Στο δικαστήριο του πατέρα μου

Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 20.29
12.17
Τιμή Πρωτοπορίας
+
149237
Εκδόσεις: Εστία
Σελίδες:404
Μεταφραστής:Λεούση, Ανθή
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/2003
ISBN:9789600510584
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Περιορισμένη διαθεσιμότητα
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Περιορισμένη διαθεσιμότητα

Περιγραφή


«Το βιβλίο διηγείται την ιστορία μιας οικογένειας και ενός ραββινικού δικαστηρίου (Μπετ Ντιν)· τα δύο αυτά ήταν τόσο συνδεδεμένα μεταξύ τους, που ήταν δύσκολο να πεις πού τελείωνε το ένα και πού άρχιζε το άλλο. [...]
»Τον Μπεν Ντιν ήταν ταυτόχρονα δικαστήριο, συναγωγή, αναγνωστήριο, και, αν θέλετε, το γραφείο του ψυχαναλυτή όπου έρχονται οι άνθρωποι με το πνεύμα τους μέσα στην ταραχή και την αγωνία και ημέρευαν».
Ο Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ αναθυμάται τη ζεστασιά και τη σιγουριά του πατρικού σπιτιού του, τη γοητεία των υποθέσεων του δικαστηρίου, την κλειστή και πιστήν στην παράδοση εβραϊκή κοινότητα της Πολωνίας, καθώς και τον απόηχο των μακρινών κοινωνικών συγκρούσεων και των νέων ιδεών στις παραμονές του Α Παγκοσμίου Πολέμου.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Μέχρι να γίνουν όμως όλα αυτά, ο Ισαάκ μεγάλωνε στο στενόχωρο διαμέρισμα της οδού Κροχμάλνα αριθμός 10, στην εβραϊκή συνοικία της Βαρσοβίας. Ο πατέρας του, ένας κατώτερος κληρικός, τα έφερνε δύσκολα βόλτα. Ραββίνος ψυχή τε και σώματι, με τα λίγα κολλυβογράμματα της Τορά, ασκούσε πάνω στους ομοφύλους του την εξουσία που έχει κάθε ταπεινός, φτάνει να έχει τον Θεό για εργοδότη. Έχοντας μετατρέψει το σπίτι του (σύμφωνα με το εβραϊκό έθιμο) σε ναό της θείας δίκης έλυνε προβλήματα, έβγαζε διαζύγια, τελούσε γάμους και κανόνιζε μικροδιαφορές επ ωφελεία όχι μόνον του Θεού, αλλά και των ανθρώπων. Αλλωστε, στο μυαλό τού αγαθού και ημιμαθούς αυτού ραββίνου δεν υπήρχε η παραμικρή αμφιβολία ότι το θείο θέλημα ήταν απολύτως αρμονικό με τα θελήματα των ανθρώπων, αρκεί αυτοί να μην έχουν τα μυαλά πάνω από το κεφάλι.

Την παθητικότητα του πατέρα διέκοπτε η παρουσία μιας διακριτικής πλην σκεπτικίστριας μητέρας, η οποία είχε λόγο όχι μόνο στα του οίκου της αλλά και στο φοβερό του Θεού βήμα, απ όπου δίκαζε - ή μάλλον συμβίβαζε τα ασυμβίβαστα - ο καλοκάγαθος σύζυγός της. Για να μη χάσει τον δρόμο του, στριμωγμένος ανάμεσα στη γονική και τη θεία εξουσία, ο μικρός Ισαάκ, σαν άλλος Κοντορεβιθούλης, μάζευε καθημερινά όλα τα ψιχουλάκια ανθρώπινης ουσίας που έπεφταν από το τραπέζι και το δικαστικό έδρανο των μεγάλων. Έτσι έμαθε ότι δεν είναι αμαρτία να ξαπλώσεις δίπλα στην πεθαμένη σου γυναίκα, υπό την προϋπόθεση να μην υπάρχει στο σπίτι άλλο κρεβάτι και νά ναι Σάββατο, οπότε η κηδεία αναβάλλεται... Διαβάζοντας στα κρυφά το «Έγκλημα και Τιμωρία» έμαθε επίσης ότι υπάρχει κι άλλη έννοια του δικαίου αφού «ένας σπουδαστής που είχε σκοτώσει ένα γραΐδιο, υπέφερε, λιμοκτονούσε και στοχαζόταν βαθιά». Κι όταν ο πόλεμος ήλθε πιο κοντά, έφθασε κι αυτός στο χείλος της γνώσης, όπου «πράγμα παράξενο, οι χασίδηδες στα αναγνωστήρια του Ρατζυμίν σηκώνανε το βλέμμα από το Ταλμούδ και μοίραζαν τις συμπάθειές τους, άλλοι στη Ρωσία, άλλοι στη Γερμανία, ακριβώς όπως θα έκαναν αν ήταν χριστιανοί».



Ο αναγνώστης έχει πάντα δίκιο...



Όταν ο Πωλονοεβραίος Ισαάκ Μπάσεβις Σίνγκερ κάθησε να γράψει το παραμύθι της ζωής του ήταν εξήντα δύο χρόνων, έκλεινε κιόλας τριάντα ένα χρόνια στην Αμερική, και δεν είχε πάρει ακόμη το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Τα αυτοβιογραφικού χαρακτήρα αφηγήματα που απαρτίζουν το βιβλίο του «Στο δικαστήριο του πατέρα μου» δεν είχαν προορισμό να συμπληρώσουν το corpus του λογοτεχνικού του έργου. Όπως γράφει κι ο ίδιος στην εισαγωγή, ξεκίνησαν σαν μια «συγγραφική δοκιμή» και δημοσιεύονταν σε συνέχειες στην εβραϊκή εφημερίδα «Jewish Daily Forward» με ψευδώνυμο. Πόσο πιο «αθώα» μπορεί να είναι η λογοτεχνία όταν γράφεται χωρίς λογοτεχνικό άγχος ή - εάν προτιμάτε - χωρίς λογοτεχνικό υπερεγώ; Όσο γρηγορότερα παραιτείται κανείς από τέτοια ερωτήματα τόσο το καλύτερο. Ακόμη πιο δυσδιάκριτες είναι και οι προθέσεις της ΕΣΤΙΑΣ, η οποία ανέλαβε το ρίσκο να εκδώσει ένα έργο λογοτεχνικά ακατάτακτο και έξω από τη λίστα της σύγχρονης παραγωγής, αμέλησε ωστόσο να δημιουργήσει ένα στέρεο έδαφος για να πατήσει πάνω του ο αναγνώστης. Χωρίς έστω ένα υποτυπώδες ιστορικό διάγραμμα, με μόνο βοήθημα ένα γλωσσάρι εβραίικων όρων, είναι μάλλον υπερβολή να μιλάμε για επιμελημένη έκδοση. Το βιβλίο που εμφανίζεται στα ράφια των ελληνικών βιβλιοπωλείων δεν είναι βέβαια στα γίντις ούτε καν στα αγγλικά. Κυκλοφορεί κανονικά μεταφρασμένο από την Ανθή Λεούση, σε μια ωραία ρέουσα ελληνική αλλά, ούτε αυτό ούτε οι επιλογικές σημειώσεις της μεταφράστριας φτάνουν για να λύσουν την αμηχανία και να καλύψουν την αφροντισιά. Είναι περιττό να επιχειρηματολογήσει κανείς υπέρ της ανάγκης να τοποθετούνται ιστορικά τα εκτός εποχής βιβλία. Ένας λόγος παραπάνω που το συγκεκριμένο δεν διεκδικεί ιδιαίτερες λογοτεχνικές αρετές που αν δεν τις ξέραμε θα είχαμε χάσει ούτε είναι, να πεις, η «Νανά» του Ζολά, η οποία δεν χρειάζεται καν συστάσεις. Αν υπάρχει ένας λόγος να διαβαστεί το βιβλίο, αυτός είναι πρώτος και καλύτερος ο παιδευτικός. Τούτου δοθέντος, το ιστορικό πλαίσιο είναι απολύτως απαραίτητο αλλιώς ο αναγνώστης κινδυνεύει να «ρουφήξει» τα σαράντα εννέα αφηγήματα από τη ζωή ενός χαρισματικού Εβραιόπουλου σαν νά τανε ο Τζακ και η Φασολιά. Κι όμως, ούτε ο Νομπελίστας του 1978 ως παιδί ήταν καρτούν ούτε η Πολωνία του 1914-1915 ήταν καμιά Ντίσνεϋλαντ. Ίσα ίσα που η Βαρσοβία με τις εβραίικες συνοικίες της έβραζε από την αδημονία για ένα μέλλον ωστόσο αβέβαιο. Ουσιαστικά κάτω από ρώσικη κατοχή, αλλά με την προσχηματική «Πολωνική Αντιβασιλεία», οι Πολωνοί έβλεπαν τη γερμανική απειλή με ανάμεικτα αισθήματα. Πόσο μάλλον οι εξαθλιωμένοι Εβραίοι που, ζώντας σιωπηρά την πολλαπλή τους απόρριψη, είχαν τώρα να διαλέξουν ανάμεσα σε δύο ζευγάρια αλυσίδες. Για το χαρισματικό αγόρι της ιστορίας μας υπήρχε φυσικά και μια τρίτη, ασήκωτη αλυσίδα, αυτή της πατρογονικής εβραίικης κληρονομιάς. Με ετούτην όμως θα ισορροπούσε τους λογαριασμούς του πολλά χρόνια αργότερα. Προς το παρόν και όσο διαρκεί ο αιώνας της παιδικής ηλικίας πρέπει να συμπορευθεί χωρίς αντιρρήσεις με την παθητικότητα των ομοφύλων του και την προσήλωσή τους στο όραμα μιας χαμένης πατρίδας, που κανείς τους δεν ξέρει κατά πού πέφτει. Όλα αυτά ενώ η εκτυφλωτική Τέχνη που προετοίμασε τη Ρώσικη Επανάσταση φουντώνει την περιέργειά του και τον σπρώχνει προς την οριστική έξοδο, στον μεγάλο κόσμο της Λογοτεχνίας.



ΡΟΥΛΑ ΓΕΩΡΓΑΚΟΠΟΥΛΟΥ

ΤΑ ΝΕΑ, 29-03-2003

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!