρονα ήθη έχουν πανάρχαιες ρίζες.

Θα μπορούσε να παρατηρήσει κανείς ότι το θεματικό άνοιγμα των 33 συνολικά διηγημάτων (μοιρασμένα σε τέσσερα βιβλία) της Αγγέλας Καστρινάκη είναι περιορισμένο. Τους ήρωές της ή μάλλον τις ηρωίδες της δεν τις απασχολεί τίποτε άλλο πέραν των ερωτικών τους σχέσεων. Παρεμπιπτόντως μόνο εκφράζουν και κάποιες οικολογικές ανησυχίες. Ούτε αγωνίες επιβίωσης ούτε υπαρξιακά άγχη. Ωστόσο με τις λεπτές αποχρώσεις στις ψυχολογικές διαθέσεις και ισορροπίες που συλλαμβάνουν αποκτούν τη χάρη ακουαρέλας ειδυλλιακών καταστάσεων μικροπειρασμών και μικροενοχών. Ευθύς εξαρχής, καίτοι θεωρητικός, η Αγγέλα Καστρινάκη δεν πειραματίζεται με τους αφηγηματικούς τρόπους της, οπωσδήποτε όμως ωριμάζει. Ευπρόσδεκτη διαφοροποίηση στα πρόσφατα διηγήματα οι ειρωνικές νύξεις που προστίθενται ως δεύτερες, συνήθως ανατρεπτικές, σκέψεις ή και παρατηρήσεις. Κατά τα άλλα, επειδή οι νεότεροι συγγραφείς -ένας Θεός ξέρει γιατί- επείγονται να εκδώσουν βιβλίο, η συλλογή συμπληρώνεται με όσα δημοσιευμένα διηγήματα υπάρχουν στο συρτάρι, χωρίς την πολυτέλεια της επιλογής.

ΜΑΡΗ ΘΕΟΔΟΣΟΠΟΥΛΟΥ, ΤΟ ΒΗΜΑ , 30-06-2002

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!