Η κυρία Μπέρτα Γκάρλαν

Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 14.84
8.90
Τιμή Πρωτοπορίας
+
295553
Συγγραφέας: Σνίτσλερ, Άρθουρ
Εκδόσεις: Σοκόλη
Σελίδες:288
Μεταφραστής:ΟΜΑΔΑ ΜΕΤΑΦΡΑΣΤΩΝ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/06/2007
ISBN:9789608264830
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Περιορισμένη διαθεσιμότητα
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή

Mε τη νουβέλα του Η κυρία Μπέρτα Γκάρλαν, που μεταφράζεται για πρώτη φορά στα ελληνικά, ο Άρτουρ Σνίτσλερ, ένας από τους σημαντικότερους συγγραφείς των αρχών του 20ού αιώνα, καταθέτει μια βαθιά και λεπτολόγο ψυχολογική σπουδή της γυναικείας συνείδησης, καταγγέλλοντας συνάμα την κοινωνική ανισότητα ως προς
τις ελευθερίες των δύο φύλων. Με φόντο την Αυστρία της εποχής του, αφηγείται δύο αποφασιστικές εβδομάδες από τη ζωή της ηρωίδας του, εφαρμόζοντας μοντερνιστικές τεχνικές, όπως ο ελεύθερος πλάγιος λόγος και ο εσωτερικός μονόλογος. Η Κυρία Μπέρτα Γκάρλαν, η αυστριακή Μαντάμ Μποβαρύ, όπως έχει συχνά χαρακτηριστεί, φέρει τη σφραγίδα της αφηγηματικής δεινότητας του συγγραφέα της που, με αφορμή την ιστορία της, ξετυλίγει μπροστά μιας μια ολόκληρη εποχή.

Η μετάφραση πραγματοποιήθηκε στο πλαίσιο του Διαπανεπιστημιακού-Διατμηματικού Προγράμματος Μεταπτυχιακών Σπουδών «Μετάφραση-Μεταφρασεολογία» του Πανεπιστημίου Αθηνών. Επιμέλεια μετάφρασης: Αναστασία Αντωνοπούλου



ΚΡΙΤΙΚΗ



«Εχω σχηματίσει την εντύπωση ότι εσείς με διαίσθηση -στην πραγματικότητα με λεπτή αυτοπαρατήρηση- γνωρίζετε όλα αυτά που εγώ μόνο με κοπιαστική εργασία έχω ανακαλύψει πάνω σε άλλους ανθρώπους...», γράφει, μεταξύ άλλων, σε επιστολή του, στα 1922, ο Φρόιντ στον φερώνυμο Αυστριακό συγγραφέα και ψυχίατρο Αρτουρ Σνίτσλερ (1862-1932). Το περιστατικό αναφέρει στο πολύτιμο βιβλίο του «Ξαναδιαβάζοντας» τον Φρόιντ ο Γιώργος Βαμβαλής, μεταφραστής, εκδότης και μελετητής του πατέρα της ψυχανάλυσης. Επί τη ευκαιρία να θυμίσουμε ότι ο τελευταίος, που εντρυφούσε στη λογοτεχνία, θαύμαζε πολλούς συγγραφείς, από τους αρχαίους κλασικούς ή τον Σέξπιρ, μέχρι τον Γκέτε, τον Ντοστογιέφσκι και τον Σνίτσλερ. Μιλούσε με θαυμασμό για το έργο των συγγραφέων, τους οποίους αποκαλούσε Ποιητές (Dichter), θεωρώντας ότι ορισμένοι εξ αυτών έχουν προηγηθεί των επιστημόνων, όπως του ίδιου, σε παρατηρήσεις φαινομένων, ενώ οι ειδικοί μελετητές «αγκομαχώντας», έλεγε, προσπαθούν να συλλάβουν ό,τι οι λογοτεχνικές κεραίες.

Η «Κυρία Μπέρτα Γκάρλαν» είναι μια διεισδυτική νουβέλα του κλασικού πλέον Σνίτσλερ, που ασχολήθηκε εκτός από την πεζογραφία και με το θέατρο. Η γραφή του παραγωγικού αυτού δημιουργού, γνωστού στην εποχή του και για κάποιες ψυχαναλυτικές μελέτες του, παραμένει ερεθιστική. Να θυμίσω ότι σ' ένα άλλο έργο του συγγραφέα, στη «Νουβέλα του ονείρου», βασίστηκε το σενάριο της έσχατης ταινίας του Στάνλεϊ Κιούμπρικ «Μάτια ερμητικά κλειστά».

«Η κυρία Γκάρλαν», φυσικά, δεν βρίσκεται στο ύψος της «Μαντάμ Μποβαρί» του Φλομπέρ, αλλά το θέμα της έχει μεγάλες συγγένειες με τον βίο και την πολιτεία της θρυλικής Γαλλίδας ηρωίδας. Οταν πρωτοεκδόθηκε βρήκε λίγους υποστηρικτές και μόλις προ εικοσαετίας αναζωπυρώθηκε το ενδιαφέρον της κριτικής γι' αυτό. Γενικά, η συγκυρία του Σνίτσλερ, αν εξαιρέσουμε τις κεντροευρωπαϊκές κουλτούρες, έδειξε κάποια δυσπιστία απέναντι στον νατουραλισμό και τον νεορομαντισμό μιας γραφής έτοιμης, εντούτοις, να προτείνει πολλά για το διχασμένο υποκείμενο, το νέο μοντέλο ανθρώπου, το οποίο αναδυόταν στις αρχές του περασμένου αιώνα χάρη στο βλέμμα εκείνου του τρομερού Βιεννέζου ψυχαναλυτή, του Φρόιντ: ενός -γιατί όχι;- σπουδαίου συγγραφέα, κατά τον Χάρολντ Μπλουμ, ανώτερου από εδραιωμένες μορφές της παγκόσμιας γραμματείας.

Το ανά χείρας έργο είναι απαιτητικό όσον αφορά την ψυχολογική βυθομέτρηση της κεντρικής ηρωίδας, που χαρίζει το όνομά της στον τίτλο, αν και δίνει, παρ' όλ' αυτά, στην πρώτη σου επαφή μαζί του, την εντύπωση μιας μονογραμμικότητας ή, αν θέλετε, μιας παρωχημένης διαχείρισης του θέματός του (οι τετριμμένες πια λέξεις/έννοιες, όπως π.χ. τιμή, υπόληψη ή -γυναικεία- αξιοπρέπεια περισσεύουν στο κείμενο)... Καλύτερα: χρειάζεται να ξεπεράσεις κάποια εύκολα στοιχεία του ύφους του, που δείχνει να ενδίδει στις επιταγές του δραματικού ρομάντζου, για να αφιερωθείς σε ένα δεύτερο στάδιο στα πολλαπλά επίπεδα του παιγνίου της γραφής. Πρέπει να επιμείνεις στα αδιόρατα οδόσημα, που στήνει έξυπνα και με απελπισμένη συνειδητότητα η αφήγηση, για να ακολουθήσεις τη δαιδαλώδη διαδρομή ενός ψυχισμού παγιδευμένου ποικιλοτρόπως. Τόσο από το υπαρξιακό όσο και από τους κοινωνικούς περισπασμούς μέσα σε ένα ασφυκτικό περιβάλλον επαρχιώτικης αδράνειας.

Η συγκεκριμένη ζωή της Μπέρτα σκιαγραφείται με έναν απόλυτο έλεγχο της αποτύπωσης των δυνάμεων που την εξουσιάζουν. Οι φυσικές νομοτέλειες έχουν εγγραφεί στις πολιτισμικές και η τέλεια αλληλεπίδραση των δύο περιοχών δεν αφήνει περιθώρια απόδρασης από τα δεσμά αυτά. Η γυναίκα δέχεται να παντρευτεί κάποιον μεγαλύτερό της, όχι ύστερα από οικογενειακές, ας πούμε, ατυχίες, αλλά εξαιτίας μιας «φυσιολογικής» ροής των πραγμάτων: επειδή οι γονείς της είχαν πεθάνει και τα αδέλφια της είχαν ακολουθήσει τον δρόμο τους. «Ηταν είκοσι έξι χρονώ και τελείως μόνη όταν τη ζήτησε ο Βίκτωρ Ματίας Γκάρλαν...»

Με έναν γάμο, που δεν θα μπορούσε άλλοτε να φανταστεί, αποσύρεται στην επαρχιακή Αυστρία, γεννά ένα παιδί και ολοένα βυθίζεται σε πληκτικές επαναλήψεις των ίδιων μοτίβων. Ο άντρας της πεθαίνει πρόωρα και η καθημερινή (συμβολική) της διαδρομή, σπίτι -δρόμοι της μικρής πόλης- νεκροταφείο και τούμπαλιν, χαρτογραφεί ψυχρά και απερίφραστα τα όριά της. Ο Σνίτσλερ, έξυπνα, συνθέτει πέριξ αυτής μια μικρή πινακοθήκη χαρακτήρων, η οποία δεν είναι κατ' ανάγκην ζοφερή ή καταπιεστική σε ένα μεγάλο μέρος της. Οι συγγενείς του άντρα της, ας πούμε, σκιτσάρονται θετικά: την περιβάλλουν με στοργή, της βρίσκουν διακριτικά μαθητές για να διδάσκει πιάνο και πράττουν οτιδήποτε θα μπορούσε να την ευχαριστήσει. Βέβαια, δεν παύουν να εκπροσωπούν τη συντηρητική, αυστριακή επαρχία της εποχής, με τις αγκυλώσεις της, οι οποίες εξ ορισμού δεσμεύουν την Μπέρτα να σκεφθεί ένα διαφορετικό μοντέλο ζωής, ακόμα και σκέψης. Οσον αφορά αυτή την τελευταία, δηλαδή τη σχεδόν αφομοιωμένη σε ανάλογη νοοτροπία ηρωίδα, ο Σνίτσλερ ρίχνει όλο το βάρος της προσοχής του. Χειρίζεται το βλέμμα της γυναίκας μέσα από διαρκώς μετακινούμενες γωνίες: πότε τα πράγματα μιλούν για λογαριασμό της, πότε εκείνη γι' αυτά, άλλοτε κάποιος τρίτος παρεμβαίνει για να ολοκληρώσει το διαδραστικό σκηνικό.

Η ψυχογραφική δεινότητα του Σνίτσλερ εν προκειμένω προτείνει σελίδες για ανθολόγηση. Η Μπέρτα, παρότι είναι εγκλεισμένη και στις δικές της προκαταλήψεις, βαθύτερα δεν αποκλείει τη ρήξη. Τα ερεθίσματα για άλλες επιλογές υπάρχουν: όπως ο ελεύθεριος Κλίνγκεμαν και ασφαλώς η κυρία Ρούπιους. Ο πρώτος, ένας γερο-δανδής «χωρίς ιερό και όσιο», από την αρχή της αφήγησης την πολιορκεί άσεμνα, περνώντας βίαια τις διαχωριστικές γραμμές, κάτι που εξοργίζει την Μπέρτα. Αλλά ακροποδητί ο Σνίτσλερ εισάγει έναν ανεπαίσθητο συντελεστή ενδοτικότητος εκ μέρους της ηρωίδας σε ό,τι εκπροσωπεί ο Κλίνγκεμαν: και αυτό το εισπράττεις όχι ρητά, αλλά μέσα από τη σημειολογία μιας σειράς αμφιταλαντεύσεων της τελευταίας αργότερα εν σχέσει προς τον Εμιλ, έναν παλιό της αγαπημένο, με τον οποίο ξαναβρίσκεται. Παράλληλα η κυρία Ρούπους, ένα τραγικό πρόσωπο της μικρής κοινότητας, που απατά τον κατάκοιτο σύζυγό της και ταξιδεύει με την Μπέρτα στη Βιέννη -όταν η ηρωίδα αποφασίζει να συναντήσει τον Εμιλ- είναι ο έτερος πόλος έλξης: για την Μπέρτα η ώριμη φίλη της ενσαρκώνει τις δικές της φαντασιώσεις και κρυφές επιθυμίες.

Δίπλα στους ήρωες του βιβλίου ή μάλλον υπεράνω αυτών αναπνέει ένας τόπος-φετίχ: το ερώτημα είναι εάν η Βιέννη εκπροσωπεί για την πρωταγωνίστρια του Σνίτσλερ ό,τι το Παρίσι για την Μποβαρί και η Μόσχα για τους ήρωες του Τσέχοφ. Οι προφανείς αναλογίες υπάρχουν και δεν χρειάζονται ανάλυση. Η μετωνυμική σχέση της Μπέρτα με το «κέντρο» εισπράττεται, φυσικά, ως έκφραση μιας άλλης: αυτής με τον ανομολόγητο εσωτερικό κόσμο της, με τον οποίο θα φλερτάρει, κάποιες στιγμές, επικίνδυνα, λέει ο Σνίτσλερ. Αυτό το στοιχείο, νομίζω, προέχει στην όλη προβληματική, μάλλον περισσότερο από την (εξαίρετη, έτσι κι αλλιώς) περιγραφή μιας ακόμη θηλυκής περίπτωσης παγιδευμένης στο κοινωνικό δόκανο.

Η συλλογική μετάφραση απέδωσε με ακρίβεια και έλεγχο της γλώσσας μία γραφή που με μεγάλη ψυχραιμία και ανατομική ικανότητα διαχειρίστηκε τα της «άλλης σκηνής», μεταμορφώνοντας το τρέχον (την τυπική, περιφερειακή γυναίκα της εποχής του Σνίτσλερ) σε κάτι οιονεί βαρυσήμαντο, μέσα στην αιφνιδιαστική του πρωτοτυπία.



ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 25/01/2008

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!