Απαντα ΙΙ

Τριάντα δύο διηγήματα, ζωή αρρωστημένη και άλλα διηγήματα
78261
Εκδόσεις: Δελφίνι
Σελίδες:533
Επιμελητής:ΒΑΣΙΑΣ ΤΣΟΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/1999
ISBN:9789603091530


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή

Μια νουβέλα του Δημοσθένη Βουτυρά




Η εκδίκηση του μικρού




Η νύχτα ήταν ήσυχη. Αστέρια άπειρα λάμπανε στον ουρανό, και ο γαλαξίας, σαν κομμένο πέπλο, ξεσχισμένο, άσπριζε μέσα σ' αυτά...

Μένανε σιωπηλοί, καπνίζοντες και απολαμβάνοντες την ωραία βραδιά, όταν φωνές παιδικές, σπαρακτικές, ακούστηκαν να βγαίνουν από κάποιο εκεί σπιτάκι.

-Πάλι αυτή η κακούργα η μητριά δέρνει κείνο το δυστυχισμένο!... είπε ο Γαλέρης.

Και μας εξηγήθηκε με λίγα λόγια...

Οι φωνές ξακολουθούσαν, και μαζί τώρα ακουγόταν σε χαμηλότερο τόνο μια στριγκιά φωνή κάτι να λέει. Επειτα ένα κλάμα μόνο, που έσβησε σιγά σιγά.

-Βρε την κακούργα, θα το σκοτώσει καμιά ώρα! έλεγε ο Γαλέρης.

-Ετσι είναι όταν είναι μητριά!... είπε και ο Μίγκας. Αλλ' εγώ έπαθα χειρότερα, χωρίς να 'χω μητριά!...

-Απ' τη μητέρα σου;

-Α, όχι, όχι!... Α, θα 'ταν ωραίο τότε, αν το πάθαινα απ' τη μητέρα μου!... Θα σας το διηγηθώ!...

Ολα τώρα τα περασμένα μου φαίνονται σαν όνειρο! Αλλά τα πρώτα μου χρόνια, τα παιδικά, όταν τα θυμούμαι, μου φαίνονται σα μια σκηνή ονείρου γεμάτη λουλούδια, φιλιά, τραγούδια και φως! Μετά όμως; Μετά, ν' αλλάζουν όλα, τα άνθη να χάνονται, τα τραγούδια να σβήνουν και το μέρος να γεμίζει αγκάθια, με μια ψυχρή σκοτεινιά!...

Και την αλλαγή αυτή την έφερε ένας θάνατος, ο θάνατος της μάνας μου. Μικρό μικρό μ' άφησε. Θα 'μουν πέντε χρονών.

Ο πατέρας μου ήταν καραβοκύρης, έκανε μεγάλα ταξίδια και αργούσε να 'ρθει. Βρέθηκε λοιπόν σε στενοχώρια μεγάλη τι θα με κάνει, που θα μ' αφήσει. Αποφάσισε στο τέλος και πήρε στο σπίτι μια γριά συγγένισσά του, για να με κοιτάζει και να με περιποιείται.

Απ' την ημέρα κείνη αρχίσανε τα βάσανά μου. Οι φωνές μου θ' ακούγονταν στη γειτονιά περισσότερο απ' αυτουνού του παιδιού, που ξεφώνιζε πρωτύτερα.

Και μ' έδερνε τις πιο πολλές φορές για το τίποτα, κι έπειτα τι μπορεί να κάνει ένα παιδάκι πέντε χρονών! Α, ήτανε κακιά γριά, στρίγκλα σωστή!...

Και όσο μεγάλωνα, το κακό χειροτέρευε. Και μάλιστα τότε, αντί να με υπηρετεί, μ' έβαζε και την υπηρετούσα γώ. Επλενα τα πιάτα, σκούπιζα, της πήγαινα νερό. Αφού με σήκωνε από το διάβασμα να της πάω νερό ή να πλύνω το φλιτζάνι που 'χε πιει καφέ. Και όχι μια φορά τα 'κανα θάλασσα. Το ξύλο που 'φαγα τότε ήταν άλλο...

Πώς δεν το 'λεγα στον πατέρα μου;...

Το 'χα πει, αλλά δεν έκανε τίποτα. Ποιος ξέρει τι του 'λεγε κείνη. Α, κι ένα άλλο. Είχε βρει κι ένα δικό της τρόπο να με ξυπνά το πρωί. Μου 'χυνε νερό στο πρόσωπο!...

Παράξενο όμως, δεν τη μισούσα τόσο πολύ για το ξύλο, όσο για κάτι άλλο.

Αυτή είχε και μια μανία να με μουτζώνει. Ηταν αδύνατο την ημέρα να μη μου δώσει εκατό μούτζες. Και πολλές φορές που της πήγαινα νερό, για το ευχαριστώ θ' άνοιγε τα δάχτυλά της αντικρύ στο πρόσωπό μου και θα μου 'λεγε:

-Πάρε τώρα το μπαξίσι σου.

Τη μούτζωνα κι εγώ κρυφά, αλλά πόσο, πόσο επιθυμούσα να της ανοίξω τα δάχτυλά μου αντικρύ στο πρόσωπό της και να της πω:

-Να και σύ!

Θα 'μουν οχτώ ή εννέα χρονών που αρρώστησε. Επεσε κατακέφαλα. Εγώ βρήκα τότε την ευτυχία μου. Ξύλο δεν έτρωγα, σ' αυτή την κόλαση που λέγεται σχολείο δεν πήγαινα, ήμουνα καλά και καλά. Και ούτε με ξυπνούσε η γριά πρωί πρωί με το νερό.

Μια νύχτα, κι έπεφτε νερόχιονο και φυσούσε τρομερός άνεμος, ακούω μόλις είχα πλαγιάσει, γιατί εδιάβαζα, τη φωνή της να με φωνάζει παράξενα:

-Σπύρο!...

Δεν απάντησα. Κρύωνα πολύ και δεν ήθελα να σηκωθώ, μ' όλο το φόβο που της είχα.

Πάλι σε λίγο η φωνή της μέσα στον άνεμο, στο βουητό του να με φωνάζει. Τίποτα εγώ. Και μάλιστα, έκανα τον κοιμισμένο χωρίς να την ακούσω ότι έρχεται...

Πέρασε λίγο. Ο άνεμος έσειε τα παραθυρόφυλλα δυνατά και το βουητό του γέμιζε όλο το σπίτι.

Μια βραχνή φωνή, ένα ξεφώνημα μέσα στο διαβολικό κείνο θόρυβο. Επειτα δεν άκουσα τίποτε άλλο. Εμεινα περιμένοντας με ανοιχτά μάτια. Τίποτα.

Το πρωί ξύπνησα μόνος μου και χωρίς τη βοήθεια του νερού. Καθώς ντυνόμουνα, άκουσα την πόρτα να χτυπά και κατάλαβα πως θα' τανε κάποια γειτόνισσα, που ερχόταν και περιποιόταν την άρρωστη.

Γρήγορα και μισοντυμένος πήγα ν' ανοίξω.

Περνώντας απ' το δωμάτιό της, έριξα μια ματιά μέσα.

Την είδα με ριχμένο το κεφάλι κάτω απ' το μαξιλάρι, να με κοιτάζει άγρια...

-Ξύπνησε; με ρώτησε η γυναίκα, γιατί αυτή ήταν που την περιποιόταν.

-Ναι, της λέω γώ.

Τράβηξε γρήγορα μέσα, αλλά σε λίγο ακούω φωνές και τη βλέπω να βγαίνει.

-Αυτή είναι πεθαμένη, μωρέ, μου λέει. Εχει παγώσει!...

Κι έφυγε γρήγορα για να πει και σ' άλλες γειτόνισσες να τρέξουν.

Εγώ, αφού έμεινα λίγο σαν απολιθωμένος, κίνησα και πήγα προς το δωμάτιο της γριάς. Την είδα όπως την είχα δει, όταν περνούσα, με ανοιχτά μάτια και να με κοιτάζουν άγρια. Φοβήθηκα μη δεν ήταν πεθαμένη και της μίλησα. Αλλ' αυτή έμενε με μάτια στυλωμένα πάνω μου και χωρίς να κάνει το παραμικρό κίνημα.

Στάθηκα για λίγο ακόμα, την κοίταξα, και ξαφνικά:

-Ναι! της λέω με σφιγμένα δόντια, ανοίγοντας τα δάχτυλά μου και μουτζώνοντάς τη. Να! στα μάτια σου!...

Κριτικές

Δεύτερος τόμος των Απάντων του Βουτυρά που ολοκληρώνω και σε σχέση με τον προηγούμενο εδώ η ποιότητα της συγγραφής, κατά την ταπεινή μου γνώμη, έχει κάνει ένα διακριτό άλμα προς τα πάνω. Πιο ωραία μου φάνηκαν τα ολιγοσέλιδα διηγήματά του με περισσότερο πλούσια θεματολογία από το συνηθισμένο στο Βουτυρά κοινωνικό και αστικό περιθώριο. Πιο ξεχωριστά μου φάνηκαν τα : Οι τρεις γριές, Έξω από τον Παράδεισο, Το παλιό σπίτι, Μετά το κακό, Οι αποσκευές των νεκρών, Ένα βραβείο και το Δυο θύελλες. Από τα πολυσέλιδα ιδιαίτερη εντύπωση μου προκάλεσε το: Τα λόγια σου τα θεία... και το: Η μαύρη γριά. Πολύ ενδιαφέρουσες, επίσης, οι διιστάμενες κριτικές για το έργο του Βουτυρά που παρατίθενται στο επίμετρο, με άλλες να κάνουν λόγο για sui generis συγγραφέα και άλλες να εντοπίζουν πολλά λογοτεχνικά ψεγάδια. Η άποψή μου είναι ότι ο Βουτυράς καθιερώθηκε μέσα από τη σκληρή επίμονη καθημερινή βιοποριστική συγγραφική του εργασία και την εισαγωγή στο λογοτεχνικό τοπίο της εποχής θεμάτων σχετικά με τον κοινωνικό χώρο του αστικού και ημιαστικού περιθωρίου σε μια εποχή σημαντικών πολιτικοκοινωνικών και πολεμικών αναταράξεων , όπως οι Βαλκανικοί πόλεμοι, η Μικρασιατική καταστροφή, το πρόβλημα της αποκατάστασης των προσφύγων, η γιγάντωση των παραγκουπόλεων δίπλα στον αστικό ιστό, η άνοδος των σοσιαλιστικών ιδεών στον Ελλαδικό χώρο κ.α. Σαφώς δεν είναι ο λογοτέχνης της πρώτης γραμμής, η γλώσσα του είναι φτωχή, το ύφος του απεριποίητο και πολλές φορές έγραφε παραβλέποντας τα βασικά στοιχεία γερής κατασκευής ενός διηγήματος, αλλά τα θέματά του άγγιζαν τους αναγνώστες του, εντός και εκτός Ελλάδας, όπως τον ελληνισμό της Αιγύπτου, και γι' αυτό διαβάστηκε πολύ στον καιρό του. Σήμερα φαντάζει αλλά και είναι αρκετά έως πολύ ξεπερασμένος και μάλλον μπορούν να τον διαβάσουν μόνο μανιώδεις ή μανιακοί φιλαναγνώστες ή κάποιοι με ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την εποχή του. Τέσσερα στα πέντε αστέρια...
Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!