Ανθολογία γαλλικής ποίησης

Από τον Μπωντλαίρ ώς τις μέρες μας
45749
Εκδόσεις: Καστανιώτης
Σελίδες:344
Επιμελητής:ΛΙΟΝΤΑΚΗΣ ΧΡΙΣΤΟΦΟΡΟΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/1998
ISBN:9789600300680


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


ΚΡΙΤΙΚΗ




Η ανθολογία ως εγχείρημα ενέχει πάντοτε την επιλογή και συνεπώς το ρίσκο αν τα επιλεγμένα κείμενα θα συναντήσουν ή όχι τους αποδέκτες τους. Ο Χ. Λιοντάκης ασχολήθηκε με τη σύγχρονη γαλλική ποίηση, ανέλαβε το ρίσκο αυτό και παρέδωσε το 1989 στο αναγνωστικό κοινό την Ανθολογία της Γαλλικής Ποίησης ­ Από τον Μπωντλέρ ως τις μέρες μας, ένα έργο που έλειπε από την ελληνική βιβλιογραφία, καθ' όσον, όπως σημειώνει ο ανθολόγος στο προλογικό σημείωμά του, η τελευταία προσπάθεια ανθολόγησης της γαλλικής ποίησης ανάγεται χρονικά στο 1962, όταν ο Κ. Β. Παράσχος αφιέρωσε έναν εξ ορισμού περιορισμένο χώρο στη γαλλική ποίηση στην Ανθολογία της ευρωπαϊκής και αμερικανικής ποιήσεως. Ο Χ. Λιοντάκης, όμως, γνωστός ποιητής και μεταφραστής ο ίδιος, μονίμως συνδιαλεγόμενος με την ποίηση, δεν αποχωρίστηκε την ανθολογία μετά την έκδοσή της αλλά συνέχισε να επεξεργάζεται το υλικό του προκειμένου να την καταστήσει κατά το δυνατόν πληρέστερη και χρηστική. Και σήμερα επανέρχεται συμπληρώνοντας και ολοκληρώνοντας, στη δεύτερη αυτή έκδοση, το εγχείρημά του.

Η πολλαπλή απόσταση που χωρίζει τη συγγραφή από την ανάγνωση, σύγχρονη και μη, καθορίζει το στοίχημα που ο Χ. Λιοντάκης έβαλε με την ανθολογία του: να προκαλέσει-προσκαλέσει τον αναγνώστη, μέσα από μονοπάτια γνωστά, άγνωστα ή ξεχασμένα, σε «τόπους απροσδόκητους». Μια παράμετρος που δυσκολεύει ακόμη περισσότερο το στοίχημα αυτό είναι ότι οι 49 γάλλοι ποιητές που ανθολογούνται διαπλέουν το πέλαγος της ετερότητας μέσα από μεταφράσεις ελλήνων ομοτέχνων τους ­ και κατ' αυτόν τον τρόπο πολλαπλασιάζονται τα επίπεδα διαμεσολάβησης ανάμεσα στο ποίημα και στο κοινό του.

Η συστηματικότητα της προσέγγισης του Χ. Λιοντάκη γίνεται εμφανής στην ίδια την επιλογή των ανθολογούμενων ποιητών. Το έργο των 49 γάλλων ποιητών συνθέτει μια πλήρη τοιχογραφία της γαλλικής ποίησης των τελευταίων 100 χρόνων. Καταγράφει τα ρεύματα που τη σημάδεψαν και τη δημιουργία στο περιθώριό τους, αποτυπώνει την ποιητική μεγαλοφυΐα και τον μόχθο του λόγου, τη συντροφικότητα των σχολών και τη μοναξιά της έμπνευσης. Με ακρίβεια ιστορικού της λογοτεχνίας ο ανθολόγος αναδεικνύει την οργανική ενότητα της ποίησης αλλά και τις επιμέρους συνιστώσες της. Έτσι η γαλλική ποίηση του ύστερου 19ου και του πρώτου μισού του 20ού αιώνα εικονίζεται τόσο μέσα από προσωπικές, μοναχικές ποιητικές διαδρομές όσο και από την πορεία των μεγάλων σχολών που καθόρισαν όχι μόνο τη γαλλική τέχνη αλλά και τον ευρύτερο ευρωπαϊκό χώρο. Οι αιρετικοί του παρνασσισμού Μποντλέρ, Βερλέν και Μαλαρμέ και ηγέτες των συμβολιστών στη συνέχεια ­ο Βερλέν και ο Μαλαρμέ­ ανθολογούνται μαζί με εκπροσώπους όλων των φάσεων του κινήματος του συμβολισμού: τον παρακμιακό Τριστάν Κορμπιέρ, τον Μορεάς του μανιφέστου του συμβολισμού και του ρομαντισμού και τον Λαφόργκ αλλά και την Άννα ντε Νοάιγ του «θηλυκού ρομαντισμού» και τον Λ. Π. Φαργκ του ύστερου συμβολισμού. Ο κόμης Λοτρεαμόν και ο Ρεμπό με τον ιδιαίτερο λόγο τους συναντάνε το καθολικό σύμπαν του Πολ Κλοντέλ και την καθαρή ποίηση του Βαλερύ αλλά και τη θρησκευτική έμπνευση του Ζαμ και του Πεγκύ. Ο σουρεαλισμός, ο οποίος θα σημαδέψει την τέχνη του 20ού αιώνα, αποτελεί έναν άλλον άξονα της γαλλικής ποίησης και της ανθολογίας. Οι ιδρυτές Μπρετόν, Αραγκόν, Ελυάρ, Σουπό, Περέ συνυπάρχουν με τους προδρόμους του κινήματος, όπως ο Απολινέρ, τους περιθωριακούς, όπως ο Ρεβερντύ, ο Ζακόμπ, ο Ντεσνός, ο Πρεβέρ ή και ο Σαρ, και με τους ποιητές που ακολούθησαν έναν εντελώς προσωπικό δρόμο, όπως ο Λαρμπό, ο Συπερβιέλ, ο νομπελίστας Σεντ-Τζον Περς, ο Ζουβ, ο Μπατάιγ και ο Αρτό, ο Πονζ και ο Μισό, ο Κενό και ο Ταρντιέ. Και ενώ πολλοί από αυτούς τους ποιητές συνεχίζουν να δημοσιεύουν και μετά τον πόλεμο, προσαρμόζοντας τον λόγο τους στις νέες συνθήκες, οι ποιητές που μπορούν να χαρακτηρισθούν αμιγώς μεταπολεμικοί καταργούν τα όρια μεταξύ των σχολών και των ρευμάτων, αντανακλούν με την πολυμορφία του λόγου τους τον κατακερματισμό της πραγματικότητας και ανατρέχουν στην αρχή των πραγμάτων και του λόγου σε αναζήτηση σωτηρίας. Η θρησκευτική ποίηση του Εμμανυέλ και του Μασόν συμπορεύεται με τη φιλοσοφική απορία του Μπονφουά και την καθημερινότητα του Γκιγεβίκ, την απορία για τον λόγο του Ντυ Μπουσέ και την υπερβολή του Βιάν, την προσωπική αγωνία των Φαΐγ, Ντυπέν, Ρεντά, Ντεγκύ, Ντενό, Μπερζερέ, τις γιαπωνέζικες επιδράσεις του Ρουμπό και τον γυναικείο λόγο της Μπανκάρ.

Η αναφορά σε όλες τις τάσεις, η ισομερής κάλυψη όλων των περιόδων της σύγχρονης γαλλικής ποίησης εξασφαλίζει στην ανθολογία την αντικειμενικότητα στην οποία κάθε παρόμοιο εγχείρημα αποσκοπεί. Ασχέτως αν συμφωνεί ή διαφωνεί κανείς με την επιλογή των ποιημάτων πλέον, την οποία ορισμένες φορές καθορίζουν οι υπάρχουσες μεταφράσεις αλλά σαφώς και οι προτιμήσεις του ανθολόγου, η πληρότητα της καταγραφής επιτρέπει στον αναγνώστη να προσεγγίσει όχι μόνο τα μεμονωμένα ποιήματα αλλά την ποίηση, τον ύστατο στόχο, όπως τον ορίζει ένας εκ των ανθολογούμενων ποιητών, ο σύγχρονος Ζακ Ρουμπό: «Το ποίημα ανάμεσα σε άλλα ποιήματα μεταβάλλεται, γίνεται κάτι άλλο, αποτελεί πλέον στοιχείο μιας δημιουργίας σε διαφορετικό επίπεδο, συλλαβή ενός έργου που οι λέξεις του είναι τα ποιήματα».

Ως εκ τούτου ποικίλα συμπεράσματα προκύπτουν από την εξέταση πρωτίστως του ποιος μεταφράζει τι αλλά και δευτερευόντως πώς. Για παράδειγμα, όταν ο Καρυωτάκης μεταφράζει Μποντλέρ ή Μορεάς, ο Τέλλος Άγρας Βερλέν, ο Τ. Παπατσώνης Κλοντέλ και ο Ελύτης Ελυάρ είναι σαφές ότι αναδύονται εκλεκτικές συγγένειες. Κυρίως όμως δικαιώνεται η παλαιά αλλά εύστοχη παρατήρηση του Δ. Νικολαρεΐζη, όπως τη μεταφέρει ο Μ. Vitti στην Ιστορία της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ότι «στην Ελλάδα τον συμβολισμό διαδέχονται δύο τρόποι: ο ένας, του ελάσσονος τόνου, περνάει από τον Λαφόργκ και καταλήγει στον Καρυωτάκη και ο άλλος, του μείζονος τόνου, ξεκινάει από τον Μαλαρμέ και με επόμενο σταθμό τον Βαλερύ καταλήγει στον Σεφέρη και στις πιο εποικοδομητικές πρωτοβουλίες της νεότερης ποίησης». Στα πλαίσια αυτά, της αδιαμφισβήτητης επίδρασης που η γαλλική ποίηση άσκησε στην ελληνική, η μετάφραση λειτουργεί ως μανιφέστο και ως δικαίωση ενώ ο τρόπος του μεταφραστή καταλήγει να προσδιορίζει εκ νέου το πρωτότυπο. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η καβαφική μετάφραση του Μποντλέρ δίπλα στις μεταφράσεις του Παράσχου και του Εγγονόπουλου. Στη διαφορά αυτή, η οποία αναδεικνύει άλλη μία διάσταση της μεταφραστικής πράξης, αυτή της άσκησης, ο αναγνώστης παρακολουθεί μια ολόκληρη πορεία, όχι πια μόνο της νεοελληνικής ποίησης αλλά και της νεοελληνικής γλώσσας. Μια τελευταία παρατήρηση αφορά τη νεότερη γαλλική ποίηση, των τριών τελευταίων δεκαετιών, σε συνάρτηση με τη σύγχρονη ελληνική ποίηση: το ποσοστό των ανέκδοτων μεταφράσεων ίσως είναι ενδεικτικό της επίδρασης που ασκεί σήμερα ο γαλλικός στον ελληνικό τρόπο και η οποία βαίνει μειούμενη.

Οι ελάχιστες αυτές επισημάνσεις αποτελούν ένα δείγμα μόνο των διαδρομών στις οποίες ο Χ. Λιοντάκης με την ανθολογία του παρασύρει τον αναγνώστη και είναι ενδεικτικές τουλάχιστον ως προς τούτο, ότι πρόκειται για δουλειά ζωντανή και όχι για μία ακόμη μουσειακή καταγραφή γεγονότων λόγου τετελεσμένων. Και επιβεβαιώνουν ότι ο ανθολόγος έχει οριστικώς κερδίσει το δύσκολο στοίχημα που έβαλε με τον εαυτό του και με το υλικό του: η ανθολογία του πορεύεται τη δική της πορεία, στον χρόνο και στον χώρο, συναντώντας όλο και περισσότερους αναγνώστες σε δρόμους που δεν έχουν τελειωμό.

Τιτίκα Δημητρούλια, ΤΟ ΒΗΜΑ, 22-11-1998

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!