Δέκα (πιθανοί) λόγοι για τη μελαγχολία της σκέψης ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ

Έκπτωση
10%
Τιμή Εκδότη: 9.00
8.10
Τιμή Πρωτοπορίας
+
418844
Συγγραφέας: Steiner, George
Εκδόσεις: Scripta
Σελίδες:85
Μεταφραστής:ΒΕΛΕΝΤΖΑΣ ΣΕΡΑΦΕΙΜ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/2007
ISBN:2229607909815

Περιγραφή


Το μικρό αυτό κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο εξαιρετικό περιοδικό του πανεπιστημίου Skidmore, το «Salmagundi», με το οποίο συνεργάζεται συχνά-πυκνά ο Στάινερ, όπως και η αφρόκρεμα της αγγλοαμερικανικής διανόησης και λογοτεχνίας. Ο συγγραφέας το αφιερώνει στον Γάλλο μεταφραστή του, τον Pierre-Emmanuel Dauzat, ο οποίος και το μετέφρασε για να κυκλοφορήσει σε μορφή βιβλίου από τις εκδόσεις Albin Michel την ίδια χρονιά στη Γαλλία, σε δίγλωσση έκδοση.

[...]Η σκέψη και οι λειτουργίες της, και οι ανεπαρκείς μας γνώσεις για τη συνολική έκτασή τους και το βάθος τους, είναι παλιοί γνώριμοι του Στάινερ· θα μπορούσε κανείς να πει ότι η ανθρώπινη σκέψη είναι η βασική ασχολία του και ταυτόχρονα το βασικό «πρόσωπο» στο θέατρο της εξαιρετικά πολυσύνθετης δοκιμιογραφίας του. Ο συγγραφέας γνωρίζει περίφημα ότι όλοι μας ζούμε τη ζωή μας μέσα στη σκέψη, ή μάλλον μες στην κατασπατάληση της σκέψης, και ότι μόνο « μια πολύ περιορισμένη μερίδα του ανθρώπινου είδους προσφέρει την απόδειξη ότι ξέρει να σκέφτεται». Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι ο ίδιος ανήκει σ’ αυτή τη μικρή μερίδα ανθρώπων, στους οποίους δίνει με ομολογημένη αμηχανία τον χαρακτηρισμό των «εγκεφαλικά εγγράμματων», αυτών που αποδεδειγμένα ξέρουν να σκέφτονται. Και όπως όλοι οι ανήκοντες σ’ αυτή την κατηγορία, είναι υποχρεωμένος να εκφράσει την ενσυνείδητη υποδούλωσή του στη σκέψη καταφεύγοντας στη γλώσσα. Κι εκεί αρχίζει ένας αληθινός αγώνας που οι όροι του δεν θα ήταν υπερβολή να χαρακτηριστούν τιτάνιοι: από τη μια, παροχέτευση και παρακολούθηση ενός ρεύματος του ασταμάτητου καταρράκτη της σκέψης και, από την άλλη, τιθάσευση της πολυσημίας και της αμφισημίας της γλώσσας η οποία εμφανίζεται μονίμως «εχθρική απέναντι στο μονόχρωμο ιδεώδες της αλήθειας». Η μελαγχολία αυτής της διαπίστωσης δεν φτάνει ποτέ να γίνει παραλυτική, αντίθετα είναι δημιουργικά ερεθιστική και θα ’λεγε κανείς ότι μοιάζει σχεδόν χαρωπή μπρος στην κατοπινότερη, σχεδόν συντριπτικά μελαγχολική διαπίστωση ότι «σκέφτομαι σημαίνει υστερώ, καταλήγω κάπου ‘‘εκτός θέματος’’».[...]

Σεραφείμ Βελέντζας


Κριτική:


Σκέφτομαι άρα μελαγχολώ


Γιατί η ανθρώπινη σκέψη δεν σημαίνει χαρά;



Μετά την πρόσφατη αφήγηση επεισοδίων της ζωής του σε συνάρτηση με την πορεία της σκέψης του στο συναρπαστικό «Errata» (εκδ. «Scripta»), ο εμβριθής και ασίγαστος κριτικός Τζορτζ Στάινερ επιλέγει ως αντικείμενο της ώριμης αναλυτικής του διάνοιας την ίδια τη σκέψη και το σκεπτόμενο υποκείμενο. Εκκινώντας αξιωματικά από τη διατύπωση του Γερμανού ρομαντικού στοχαστή Σέλινγκ ότι η «θλίψη είναι αδιαχώριστη από κάθε θνητό βίο» και επομένως «κάθε προσωπικότητα στηρίζεται πάνω σε ένα σκοτεινό θεμέλιο, που πρέπει να είναι και θεμέλιο της γνώσης», ο Στάινερ συνθέτει ένα λαμπρό σπονδυλωτό δοκίμιο, γεμάτο ενοράσεις και διεπιστημονικές αναφορές, γύρω από τη σύμφυση μελαγχολίας και σκέψης.


Στις διερευνήσεις του Στάινερ η σύμφυση αυτή εμφανίζεται ως καταστατική συνθήκη της ανθρώπινης ύπαρξης. Πράγματι δύσκολα φαντάζεται κανείς άνθρωπο στοχαστικό με όψη χαρούμενη. Κατά τη χριστιανική κοσμολογία τουλάχιστον, «πλαστήκαμε θλιμμένοι», αφού η σκέψη είναι φορέας μιας κληροδοτημένης ενοχής και μνημόνιο της θνητότητάς μας. Ας συγκρατήσουμε όμως ότι η άρρηκτη σύνδεση σκέψης και θλίψης επικυρώνεται από τη ρομαντική αισθητική και στάση ζωής. Η «ακηδία», η αρρώστια της νεωτερικότητας, κορυφώνεται και αποκτά εμβληματική σημασία στους Ρομαντικούς στοχαστές και καλλιτέχνες, οι οποίοι σε μεγάλο βαθμό διαμόρφωσαν τη μεταγενέστερη τέχνη και σκέψη.


Η αιτιολογία της μελαγχολίας των σκεπτόμενων


Ποιοι είναι λοιπόν οι «(πιθανοί) λόγοι για τη μελαγχολία της σκέψης»; Ο Στάινερ εντοπίζει τους πιο σημαντικούς. Κατ' αρχάς, το παράδοξο ότι πάντα προσεγγίζουμε τη σκέψη μέσω της σκέψης, από το οποίο πηγάζει το (ατελές) άπειρο και η (βασανιστική) αυτοαναφορικότητα της σκέψης, που υπομονεύει την αντικειμενική εγκυρότητά της. Στον πυρήνα της σκέψης επομένως βρίσκεται μια θεμελιώδης «απορία», μια ανεπίλυτη αντίφαση ανάμεσα στην πολλαπλότητα και το απεριόριστο των σκέψεων, αφενός, και τη δυνατότητα επαλήθευσής τους, αφετέρου. Συναφής είναι και η αντινομία ανάμεσα στην ελευθερία της σκέψης να μην αναφέρεται στην πραγματικότητα, που τρέφει τη φαντασία, και την αναζήτηση της αλήθειας, την οποία αξιώνει ταυτόχρονα η σκέψη.


Επίσης, παρά τις απόπειρες ορισμένων μυστικιστών να «αδειάσουν» τη συνείδηση ώστε να γίνει δεκτικότερη στη θεϊκή παρουσία, η σκέψη είναι ασταμάτητη, όπως η αναπνοή, ανεξέλεγκτη και ακατάστατη, καθώς υπόκειται σε απρόβλεπτες παρεμβολές και παρεκτροπές, όπως η ονειροπόληση και οι συνειρμοί. Αυτό μπορεί να φαντάζει απογοητευτικό, όμως και ο Στάινερ αναγνωρίζει ότι η απαρέγκλιτη συγκέντρωση συνεπάγεται εξάντληση ή και θάνατο, ενώ η απόσπαση από τη σκέψη διανοίγει ένα κενό που επιτρέπει την πράξη της δημιουργίας.


Μια άλλη αιτία θλίψης είναι ότι ενώ οι σκέψεις είναι απολύτως ιδιωτικές, διασφαλίζοντας τη μοναδικότητά μας, είναι δύσκολο να διεκδικήσει κανείς απόλυτη πρωτοτυπία, γεγονός που οφείλεται κυρίως στην κοινή χρήση της γλώσσας. Απόδειξη, η ρήση του Χάιντεγκερ ότι ακόμα και οι μείζονες στοχαστές το πολύ μια σημαντική σκέψη κάνουν στη ζωή τους, την οποία επεξεργάζονται συνεχώς. Από το άλλο μέρος όμως, ο Στάινερ επισημαίνει μια ακατάσχετη σπατάλη σκέψης. Αμέτρητες σκέψεις πάνε χαμένες ή, αντιθέτως, δεν άξιζαν να γίνουν. Στο σημείο αυτό θα μπορούσε κανείς να αντιτείνει ότι ο Στάινερ προϋποθέτει μια οικονομική λογική ισολογισμού, που εμποδίζει το ελεύθερο παιχνίδι της σκέψης ενάντια σε λογοκρισία κάθε είδους.


Επιπλέον, ελάχιστοι μεν σκέφτονται βαθιά, συστηματικά και πρωτότυπα, αλλά συχνά προκαλούν το μίσος των πολλών, όπως αποδεικνύει η «ακαλλιέργητη κτηνωδία των ΜΜΕ, που έχουν καταντήσει χλευασμό ακόμα και την ίδια τη λέξη διανοούμενος», γράφει ο Στάινερ. Η υψηλή σκέψη, η δημιουργικότητα ωστόσο δεν γίνεται να διδαχθεί. Σύμφωνα με τον Χέλντερλιν, «λίγοι είναι αναγκασμένοι να πιάνουν τον κεραυνό με γυμνά χέρια».


Η σκέψη μπορεί να εξυψώνει, αλλά συνάμα αποξενώνει τον άνθρωπο. Σηματοδοτεί τη μοναξιά, όχι μόνο για τα μεγάλα πνεύματα, αλλά και για τους καθημερινούς ανθρώπους. Επειδή κατοικούμε τον κόσμο μέσω της σκέψης και δεν έχουμε άμεση πρόσβαση στο πραγματικό ή στη σκέψη του άλλου, σε πείσμα των ποικίλων γνωσιοθεωριών, ακόμα και οι πιο κοντινοί άνθρωποι παραμένουν ξένοι - εξού και το θεμελιακά ασύμπτωτο μεταξύ εραστών. Το γέλιο, ο φόβος και το μίσος είναι ίσως οι μόνες στιγμές που αποκαλύπτεται η σκέψη μας με κάποια αυθορμησία, υποστηρίζει ο Στάινερ.


Μια συναφής πηγή μελαγχολίας είναι η προβληματική σχέση των σκέψεων με τις συνέπειές τους, με την πράξη. Η σκέψη λειτουργεί «σαν οθόνη που φιλτράρει την εμπειρία». Ετσι κάποιες εμπειρίες, εμπνεύσεις ή συναισθήματα αιωρούνται ανέκφραστα ή αντίστροφα οι περισσότερες σκέψεις παραμένουν ανυλοποίητες, καθότι η πράξη πάντοτε υπολείπεται της σύλληψης.


Ομως το εναρκτήριο και καταληκτικό πρόβλημα της σκέψης, κατά τον Στάινερ (και τους Ρομαντικούς), έγκειται στο ότι στέκει ανίκανη απέναντι στον θάνατο, παρά τις άπειρες επινοήσεις που αποσκοπούν στο να τον κατανοήσουν και να τον ελέγξουν. Η σκέψη προσπαθεί να σκεφτεί το «είναι» και τον θάνατο, δηλαδή τον Θεό, αλλά όλες οι απόπειρες, όσο σπουδαίες και αν είναι, αποτυγχάνουν να δώσουν την παραμικρή επαληθεύσιμη απάντηση στο ερώτημα της φύσης και του σκοπού της ύπαρξής μας, το οποίο υποκίνησε πλήθος μεταφυσικών και καλλιτεχνικών αναζητήσεων από τη γένεση της ανθρωπότητας.


Μετριασμός της θλίψης


Οι αιτίες της θλίψης τού σκέπτεσθαι που απαριθμεί ο Στάινερ ισχύουν εν πολλοίς και διαυγάζουν την κλασική απεικόνιση του σκεπτόμενου ως μελαγχολικού. Αλλά παραμένει το ερώτημα εάν είναι εγγενής ή ιστορικά προσδιορισμένη η σύξευξη μελαγχολίας και σκέψης. Αυτή είναι μια ανεπίλυτη ένταση στη δική του σκέψη περί σκέψης. Προσεγγίζει οντολογικά μια συνθήκη που ανέδειξε ο Ρομαντισμός σε συγκεκριμένη στιγμή της ανθρώπινης ιστορίας και του πολιτισμού. Επίσης συχνά ο Στάινερ συγχέει την ενσυνείδητη σκέψη με τη φυσική ικανότητα της σκεπτικής διαδικασίας. Ολοι έχουν τη δυνατότητα να σκέφτονται, όμως οι διανοούμενοι μελαγχολούν κυρίως.


Κι ακόμα, ο Στάινερ τείνει να παραβλέπει τις θετικές πλευρές της σκέψης, όπως, για παράδειγμα, η γοητεία του διάκενου μεταξύ της διαφορετικότητας της σκέψης των μεμονωμένων ανθρώπων και των κοινών προτύπων τους. Το άπειρο και το ατελές της σκέψης επομένως δεν είναι αποκλειστικά αποκαρδιωτικό - αντιθέτως, ενέχει δυνητικότητες που επιτρέπουν τις διαφορές στον τρόπο και τις τροπές τού σκέπτεσθαι εντός και μεταξύ των ανθρώπων ιστορικά. Και δεν υπάρχουν μόνο πολλές διαφορετικές σκέψεις αλλά και στάσεις προς τη σκέψη, όπως, για παράδειγμα, η παροιμιώδης πίστη των Διαφωτιστών στη χειραφετησιακή δύναμη της σκέψης, όχι μόνον ως προς την (αμφισβητήσιμη) γνωσιακή της λειτουργία, αλλά πρωτίστως ως προς την κριτική της δύναμη. Ομως η ισχυρότερη ένσταση στον ελεγειακό τόνο του δοκιμίου θα ήταν ότι εξαιτίας του απελπιστικού μη επαληθεύσιμου της σκέψης ο Στάινερ υποτιμά άλλες ανεκτίμητες όψεις της - την παρηγορία της έκφρασης, τη χαρά της άρθρωσης αυτή καθεαυτήν, την έκσταση της εύστοχης διατύπωσης.


ΑΓΓΕΛΙΚΗ ΣΠΥΡΟΠΟΥΛΟΥ,
ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 15/06/2007

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!