Η σιωπή των κομμουνιστών ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ

10.00
Τιμή Πρωτοπορίας
+
411686
Συγγραφέας: Μαφάι, Μύριαμ
Εκδόσεις: Φιλίστωρ
Σελίδες:172
Μεταφραστής:ΣΟΛΑΡΟ ΑΝΤΟΝΙΟ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/12/2002
ISBN:2229603690687

Περιγραφή


[...] Στο σύνολό του, το βιβλίο «Η σιωπή των κομμουνιστών», είναι μια ανατομία της βαθιάς κρίσης που περνά στη γειτονική μας Ιταλία η αριστερά. Ταυτόχρονα μπορεί να ανοίξει στους κόλπους του ελληνικού προοδευτικού κινήματος έναν διάλογο όμοιο με εκείνον που είχε την πρωτοβουλία να προκαλέσει ο Βιτόριο Φόα.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Η «σιωπή των κομμουνιστών» αποτελείται από μια ανταλλαγή επιστολών μεταξύ τριών σημαντικών στελεχών της ιταλικής αριστεράς, στο επίκεντρο των οποίων τίθενται ερωτήματα για τις αιτίες της ήττας της από τον «μπερλοσκουνισμό» και της αδυναμίας της να ερμηνεύσει τις μεταβολές του σύγχρονου γίγνεσθαι. Μετά τη νίκη του Μπερλουσκόνι, ο Vittorio Foa, ηγετικό στέλεχος των αριστερών σοσιαλιστών, ο οποίος διατηρούσε άριστες σχέσεις με τους ιταλούς κομμουνιστές, απηύθυνε μια επιστολή προς τη Miriam Mafai, στέλεχος του ΙΚΚ και δημοσιογράφο της κεντροαριστερής εφημερίδας «La Rebublica», και τον Alfredo Reichlin, ηγετικό στέλεχος του ΙΚΚ, άμεσου συνεργάτη του Τολιάτι και πρώην διευθυντή της «Unita». Στην αρχική επιστολή του ο Foa θέτει ερωτήματα που επιδιώκουν να προωθήσουν τη συζήτηση για τη σχέση του ιταλικού κομμουνιστικού κινήματος, αλλά και της ιταλικής αριστεράς, με την πολιτική εξουσία, τις επαναστατικές ανατροπές, τη δημοκρατία και τις κοινωνικές ανισότητες.

Ο Foa καλεί τους συνομιλητές του να αναρωτηθούν για θέματα που άπτονται του αρνητικού ρόλου που άσκησε η επιρροή της Σοβιετικής Ένωσης στην κατανόηση της ιταλικής πραγματικότητας και στην καθιέρωση του ΙΚΚ ως εθνικού κόμματος. Ο διάλογος όμως καλείται να θίξει και ζητήματα που αφορούν την προβληματική σχέση των κομμουνιστών όσον αφορά τις ισορροπίες μεταξύ μιας συνεπούς αντιπολιτευτικής στάσης και της δημιουργίας μιας κυβερνητικής κουλτούρας. Πρωτίστως όμως τους καλεί να αναρωτηθούν για τις δυνατότητες δημιουργίας ενός σύγχρονου ρεφορμιστικού ρεύματος που θα συνενώνει σε κυβερνητική προοπτική τις συνολικές δυνάμεις της δημοκρατικής αριστεράς. Σε τελική ανάλυση οι επιλογές της αριστεράς κατά τον Foa κινούνται «ανάμεσα σ' έναν κόσμο δυνατοτήτων κι έναν κόσμο χρεοκοπιών».



Σιωπή αντί για ειλικρίνεια



Αν η επιλογή του κόσμου των δυνατοτήτων φαίνεται αυτονόητη, δεν είναι αυτονόητη και η απάντηση για τις αιτίες που, παρά όλες τις προθέσεις, αυτή η επιλογή δείχνει σήμερα όλο και πιο απόμακρη. Προκαλεί απορίες πώς ηττήθηκε το ΙΚΚ, το οποίο στις αρχές της δεκαετίας του '90 με την αλλαγή του ονόματος -την οποία επιδοκιμάζουν και οι τρεις συνομιλητές- έδειχνε να είναι σε θέση να «υπερβεί» τα φράγματα του ιταλικού πολιτικού συστήματος, που το ήθελε ικανή δύναμη αντιπολίτευσης, αλλά όχι και ικανό πόλο μιας εναλλακτικής πρότασης κυβερνητικής εξουσίας. Κοινή διαπίστωση είναι πως το ΙΚΚ σιώπησε, αντί να αποσαφηνίσει με ειλικρίνεια και χωρίς υποκρισία τους λόγους αυτής της αλλαγής. Αυτή η σιωπή δεν οφείλεται στο φόβο για το παρελθόν αλλά στην αμηχανία που γεννιέται από το παρόν. Πιστεύω πως αυτή η αμηχανία ερμηνείας του σύγχρονου κόσμου με τα εργαλεία μιας μονοταξικού προσανατολισμού κοσμοθεωρίας οφείλεται στο χαρακτήρα κάθε μονιστικής θεώρησης -είτε φιλοσοφικού είτε πολιτικού είτε και θεολογικού χαρακτήρα-, η οποία όχι μόνο οδηγεί σε αδυναμία σύλληψης του πραγματικού κόσμου, αλλά κι εμπεριέχει τα σπέρματα του ολοκληρωτισμού. Ο κάθε μονισμός δεν είναι απλώς το αντίθετο της πλουραλιστικής θεώρησης, αλλά και ο εχθρός της ελεύθερης σκέψης.

Οι συνομιλητές συμφωνούν πως η ειλικρινής θέληση του Τολιάτι για τη δημιουργία μιας δημοκρατικής εναλλακτικής κυβερνητικής πρότασης με έμφαση στις δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις σκόνταψε σε δύο εμπόδια. Το πρώτο συνδέεται με την παραδοχή πως «ο κομμουνισμός είναι ασυμβίβαστος με την ελευθερία». Η Mafai με αποφασιστικότητα υποστηρίζει πως «το όνειρο που εμψύχωσε εκατομμύρια ανθρώπους στον 20ό αιώνα ήταν ένα ανελεύθερο όνειρο». Είναι καιρός πιστεύω να αποδεχτεί η αριστερά ανοικτά και χωρίς υπεκφυγές αυτή την άποψη. Το δεύτερο εμπόδιο είναι η απουσία από τη θεωρητική βιβλιοθήκη της αριστεράς του βιβλίου της ερμηνείας των ιστορικών μεταβολών (η κριτική στην ουσία χρήση της μαρξιστικής μεθοδολογίας). Η εμπιστοσύνη στην ΕΣΣΔ ήταν ένα εμπόδιο που δεν ξεπεράστηκε ούτε από τη θέση του Μπερλίνγκουερ για την «εξάντληση της παρορμητικής ώθησης της Οχτωβριανής επανάστασης» ούτε από την αλλαγή του ονόματος, γιατί όλα αυτά δεν έθιγαν τη ρίζα των πραγμάτων, που είναι ο ολοκληρωτικός χαρακτήρας του κάθε μονιστικού -όπως είναι ο κομμουνισμός- προτάγματος.



Μονοσήμαντες εγκλήσεις



Η ιταλική αριστερά μετά το 1990 ανήλθε στην εξουσία, αλλά δεν κατανόησε τους βαθύτερους κοινωνικούς μετασχηματισμούς που μετατρέπουν τα σύγχρονα κόμματα σε υποσυστήματα της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας, στο πλαίσιο της οποίας μειώνονται οι εξουσίες της πολιτικής, αλλά και η σχετική αυτονομία των εθνικών οικονομικών πολιτικών. Αυτό το περιβάλλον δεν ευνοεί τις μονοσήμαντες ταξικές εγκλήσεις, είτε αυτές επικαλούνται την εργατική τάξη, όπως έκανε το κομμουνιστικό κίνημα, είτε επικαλούνται κάποιον ασπόνδυλο μεσαίο ή κεντρώο χώρο (ο οποίος παρεμπιπτόντως και λόγω της ασταθούς κοινωνικής θέσης του είναι πιο ευεπίφορος στα κελεύσματα του ρατσισμού και της ξενοφοβίας παρά σε αυτά της αριστεράς). Ο Reichlin υποστηρίζει πως ό,τι πέτυχε το ΙΚΚ το οφείλει στο γεγονός πως άσκησε μια αντιπολιτευτική πολιτική όχι ως εκπρόσωπος μιας τάξης, αλλά ως εκπρόσωπος των πολιτών ενός κράτους -έθνους.

Η προβληματική που αναπτύσσουν οι τρεις συνομιλητές καλεί την αριστερά των ευρωπαϊκών χωρών να κάνει μια κριτική ανάλυση της πραγματικότητας, σύμφωνα με την οποία η πραγματικότητα δεν οφείλει να προσαρμόζεται στην ανάλυση, αλλά το αντίθετο. Η κριτική προσέγγιση του πραγματικού καταδεικνύει πως μια σύγχρονη μεταρρυθμιστική πολιτική πρέπει να θέτει επί τάπητος το θέμα της σύγκρουσης της ισχύος (χρηματιστικές αγορές, παγκοσμιοποιημένες επιχειρήσεις, νέες αγορές μη υλικών αναγκών, πολυεθνικοί οργανισμοί) με την πολιτική εξουσία. Δεν αρκεί όμως αυτό. Χρειάζεται να γίνει κατανοητό πως η πολιτική δεν μπορεί να είναι μόνο ένα παιχνίδι εξουσίας, αλλά κι ένα μέσο γνώσης της πραγματικότητας. Αυτή η γνώση μπορεί να συμβάλει ώστε να προβάλει η αριστερά σ' ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον νέα κοινωνικά πρότυπα και νέες μορφές διακυβέρνησης ή, όπως υποστηρίζει η Mafai, «να καθοδηγεί, να διορθώνει, να «εκπολιτίζει» την παγκοσμιοποίηση.

Οι επιστολές διαποτίζονται από δόσεις μελαγχολίας και λεπτής ειρωνείας για την ανάλωση της αριστεράς σε ψευδοδιλήμματα που την καλούν να επιλέξει μεταξύ επανάστασης και μεταρρύθμισης. Συμβάλλουν όμως στο να αντιληφθούμε ότι όχι μόνον η επανάσταση δεν μπορεί να είναι στόχος της σύγχρονης αριστεράς, αλλά, αντιθέτως, η αριστερά διαμορφώνεται από την επανάσταση. Αυτή η επανάσταση, όμως, δεν έχει καμία σχέση με την αναμονή της ώρας Χ, αλλά αποτελεί μια διαρκή πορεία προς την «προοδευτική δημοκρατία» και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση μέσα από τη συγκρότηση ενός μεταρρυθμιστικού πόλου.

Από την αριστερά δεν πρέπει να διαφεύγει το γεγονός πως η αγορά δεν είναι (όπως υποστηρίζει η εξίσου ολοκληρωτικού χαρακτήρα «ενιαία σκέψη») συνώνυμο της ελευθερίας. Η απουσία της αγοράς όμως οδηγεί στην ανελευθερία. Αυτά είναι δύο πράγματα που δεν πρέπει να συγχέονται. Σφάλμα στο οποίο υποπίπτει η λεγόμενη ριζοσπαστική αριστερά που αντιμάχεται την παγκοσμιοποίηση. Ο Foa προσγειώνει αυτές τις άναρχες πτήσεις τονίζοντας πως «η παγκοσμιοποιημένη κοινωνία προσφέρει ερεθιστικές καινοτομίες, αλλά και μια τρομακτική μονοπωλιακή εξουσία». Καθήκον της αριστεράς είναι να εκμεταλλευτεί τις πρώτες και να αντιπαλέψει τη δεύτερη. Το δίλημμα για την αριστερά, σύμφωνα με τον Reichlin, δεν είναι επανάσταση ή μεταρρύθμιση ή, αλλιώς, με ελληνική ορολογία, εκπρόσωπος των κοινωνικά αποκλεισμένων ή των μεσαίων στρωμάτων, αλλά «η απόκτηση μιας νέας σκέψης και μιας νέας ενόρασης», που θα στοχεύει στην υπεράσπιση της δημιουργικής κοινωνίας, θα πρόσθετα.

Μια ανάλογη συζήτηση για τις δυσκολίες διαμόρφωσης ενός σοσιαλδημοκρατικού πόλου θα ήταν ευπρόσδεκτη και στη χώρα μας. Αναζητούνται προϋποθέσεις και εθελοντές γι' αυτή τη συζήτηση. Το βιβλίο αυτό πάντως αποτελεί όχι μόνο πρότυπο αντιδογματισμού αλλά και πρότυπο δημοκρατικού διαλόγου. Ευελπιστώ να διαβαστεί με τον ίδιο τρόπο. Σε εποχές που τέτοιου είδους συζητήσεις θεωρούνται παλαιομοδίτικες, εκδοτικά εγχειρήματα που μας βοηθούν να καταλάβουμε τι σημαίνει διάλογος είναι, όχι μόνον ευπρόσδεκτα, αλλά και συγκινητικά.

ΓΙΩΡΓΟΣ ΣΙΑΚΑΝΤΑΡΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 21/02/2003

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!