Κόκκινη κορδέλα

Ιστορικό μυθιστόρημα
Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €12.00
224200
Συγγραφέας: Donoghue, Emma
Εκδόσεις: Αλεξάνδρεια
Σελίδες:448
Μεταφραστής:ΜΟΣΧΟΠΟΥΛΟΥ ΠΟΛΥ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/06/2004
ISBN:9789602212844


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


H λέξη σλάμερκιν του 18ου αιώνα, πρωτότυπος τίτλος αυτού του μυθιστορήματος, σημαίνει χαλαρό μεσοφόρι ή γυναίκα με χαλαρά ήθη.

Γεννημένη στα κουρέλια αλλά ποθώντας τα μετάξια, η Mαίρη Σώντερς, στα δεκατρία της, είναι πολύ μικρή για να μάθει κάποια τέχνη, πολύ φτωχή κι αμόρφωτη για να γίνει γκουβερνάντα, αλλά ακριβώς στην κατάλληλη ηλικία για το αρχαιότερο επάγγελμα του κόσμου.
Δουλεύοντας στους κακόφημους δρόμους του Λονδίνου του 18ου αιώνα, απολαμβάνει την ανεξαρτησία της και τα ακριβά της γούστα. Kι όταν ένα επικίνδυνο στραβοπάτημα τη στέλνει στην επαρχία, στη συνηθισμένη ζωή μιας υπηρέτριας δίχως προσδοκίες, αρχίζει να αναρωτιέται αν η πόρνη που νοικιάζει το κορμί της είναι πιο ελεύθερη από μια «τίμια γυναίκα» δέσμια του γάμου της ή από μια γυναίκα που κρατάει ξένο νοικοκυριό, κι αν είναι καμιά απ' αυτές ελεύθερη όπως οι άντρες. Έτσι η Mαίρη θα ξαναμπεί στο εμπόριο της σάρκας, κι από κει στον κύκλο της βίας και του αίματος. Στο τέλος θα πληρώσει σκληρά τις συνέπειες, αλλά θα έχει μείνει πιστή στους τρεις κανόνες που έμαθε στο δρόμο: Ποτέ μην απαρνιέσαι την ελευθερία σου. Tα ρούχα κάνουν τη γυναίκα. Tα ρούχα είναι το μεγαλύτερο ψέμα που ειπώθηκε ποτέ.
Bασισμένο στην πραγματική ιστορία της Mαίρης Σόντερς, μιας υπηρέτριας που δολοφόνησε την κυρία της το 1763, το σκληρό και ευαίσθητο αυτό μυθιστόρημα βρίθει από ιστορικές λεπτομέρειες και ατμόσφαιρα εποχής, την ίδια στιγμή που θίγει τα πιο σύγχρονα και άλυτα προβλήματα -την πορνεία, τη δουλεία, το έγκλημα- με μια απολαυστική αφήγηση. Στο επίκεντρο βρίσκεται η εξαρτημένη γυναίκα που, δίχως μέσα και εξουσίες, μέσ' από τους περιορισμένους ρόλους που της επιφυλάσσει η κοινωνία, αγωνίζεται να επιβιώσει και να γευτεί κάτι από τη λάμψη ενός αδιάβατου κόσμου.



"Bρίσκοντας μια γλώσσα που στοιχειώνει αλλά ποτέ δεν λυγίζει κάτω από το βάρος της εποχής της, η Nτάναχου φτιάχνει από μια «ωμή και σκοτεινή ιστορία» ένα γοητευτικό μυθιστόρημα . . . και μια έξοχη ιστορική παραλλαγή του είδους "ένα κορίτσι στην πόλη".
(The Financial Times)



"Mια δυνατή και ανελέητη ιστορία στο Λονδίνο του 18ου αιώνα".
(Elle)







ΚΡΙΤΙΚΗ



Η «κόκκινη κορδέλα» είναι το τρίτο μυθιστόρημα τής Ιρλανδής Εμα Ντάναχου, η οποία τόσο στα μυθιστορήματά της όσο και στα κριτικά της δοκίμια καταγίνεται με περιπτώσεις γυναικών που θεωρήθηκαν επικίνδυνες για την εποχή τους και αποβλήθηκαν είτε λόγω του αποκλίνοντος ερωτισμού τους είτε λόγω της ανορθόδοξης δράσης τους. Ο πρωτότυπος τίτλος του βιβλίου «Σλάμερκιν» σημαίνει χαλαρό ρούχο αλλά και γυναίκα χαλαρών ηθών, και μια τέτοια γυναίκα επιλέγει η συγγραφέας ως κεντρικό χαρακτήρα, προκειμένου να «ντύσει» την ιστορία της με την ατμόσφαιρα της εποχής, να αποδώσει την υποκριτική ηθική της και το χαλαρό ιστό του κοινωνικού περίγυρου. Πρόκειται για τη Μαίρη Σόντερς, η οποία έζησε στα μέσα του δεκάτου όγδοου αιώνα κάπου στην Ουαλία και που οδηγήθηκε στην αγχόνη ή κάηκε στην πυρά την 21η Μαρτίου του 1764 σε ηλικία 16 ετών. Σύμφωνα με δημοσιεύματα της εποχής, η Μαίρη Σόντερς «επειδή της άρεσαν τα λούσα», δολοφόνησε την κυρία της με ένα χασαπομάχαιρο, με σκοπό να βάλει στο χέρι στις οικονομίες της. Το σκοτεινό πρόσωπο της υπηρέτριας ενέπνευσε τη συγγραφέα, η οποία την ανέσυρε από την «αποθήκη με τις ιστορίες», όπως η ίδια χαρακτηρίζει την Ιστορία. Αναπλάθοντας τη ζωή της επινοεί ταυτόχρονα και το χαρακτήρα της -έναν χαρακτήρα ικανό να αφαιρέσει για ευτελείς λόγους τη ζωή της αφεντικίνας της- αλλά ταυτόχρονα αποδίδει και το πνεύμα της εποχής που την εξέθρεψε. Επειτα από ενδελεχή έρευνα των τότε κοινωνικών συνθηκών και της καθημερινής διαβίωσης στήνει το σκηνικό στο οποίο ζει και κινείται η Μαίρη, αποδίδει τη σύντομη ζωή της και περιγράφει όλες τις ανατριχιαστικές λεπτομέρειες που την οδήγησαν στην κρεμάλα. Ταυτόχρονα περιγράφει και τα στοιχεία εκείνα του χαρακτήρα της που ήταν αντίθετα με αυτά που θα όφειλε να διαθέτει μια κοπέλα ταπεινής καταγωγής. Η Μαίρη τής Ντάναχου διαθέτει φιλοδοξία, ματαιοδοξία, επιμονή και φαντασία, με άλλα λόγια δεν είναι η τυπική μοιρολατρική ηρωίδα, αντιστέκεται στο «γυναικείο πεπρωμένο» και διεκδικεί περισσότερα απ' όσα της παραχωρούνται. Στην εποχή που υπήρχε δεδομένη νομοθεσία για τον τρόπο ενδυμασίας και που τα ρούχα λειτουργούσαν ως ταξικοί κώδικες, το να επιθυμεί μια γυναίκα να φορέσει χρωματιστά ρούχα ισοδυναμούσε με κάποιου είδους επαναστατική πράξη.

Η μυθιστορηματική Μαίρη Σόντερς, λοιπόν, είναι μια αντιηρωίδα, εν πρώτοις θύμα της εμμονής της για τα φανταχτερά χρώματα -την εποχή που το χρώμα στις κατώτερες τάξεις ήταν απαγορευμένο- αλλά και της διεκδίκησης της ομορφιάς και της πολυτέλειας, δηλαδή της διεκδίκησης μιας θέσης σε μια ανώτερη κοινωνική κλίμακα όταν η θέση του καθενός ήταν προδιαγεγραμμένη. Η Μαίρη είχε την «ατυχία» να γεννηθεί σ' ένα μουντό περιβάλλον όπου κυριαρχούσε η χρωματική ομοιομορφία των αποχρώσεων του καφέ, της βρώμας και της σκουριάς, και να λαχταράει τα λαμπερά έντονα χρώματα που ήταν αδύνατο να αποκτήσει ως κόρη μιας ταπεινής αλλά τίμιας μοδίστρας. Σε ηλικία μόλις δεκατριών ετών ζει στο Λονδίνο, ορφανή από πατέρα, στοιβαγμένη σε ένα άθλιο κατάλυμα με τη μητέρα της, τον πατριό της και τον ετεροθαλή αδελφό της, πρωτοαντικρίζει την κόκκινη κορδέλα περασμένη στα μαλλιά μιας πόρνης και αποφασίζει να αποκτήσει μια ίδια. Αποφασίζει επίσης πως το μέλλον της θα είναι πολύχρωμο και πως τα σκούρα ρούχα με το χρώμα της βρώμας και της αθλιότητας θα αποβληθούν από τη ζωή της. Μουλιάζοντας τα ξεροκόμματα μέσα στο τσίγκινο κύπελλο με το τσάι της, οραματιζόταν ένα μέλλον χρωματιστό. Οι χρηστές παραινέσεις των δασκάλων της στο σχολείο ελάχιστα την ενδιαφέρουν: εκείνη θα αντάλλασσε την Αθανασία της Ψυχής για ένα κομμάτι κόκκινης κορδέλας, πράγμα που σύντομα κάνει, παραχωρώντας το κορμί της -το μόνο που της ανήκει- στον πρώτο γυρολόγο που της προσφέρει ένα κομμάτι ονείρου, την κόκκινη κορδέλα, που είναι και σύμβολο ελευθερίας.

Ακολουθούν ο ξεπεσμός κι η πτώση. Οταν μένει έγκυος, η μητέρα της τη διώχνει από το σπίτι, γυρίζει μόνη στους δρόμους, βιάζεται άγρια από φαντάρους και βρίσκει καταφύγιο στο σπίτι μιας πόρνης, της Ντολ. Εκεί για να απαλλαγεί από την εγκυμοσύνη της μαθαίνει τα μυστικά του επαγγέλματος και σύντομα βγάζει αρκετά χρήματα ώστε ν' αρχίσει να αποκτά τα δικά της χρωματιστά ρούχα. Εχοντας υπάρξει μάρτυρας της άχρωμης ζωής της μητέρας της και της απάνθρωπης κόπωσης που υφίσταται η τίμια γυναίκα, απολαμβάνει την «ελευθερία» που της παρέχει η πορνεία. Καθιστώντας το σώμα της μέσον άντλησης χρημάτων, απολαμβάνει κάποιες ώρες ελευθερίας διασκεδάζοντας με τη φίλη της -διασκέδαση που περιορίζεται στο θέαμα μιας δημόσιας εκτέλεσης ή στη ρίψη μιας πέτρας σε κάποιον μελλοθάνατο.

Η Μαίρη αρρωσταίνει και βρίσκει για λίγους μήνες καταφύγιο στο αποστειρωμένο περιβάλλον της «Μαγδαληνής», ενός δημόσιου ασύλου όπου περιθάλπονται οι «αμαρτωλές» και οι «ατιμασμένες». Μόλις συνέρχεται, σε ηλικία δεκατεσσάρων ετών, αναχωρεί για την εξοχή και εγκαθίσταται ως υπηρέτρια στο Μόνμαρθ, μια μικρή πόλη απ' όπου κατάγεται η μητέρα της και όπου το παρελθόν της αγνοείται.

Στο δεύτερο μέρος, η συγγραφέας μάς παρουσιάζει τη θέση και τη στάση ενός πλήθους χαρακτήρων που πλαισιώνουν τη Μαίρη. Μας δίνονται οι παράλληλες ιστορίες της οικογένειας μιας μοδίστρας και ενός «πλάστη γυναικών», δηλαδή κατασκευαστή κορσέδων, μιας Αφρικανής σκλάβας που την «αγόρασαν» από τους δουλεμπόρους, ενός νεαρού υπηρέτη που ερωτεύεται τη Μαίρη, αλλά και άλλων χαρακτήρων που κατοικούν στη μικρή κοινότητα και που όλοι, όπως θα διαπιστώσει, «πουλάνε» κάτι από τον εαυτό τους για να επιζήσουν: Η παραμάνα πουλάει το γάλα της, ο υπηρέτης τη δουλειά του, η δούλα την ύπαρξή της και «η πόρνη το σώμα της», θα πει με κυνισμό και αρχίζει να επιδίδεται ξανά, ύστερα από ένα σύντομο διάλειμμα, στο επάγγελμά της. Η Μαίρη γίνεται παρατηρητής του τρόπου που λειτουργεί η μικρή κοινότητα, διακρίνει την υποκρισία και την υποτέλεια σ' όλες τις σχέσεις και αρχίζει να σχεδιάζει τη φυγή της. Οταν σε μια άτυχη στιγμή η κυρία της μαθαίνει τις δραστηριότητές της και της αποσπά τα χρήματά της, η Μαίρη δεν θα διστάσει να τη σκοτώσει.

Η «Κόκκινη κορδέλα» είναι η ιστορία μιας παρείσακτης που από νωρίς διαχωρίζει τον εαυτό της από το περιβάλλον και για το λόγο αυτό το σχολιάζει συνεχώς. Ποτέ δεν εξοικειώνεται με όσα παρατηρεί και μηχανικά καταφεύγει στο δικό της κόσμο, όπου σκαρώνει στιχάκια και συνομιλεί με φανταστικούς ακροατές. Με το τέχνασμα αυτό η συγγραφέας σχολιάζει την εποχή, παρέχοντάς μας ταυτόχρονα και την ιστορία των κακοποιημένων αισθήσεων, με αποκρουστικές λεπτομέρειες που αφορούν τις μυρωδιές, τα χρώματα, τη γεύση και όλη τη γύρω αθλιότητα. Οι συνθήκες διαβίωσης είναι από μόνες τους βάρβαρες και τρομακτικές, οι συνθήκες υγιεινής ανύπαρκτες, μόνιμη υπόκρουση είναι το ροκάνισμα των ποντικών, το φαγητό είναι κρύο, άνοστο και φορτωμένο μικρόβια και για να το καταπιούν κατεβάζουν συνεχώς τζιν.

Επιπλέον, εκτός από την προφανή ιστορία τής αθλιότητας και της στέρησης, στο μυθιστόρημα περιγράφεται και η ιστορία μιας μεταβατικής εποχής και εμπεριέχεται πλήθος υπαινιγμών για τις επαναστάσεις και τις κοινωνικές μεταβολές που θα ακολουθήσουν. Η επιθυμία μιας «ανήσυχης κοπέλας» για λίγη πολυτέλεια, λίγη ελευθερία, λίγο αισθησιασμό και η οργή της για όλους όσοι πιστεύει πως την εγκλωβίζουν, δηλώνει πως η εποχή της μοιρολατρικής καρτερικότητας εκπνέει και πως σύντομα θα υπάρξει μαζικότερη και αποτελεσματικότερη αντίσταση.



ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 15/10/2004

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!