Το εκκρεμές της σύγκλισης ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ

Πρόοδος, επιβράδυνση, επαναφορά
Έκπτωση
73%
Τιμή Εκδότη: 14.27
3.90
Τιμή Πρωτοπορίας
+
450017
Εκδόσεις: Πόλις
Σελίδες:320
Ημερομηνία Έκδοσης:01/06/2006
ISBN:2229604351082

Περιγραφή


Η ελληνική οικονομία εμφανίζει σήμερα κρίσιμες αδυναμίες και είναι σοβαρά τα ερωτηματικά που εγείρονται ως προς το εάν η ανάπτυξη και η σύγκλιση προς την Ευρωπαϊκή Ένωση που πέτυχε τα προηγούμενα χρόνια μπορούν να συνεχιστούν με τον ίδιο ρυθμό.

Στην πολιτική επικαιρότητα κυριαρχεί το ερώτημα πώς μπορούμε να βρούμε μία στρατηγική ικανή να δώσει εκ νέου πνοή στην δυναμική της σύγκλισης, αλλά ταυτόχρονα και να αντιμετωπίσει θετικά μια σειρά από έντονα κοινωνικά ζητήματα τα οποία έχουν εν τω μεταξύ οξυνθεί. Τα επόμενα χρόνια πρέπει να επανέλθουμε με νέους πολιτικούς όρους και προτάσεις προκειμένου να ανταποκριθούμε στην ανάγκη να επιδιώξουμε έντονη ανάπτυξη σε συνδυασμό με την ενίσχυση της κοινωνικής συνοχής. Να ενισχύσουμε την ανταγωνιστικότητα και την αποτελεσματικότητα των αγορών σε συνδυασμό με ρυθμιστική εποπτεία και στόχους μαζικής απασχόλησης και αλληλεγγύης. Για να επιτευχθεί κάτι τέτοιο, δύο είναι οι απαιτούμενες προϋποθέσεις: Πρώτα από όλα, να ανοίξουμε την συζήτηση σχετικά με το ποιες μπορεί να είναι οι νέες πηγές ανάπτυξης τα επόμενα χρόνια τόσο στην Ελλάδα, όσο και στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Παράλληλα, και εξίσου απαιτητικά, χρειαζόμαστε έναν νέο Ιστό Κοινωνικής Στήριξης ο οποίος πρέπει επίσης να έχει καινοτομικά χαρακτηριστικά σε σύγκριση με προγενέστερες κοινωνικές πολιτικές που εφαρμόστηκαν.

Το βιβλίο αυτό επιχειρεί να συμβάλει σε μία δημόσια συζήτηση για το πώς μπορεί η Κεντροαριστερά στην Ελλάδα να διαμορφώσει ένα επίκαιρο και αξιόπιστο «Ελληνικό Μοντέλο Ανάπτυξης και Συνοχής» προκειμένου να ενισχυθεί η δυναμική της ευημερίας και της απασχόλησης, και ταυτόχρονα να επιταχυνθεί η βραδυπορούσα σύγκλιση της χώρας μας προς την Ευρώπη.







ΚΡΙΤΙΚΗ



Το βιβλίο του Νίκου Χριστοδουλάκη πραγματεύεται ένα κεντρικό πολιτικό ζήτημα για την ελληνική οικονομία και την πρόοδο της κοινωνίας μας: τον βαθμό σύγκλισης με την Ευρωπαϊκή Ενωση. Ηταν και είναι ένας κρίσιμος πολιτικός και ποιοτικός στόχος για την Ελλάδα, ο οποίος αποτέλεσε το σημείο τριβής στις τελευταίες εκλογές και το πιθανότερο είναι να βρεθεί στον πυρήνα της πολιτικής αντιπαράθεσης και στις επόμενες εθνικές εκλογές. Μέσα από τις σελίδες του βιβλίου ο Νίκος Χριστοδουλάκης, πολιτικός ο οποίος είχε την ευθύνη για την πορεία της ελληνικής οικονομίας σε μια κρίσιμη τριετία, δίνει τις δικές του απαντήσεις οι οποίες έχουν ιδεολογικό και πολιτικό πρόσημο. Προσωπικώς, δεν συμφωνώ πάντα με τα συμπεράσματα ή τον τρόπο προσέγγισης, αλλά από τη δουλειά που κάνει ο κ. Χριστοδουλάκης προκύπτει μια συγκεκριμένη ατζέντα για το μέλλον.

Το μεγάλο πλεονέκτημα που έχει το βιβλίο είναι ότι, αν και πραγματεύεται αριθμούς και στατιστικές, έχει ιδεολογικό στίγμα. Ο συγγραφέας το προσδιορίζει ως μια κεντροαριστερή προσέγγιση. H αδυναμία του, κατά την άποψή μου, είναι ότι σε πολλές περιπτώσεις για να οριοθετήσει τον χώρο του ετεροπροσδιορίζεται έχοντας ως σημείο αναφοράς τον γνωστό «μπαμπούλα» των δεκαετιών του '80 και του '90, του απροσδιόριστου νεοφιλελευθερισμού. Δεν θα επιμείνω στο τι είναι αριστερό, κεντρώο, φιλελεύθερο ή νεοφιλελεύθερο, αλλά θα επιλέξω να αναδείξω το γεγονός ότι το υπόστρωμα της ανάλυσης και της πρότασης που κάνει ο Χριστοδουλάκης έχει ιδεολογικό πρόσημο.

H λογική ότι όλοι ασκούμε πολιτική διαλέγοντας από τη φαρέτρα της πολιτικής όποιο όπλο μάς βολεύει κάθε φορά έχει εξαντληθεί. Είχε συνδεθεί για μια μακρά περίοδο με την έννοια της αποτελεσματικότητας στην πολιτική. Οδήγησε όμως να ασκείται πολιτική στο κενό. Το τίμημα δεν είναι κυρίως εκλογικό. Το τίμημα που πληρώνουμε κόμματα και πρόσωπα είναι τίμημα αξιοπιστίας. Είναι το τίμημα της απομαζικοποίησης στην πολιτική και της κρίσης αντιπροσώπευσης, στην οποία αναφέρεται ο Νίκος Χριστοδουλάκης.



H ενοποίηση



Εχει εξαιρετικό ενδιαφέρον η ανάλυση που κάνει ο συγγραφέας για το μέλλον, την προοπτική και τα προβλήματα που έχει η πορεία της Ευρώπης στην κατεύθυνση της ενοποίησης. Θα σταθώ σε δύο σημεία: Το πρώτο αφορά την ανάλυση που κάνει ο συγγραφέας για την υιοθέτηση του ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ενωση και τις χώρες-μέλη. Αναδεικνύει μέσα από τις σελίδες του βιβλίου του το στρατηγικό έλλειμμα που είχε η Ευρώπη στα χρόνια εισαγωγής του ενιαίου νομίσματος. Και πως, μονόπλευρα, οι κυβερνήσεις και η Επιτροπή, ρίχνοντας όλο το βάρος τους στη νομισματική στρατηγική, υποτίμησαν ή αγνόησαν τη σημασία που έπρεπε να δώσουν στις άλλες πολιτικές δράσεις που έμεναν στον έλεγχο των εθνικών κυβερνήσεων.

Το ευρώ και η ζώνη της ΟΝΕ αποτελούν δύναμη για τις ευρωπαϊκές χώρες και κανείς δεν το αμφισβητεί αυτό. Εχει όμως σημασία ότι, όπως δείχνουν όλες οι έρευνες του Ευρωβαρόμετρου και άλλων φορέων, το ευρώ αποτελεί πηγή τροφοδότησης της δυσαρέσκειας και του ευρωσκεπτικισμού σε πολλές χώρες της Ενωσης.

Το δεύτερο σημείο είναι η προσέγγιση που γίνεται μέσα από το Ευρωσύνταγμα. Ο συγγραφέας αναφέρει ότι το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, μια χωρίς αμφιβολία μεγάλη και ουσιαστική θεσμική τομή στο οικοδόμημα της ενωμένης Ευρώπης, συζητήθηκε ελάχιστα και απορρίφθηκε στη Γαλλία και στην Ολλανδία μέσα από τα δημοψηφίσματα, σε περίεργες συγκυρίες. Το Ευρωσύνταγμα είναι ένας πολιτικός συμβιβασμός και ένα κείμενο τεχνοκρατικό, χωρίς πολιτική έμπνευση και ενόραση. Για μένα αυτή ίσως είναι και η μεγαλύτερη αδυναμία του.

Το πιο σημαντικό είναι όμως ο τρόπος με τον οποίο οι ηγεσίες της Ευρώπης προσπάθησαν να προωθήσουν αυτή την αλλαγή: η Ευρώπη στη μεγαλύτερη πρόκληση που είχε μπροστά της, μια θεσμική μεταρρύθμιση όπως το Ευρωπαϊκό Σύνταγμα, λειτούργησε με τον πιο γραφειοκρατικό τρόπο. Το αποτέλεσμα είναι ότι εδώ και καιρό βρισκόμαστε σε ένα σημείο το οποίο με εύστοχο τρόπο χαρακτηρίζει ο συγγραφέας «αμήχανη Ευρώπη».



H απογραφή



Στον πυρήνα του βιβλίου του Χριστοδουλάκη βρίσκεται βεβαίως η πορεία της ελληνικής οικονομίας και η συγκριτική προσέγγιση δύο περιόδων που έχουν ως ορόσημο τις εκλογές του 2004. Στον πυρήνα της σύγκρισης βρίσκεται η απόφαση για την απογραφή. Νομίζω ότι τα επιχειρήματα τόσο υπέρ όσο και κατά έχουν εξαντληθεί. Διαφωνώ με την ανάλυση του Χριστοδουλάκη που βλέπει την απογραφή ως επικοινωνιακό μηχανισμό της νέας κυβέρνησης για να αλλάξει την εικόνα.

Θεωρώ ότι η απογραφή ήταν ένα αναγκαίο μέτρο για να προσδιορισθεί με ακρίβεια η πραγματική θέση και η πορεία της ελληνικής οικονομίας σε μια δύσκολη καμπή. Και θεωρώ ότι αυτή η κίνηση επέτρεψε να γίνουν εγκαίρως οι διορθωτικές κινήσεις που ήταν αναγκαίες για να μπορέσει η ελληνική οικονομία να κρατήσει τους υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης και να διατηρήσει την ανταγωνιστικότητά της. Οπως και αν μετρήσει κανείς τα πράγματα, η ελληνική οικονομία διατήρησε έναν ρυθμό ανάπτυξης ο οποίος ήταν σταθερά πάνω από το 3,5%, παρά το γεγονός ότι οι παράγοντες αστάθειας και οι αβεβαιότητες στο διεθνές οικονομικό περιβάλλον έχουν πολλαπλασιασθεί τόσο από την άνοδο των επιτοκίων όσο και από την άνοδο των τιμών του πετρελαίου.

Οπως προκύπτει και από το βιβλίο, η μάχη της στατιστικής μπορεί να είναι ατέρμονη. H οπτική γωνία που υιοθετεί ο καθένας μπορεί να οδηγεί σε άλλες ερμηνείες και διαφορετικά πολιτικά συμπεράσματα. Στο βιβλίο του ο Νίκος Χριστοδουλάκης αξιοποιεί την έκθεση Κουκ και στηρίζει πάνω σε αυτήν μια ενδιαφέρουσα ανάλυση και αποτύπωση της πορείας της ελληνικής οικονομίας και κοινωνίας. Μόνο που όλες αυτές οι προσεγγίσεις είναι σαν τα ποτήρια με το νερό. Σε κάποιους φαίνονται μισοάδεια και σε κάποιους άλλους μισογεμάτα. Για παράδειγμα, έχει ενδιαφέρον το κεφάλαιο για το περιβάλλον, όπου η έκθεση Κουκ ασχολείται με μια παράμετρο που σχετίζεται με τις εκπομπές αερίων. Δεν φαίνεται από την ανάλυση που γίνεται να ασχολείται με άλλες παραμέτρους, όπως είναι για παράδειγμα η διαχείριση των αστικών αποβλήτων. Εκεί είναι φανερό ότι η Ελλάδα, διακομματικά, με όλες τις κυβερνήσεις έχει αποτύχει.

Πολλά χρόνια γίνεται στην Ελλάδα μια συζήτηση για τις στατιστικές, πόσο αξιόπιστες είναι, πώς οι πολιτικοί χρησιμοποιούμε τους αριθμούς. Το συμπέρασμά μου είναι ότι, αν και πολύς λόγος γίνεται για τους αριθμούς, πρακτικώς και ουσιαστικώς, στην Ελλάδα δεν μας αρέσει να μετράμε. Γι' αυτό έχει σημασία η πρόταση του συγγραφέα για την αναθεώρηση του Συντάγματος, στην οποία πρέπει να συνυπολογιστεί η δημοσιονομική και η οικονομική παράμετρος. Το Σύνταγμα πρέπει να αποκτήσει οικονομική λογική.



H ανεργία



Εκπληκτικό παράδειγμα η μέτρηση της ανεργίας. Τα στοιχεία που δίνει ο Νίκος Χριστοδουλάκης, και έχουν ευρωπαϊκή σφραγίδα, δίνουν διαφορετική εικόνα από τα επίσημα στοιχεία της κυβέρνησης που έχουν επίσης την ευρωπαϊκή σφραγίδα. Και αυτό δεν συμβαίνει μόνο σήμερα, συνέβαινε και στο παρελθόν όταν οι ρόλοι ήταν αντίστροφοι.

Για να πετύχουμε τη σύγκλιση - ορθώς επισημαίνεται στο βιβλίο - πρέπει να ξεκινήσουμε από την αντιμετώπιση της ανεργίας. Στον πυρήνα μιας αποτελεσματικής πολιτικής κατά της ανεργίας δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο παρά η πολιτική της παιδείας. Το πρόβλημά μας αποτυπώνεται σε τρεις αριθμούς: Το 24% των Ελλήνων έχει πρόσβαση στο Internet, είμαστε η κοινωνία η οποία διαβάζει λιγότερο από όλες τις άλλες κοινωνίες της Ευρώπης, και η διάδοση των νέων τεχνολογιών αγγίζει μόλις τρεις στους δέκα Ελληνες. Αυτό δείχνει ότι οδηγούμαστε σε μια πορεία υστέρησης. Πορεία απόκλισης η οποία δεν καταγράφεται με στατιστικές. Θεωρώ ότι πρέπει να αναθεωρήσουμε ριζικά τον τρόπο με τον οποίο προσεγγίζουμε τα θέματα της παιδείας. Τα πράγματα πρέπει να «σφίξουν» σε όλα τα επίπεδα. Χρειάζονται νέες μέθοδοι διδασκαλίας, νέα γνωστικά αντικείμενα. Χρειάζονται μεγάλες τομές, χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας, χρειάζεται ανατροπή. Αυτό προϋποθέτει εθνική συμφωνία μακράς πνοής. Οταν νομοθετούμε για την παιδεία, δεν νομοθετούμε με στόχο τις επόμενες εκλογές, αλλά τις επόμενες γενιές.

Το άλλο ζήτημα είναι η προώθηση των λεγόμενων διαρθρωτικών αλλαγών. Αν και υπάρχουν διαφωνίες για το περιεχόμενο του πακέτου, έχει επιτευχθεί μια minimum συμφωνία, όπως είναι η ανάγκη μεταρρύθμισης στο ασφαλιστικό σύστημα. Μεταρρύθμιση που θα στηριχθεί σε μια ακριβή αποτύπωση και σε μια ανοικτή και ουσιαστική δημόσια συζήτηση με όλους τους φορείς. Ο συγγραφέας στο κεφάλαιο αυτό προσφέρει πολύτιμες και χρήσιμες ιδέες, που μπορούν να αποτελέσουν σημείο σύγκλισης. Θα μπορούσα να προσυπογράψω την προσέγγισή του, αν δεν διέκρινα μια δογματική απόρριψη του κεφαλαιοποιητικού συστήματος, το οποίο επικουρικά μπορεί να λειτουργήσει και να βοηθήσει σε ένα σύγχρονο ασφαλιστικό σύστημα. Οπως θεωρώ επίσης ενδιαφέρουσες τις ιδέες και προσεγγίσεις που κάνει ο συγγραφέας για το θέμα του 35ώρου, της μερικής απασχόλησης και της ευέλικτης εργασίας, αλλά και της απασχόλησης των γυναικών.



H εξωτερική πολιτική



Θα κλείσω με μια ριζική διαφωνία με όσα γράφει ο συγγραφέας στο κεφάλαιο που αναφέρεται στην εξωτερική πολιτική. Μιλάει για μια πολιτική εξωστρέφειας στα Βαλκάνια, και βεβαίως όλοι συμφωνούμε σε αυτό. H αποτίμηση όμως που κάνει για τις εξελίξεις στην εξωτερική πολιτική είναι μέσα στη λογική του «άσπρου - μαύρου». Και αυτή η απλουστευτική λογική δεν έχει θέση στην εξωτερική πολιτική.

Ο συγγραφέας μιλά για «στρατηγική υποτίμησης» που ακολουθεί η Τουρκία απέναντι στην Ελλάδα. Επίσης βλέπει ότι η Τουρκία μπορεί να αγνοεί την Ελλάδα και τις θέσεις της, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενωσης. Εκτιμώ ότι γίνεται μια μεγάλη παρερμηνεία των γεγονότων και της πραγματικότητας. Αντιλαμβάνομαι ότι πολλές φορές το αντιπολιτευτικό άγχος οδηγεί σε θέσεις υψηλού ρίσκου. Πιστεύω όμως ότι το πεδίο της εξωτερικής πολιτικής πρέπει να μείνει μακριά από τη λογική των συγκρούσεων, των κομματικών εντάσεων, της πόλωσης και της αντιπαράθεσης.



Ντόρα Μπακογιάννη

Το ΒΗΜΑ, 02/07/2006

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!