Το μάθημα μουσικής

113663
Συγγραφέας: Γουέμπερ, Κάθριν
Εκδόσεις: Κέδρος
Σελίδες:215
Μεταφραστής:ΣΙΔΗΡΟΠΟΥΛΟΥ ΜΑΡΙΑ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/12/2000
ISBN:9789600417531


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή

Η Πατρίτσια δεν είναι απλώς μια ιστορικός τέχνης. Η τέχνη είναι όλη η ζωή της. Με πρόσχημα την τέχνη, ένας μακρινός της εξάδελφος, ο Μάικλ, θα την κάνει να τον ερωτευτεί. Ο έρωτας είναι κεραυνοβόλος. Ο Μάικλ την εμπλέκει με παρακλάδι του ΙΡΑ στην κλοπή ενός πίνακα του Βερμέερ με τίτλο: «Το μάθημα μουσικής», για να αποσπάσει υπέρογκα λύτρα από την αγγλική κυβέρνηση... Βυθίζεται στα ταραγμένα πάθη της ιρλανδέζικης κληρονομιάς της... Τώρα, σε ένα μικρό αγρόκτημα της Ιρλανδίας βυθίζει το βλέμμα της συνεχώς στον υπέροχο πίνακα και συνειδητοποιεί σιγά σιγά όλα όσα είναι κρυμμένα κάτω από την επιφάνεια της ζωής της.





ΚΡΙΤΙΚΗ



«Κάθισα καμιά ώρα με τον πίνακα ώς τώρα. Αναρωτιόμουν τι το ιδιαίτερο έχουν οι σκηνές εσωτερικών χώρων των Ολλανδών ζωγράφων και με γοήτευαν από μικρή: την αίσθηση της σιγουριάς και της ασφάλειας, την ακρίβεια, τη λεπτομέρεια, την προσήλωση στην τάξη, την αποθέωση της καθημερινότητας. Αυτό που ο Καρτιέ Μπρεσόν ονόμασε η απόφαση της στιγμής. Υπάρχει η αίσθηση ότι ένας πίνακας μπορεί να εμπεριέχει γνώση, πληροφορίες, υπέροχες πληροφορίες. Κι ο Βερμέερ δεν περιοριζόταν ποτέ μόνο στο περιθώριο. Ηθελε να συλλάβει ό,τι ήταν ορατό -τις αποχρώσεις, όχι μόνο τα επιφαινόμενα, αλλά τα τεκταινόμενα σε έναν πίνακα. Ζωγράφισε το θάμπος, τη σφήνα του φωτός στις παρυφές του οπτικού πεδίου μας, όχι μόνο το αντικείμενο που κοιτάζουμε. Ζωγράφιζε τον τρόπο που βλέπουμε, όχι απλώς αυτό που βλέπουμε...».

Αυτό είναι ένα δείγμα γραφής της Αμερικανίδας πεζογράφου Κάθριν Γουέμπερ από το ενδιαφέρον μυθιστόρημά της «Το μάθημα μουσικής». Η επιλογή της φράσης έγινε με βάση το συνολικό πνεύμα που διατρέχει το συγκεκριμένο βιβλίο και αφορά την, κατά Γουέμπερ, σχέση του βλέμματός μας με την τέχνη και την πραγματικότητα.

Η Γουέμπερ διδάσκει δημιουργική γραφή στο Πανεπιστήμιο του Γέιλ. Το γεγονός επισημαίνεται επειδή μας προδιαθέτει αρνητικά: με δεδομένο ότι το «Μάθημα...» προτείνει μια πολύ απλή μορφή (στα όρια των μπεστ σέλερ αναγνωσμάτων), ο υποψιασμένος αναγνώστης μπαίνει στον πειρασμό να υποψιαστεί -και πολύ δικαιολογημένα αρχικά- πίσω από την κατασκευή του κειμένου ένα είδος συνταγής, «ραφές» που ενώνουν τα δάνεια τμήματα από καταναλωτικά προϊόντα του συρμού. Διότι ακόμα και από τη mainstream λογοτεχνία και το ανάλογο σινεμά έχουμε ήδη «προσλαμβάνουσες» από τα θεματικά μοτίβα που συνθέτουν το μυθιστόρημα καθώς και από τα εκφραστικά μέσα του «οπλισμού» της Γουέμπερ. Ομως, μετά τις πρώτες επιφυλάξεις, μπορεί κανείς να αναγνωρίσει στην τελευταία αν όχι χαρακτηριστικά σημαίνουσας συγγραφέως, τουλάχιστον την ικανότητα να κατακτά ευπρόσωπα τους στόχους της. Να δημιουργεί τον προσωπικό της κόσμο και να συνομιλεί με ενδιαφέρουσες διανοητικές πλευρές του πάντα ανοιχτού θέματος της ζωής των μορφών (καλλιτεχνικών και πραγματικών).

Η Αμερικανίδα συγγραφέας, κάπου στις σελίδες της, παραθέτει μια βαρύνουσα παρατήρηση του Βάλτερ Μπένζαμιν για τον, διαφοροποιημένο στην εποχή μας εν σχέσει προς το παρελθόν, τρόπο που αντιμετώπισε ο άνθρωπος τα αντικείμενα τέχνης. Μιλώντας γι' αυτά ο γνωστός φιλοσόφος έλεγε, πολύ ορθά, ότι στην αυγή της καλλιτεχνικής δημιουργίας τα αντιμετωπίζαμε ως τελετουργικά όργανα, μας ενδιέφερε η ύπαρξή τους, ενώ σήμερα απλώς τα εκθέτουμε.

Μέσα απ' αυτή την παρεξήγηση, ας την πούμε έτσι, η Γουέμπερ νετάρει το φακό της προς το θέμα της: η ηρωίδα της, Πατρίτσια Ντόλαν, μια σαραντάχρονη γυναίκα, είναι ιστορικός τέχνης ιρλανδικής καταγωγής και ζει στη Νέα Υόρκη. Η μητέρα της έχει πεθάνει και ο πατέρας της, αστυνομικός στο επάγγελμα, που την έχει μεγαλώσει, είναι ένας Ιρλανδός με βαθιά συνείδηση της καταγωγής του: στοιχείο το οποίο έχει μεταδώσει έντονα στην κόρη του.

Η Πατρίτσια προσπαθεί να επουλώσει το τραύμα της απώλειας της μικρής της κόρης Κέιτι, που έπεσε θύμα τροχαίου, και του επακόλουθου χωρισμού της από το σύζυγό της Πίτερ. Τη βρίσκουμε βυθισμένη σε μια άλλη ζωή, φαντασιακή πλέον: εκείνη στην οποία την ωθούν οι ζωγραφικοί πίνακες. Αυτό το δικό της κόσμο προσπαθεί να προσεγγίσει, εννοώντας τον όχι μόνο ως μια άλλη πραγματικότητα αλλά ως την ίδια την πραγματικότητα. Στο μότο του παρόντος σημειώματος φαίνεται καθαρά, πιστεύω, η άποψη της ηρωίδας επ' αυτού: η αναπαράσταση της ζωής π.χ. από τους Ολλανδούς ζωγράφους δεν προσφέρει στο βλέμμα απλώς μια αναπαραγωγή αλλά το καθοδηγεί στο εσωτερικό ενός αόρατου και, όμως, τόσο απτού σπασμού ζωής. Η ανασύνθεση αυτού του συντελεστή, που ονομάζουμε, τέλος πάντων, «αληθινό», υπάρχει στους συγκεκριμένους πίνακες ως μια αποθέωση της «απόφασης της στιγμής»: δηλαδή, τα έργα διαθέτουν την υπέροχη αποκρυστάλλωση μιας κίνησης χρονικής και ψυχικής, διαχυμένης παράξενα στην ατμόσφαιρα. Οι ζωγράφοι αυτοί, μοιάζει να μας λέει η Γουέμπερ, κλίνουν προς την πλευρά της ζωής με έναν τρόπο καθημερινής θριαμβικότητας. Τους πίνακες υποστηρίζει μια αύρα υλικότητας, αποτυπωμένη, όμως, ως σφραγίδα μιας ανεξίτηλης πνευματικότητας. Ας θυμηθούμε, μέσα από το συγκεκριμένο πρίσμα, όπως το θέλει και η Γουέμπερ, τον αγαπημένο πίνακα του προυστικού Σουάν, την «Αποψη του Ντελφτ»: του «αθόρυβου παρατηρητή» της καθημερινότητας, Ολλανδού ζωγράφου Γιαν Βερμέερ (1632-1675). Ενα, επινοημένο από τη συγγραφέα, έργο του τελευταίου, το «Μάθημα μουσικής», που αναπαριστά, δήθεν, με εκπληκτική εκφραστική ακρίβεια, το εσωτερικό ενός σπιτιού της αναγεννησιακής Ολλανδίας και μία ανθρώπινη τριάδα κατά την εκτέλεση μουσικού κομματιού, γίνεται το συμβολικό αντικείμενο του μύθου. Την Πατρίτσια κεντρίζει η φιγούρα της γυναίκας που ετοιμάζεται να παίξει φλάουτο και λειτουργεί υπόγεια στη συνείδησή της σαν μια παράξενη μορφή, μοιρασμένη μεταξύ δύο κόσμων, έναν από τους οποίους η ηρωίδα πρέπει στην εξέλιξη να διαλέξει. 'Η μήπως, σκέπτεται η Πατρίτσια, η γυναίκα του πίνακα υποδεικνύει έναν και μόνον κόσμο, που εναρμονίζει ζωή και καλλιτεχνική δημιουργία;

Μέσα απ' αυτή την προβληματική η Πατρίτσια θα συνταχθεί στο φινάλε της ιστορίας εναντίον της μονομέρειας της υλιστικής ιδεολογίας του εραστή της, «τρομοκράτη» Μάικ.

Την ιστορία εκθέτει πρωτοπρόσωπα η Πατρίτσια μέσα από το ημερολόγιό της, το οποίο κρατάει σε ένα χωριό της Ιρλανδίας, στον τόπο καταγωγής της: εκεί έχει γυρίσει για λόγους που μαθαίνουμε καθώς προχωρεί η αφήγηση μέσα από την εξομολόγηση της ηρωίδας. Η αφηγήτρια ανατρέχει στο πρόσφατο παρελθόν της και θυμάται την αρχή της περιπέτειάς της, η οποία την ανάγκασε να επιστρέψει και σωματικά στον γενέθλιο τόπο. Αφορμή το «Μάθημα μουσικής» και ο έρωτάς της για τον μακρινό και πολύ μικρότερό της εξάδελφο Μάικ Ο' Ντρίσκολ: ο τελευταίος, μέλος ενός τμήματος του ΙΡΑ, θα την πείσει να πάρει μέρος στην κλοπή του πίνακα (με σκοπό τα λύτρα), που ανήκει στη βασιλική αγγλική οικογένεια, και εκτίθεται για λίγο δημόσια. Η Πατρίτσια με τις γνώσεις της θα βοηθήσει στην αντικατάσταση του πίνακα με έναν ψευδεπίγραφο και θα κουβαλήσει το πρωτότυπο στον πατρικό της τόπο, στην Ιρλανδία, σύμφωνα με τα σχέδια της οργάνωσης. Περιμένοντας τον Μάικ αναβαπτίζεται στην ατμόσφαιρα της «πατρίδας» αλλά με το δικό της φαντασιακό τρόπο και όχι σύμφωνα με τις στεγνές αντιλήψεις των εξτρεμιστών συμπατριωτών της.

Η Γουέμπερ αναπλάθει με εικαστικότητα το ιρλανδέζικο τοπίο και τις σκηνές ζωής μέσα σ' αυτό τον «αληθινό» πίνακα: η αναπαράσταση της λογοτεχνίας διασταυρώνεται με την ανάλογη οπτική, ζωγραφική ανασύνθεση του κόσμου. Οι κάτοικοι και η φύση γύρω από την Πατρίτσια δρουν και υπάρχουν μέσα από την πολύτιμη μυθολογία ενός μαγικού σκηνικού, το οποίο προσβάλλουν οι πολιτικές αποφάσεις των εθνικιστών, ευκαιριακών φίλων της ηρωίδας: αυτοί οι τελευταίοι δεν θα διστάσουν να εκτελέσουν τη γραφική, ηλικιωμένη γειτόνισσα της Πατρίτσια, τη Μέρι Κάριου, η οποία έχει αντιληφθεί τον κρυμμένο πίνακα.

Με το «Μάθημα μουσικής» και με τα όσα συμβαίνουν η Πατρίτσια αλλάζει. Μπορεί πλέον να αναγνώσει το περιεχόμενο του έργου ως δικό της «μάθημα». Εχει αντιληφθεί λυτρωμένη το υπόγειο ρεύμα που συνδέει τον πεποιημένο(;) κόσμο της Τέχνης με την αληθινή ζωή. 'Η μάλλον καταλαμβάνεται τελικά από την αίσθηση μιας πληρότητας, που εκπέμπει η εκκρεμής χειρονομία της καλλιτεχνικής έκφρασης προς έναν κόσμο αόρατο πλην ηθικά νοητό: «...Δεν θα γνωρίσω ποτέ αυτή τη γυναίκα», γράφει, «δεν θα μάθω ποτέ το όνομα της ή το κομμάτι που πρόκειται να παίξει. Δεν ξέρω τι φαγητά της αρέσουν, αν έχει παιδιά. Παραμένει σιωπηλή. Αλλά έχω αντιληφθεί τι αντιπροσωπεύει. Και της είμαι ευγνώμων για το μάθημα, για όσα μου δίδαξε για την ακεραιότητα και τη συνέπεια. Μέσω αυτής γνώρισα τον εαυτό μου και κατάλαβα καλύτερα τον κόσμο. Πρέπει να βρω τρόπους να ζήσω στα δικά μου δωμάτια. Εχω αρχίσει να διακρίνω τα προτερήματα και τις αδυναμίες μου. Και μερικά προτερήματά μου, όπως αποδείχτηκε, ήταν αδυναμίες μου...».

Η ρήξη της Πατρίτσια με τον εραστή της και την ιδεολογία του είναι το επόμενο, φυσικό της βήμα. Εν τω μεταξύ η επιχείρηση με τον πίνακα αποτυγχάνει, διότι το παλάτι κρύβει την κλοπή και αναρτά στη θέση του κλεμμένου έργου ένα αντίγραφο. Ο ΙΡΑ τότε αποφασίζει να κάψει το πρωτότυπο και να βιντεοσκοπήσει την πράξη, σε μια επίδειξη ισχύος.

Η Πατρίτσια, όμως, έχει αντικαταστήσει το γνήσιο «Μάθημα...» με ένα πλαστό πριν από την καύση. Ακολούθως με μια τελευταία, συμβολική χειρονομία, «αφιερώνει» κρυφά, ως ανάθημα, τον αληθινό πίνακα στον τάφο της νεκρής φίλης της, Μέρι Κάριου, σφραγίζοντας έτσι την «έξοδό» της από την περιπέτεια που της χάρισε μια ήρεμη αυτογνωσία.

Η μεταφραστική «ομάδα» υπό την κ. Μαρία Σιδηροπούλου, που την καθοδήγησε, εργάστηκε με συνέπεια και φαντασία. Μετέφερε στα καθ' ημάς το λιτό και υποψιασμένο ύφος της Γουέμπερ, επιτρέποντας να φανούν οι αποχρώσεις των σημαινόντων ενός κειμένου το οποίο «αφηγείται» πολύ περισσότερα απ' όσα εκθέτει σε πρώτο επίπεδο.



ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 25/05/2001

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!