Το μαύρο κουμπί

Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 9.68
6.78
Τιμή Πρωτοπορίας
+
279542
Εκδόσεις: Κέδρος
Σελίδες:60
Ημερομηνία Έκδοσης:01/04/2006
ISBN:9789600432268
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή

Οικογενειακό
Βαρίδια τους βαστούν στον ουρανό
Τους πεθαμένους μου όλους - ειδαλλιώς
Κι άλλο θ ανέβαιναν κρυφά ώς τη γή

(Σελ. 34 του βιβλίου)



ΚΡΙΤΙΚΗ

Από τα πρώτα του ποιήματα, που δημοσιεύονται το 1966, μέχρι και την τελευταία ποιητική του συλλογή, που κυκλοφόρησε με τον τίτλο «Κλεμμένη ιστορία» πριν από έξι χρόνια, ο Κώστας Γ. Παπαγεωργίου θητεύει σε έναν κόσμο στον οποίο κυριαρχούν η έντονη αίσθηση του κλειστού και του αδιέξοδου χώρου και η βαριά ατμόσφαιρα της έλλειψης αέρα και αναπνοής. Τίποτε στην ποίηση του Παπαγεωργίου δεν οδηγεί σε κάποια λυτρωτική ρύθμιση ή λύση και όλα στους στίχους του έχουν στηθεί για να βαραίνουν με κάθε τους κίνηση περισσότερο το κλαδί πάνω στο οποίο έχουν φυτρώσει. Οι παρατηρήσεις αυτές ουδόλως θα πρέπει να μας επιτρέψουν να πιστέψουμε πως ο κόσμος του ποιητή εμφανίζεται με επίπεδα χρώματα, καθώς και μονόχνοτος ή μονομερώς πλασμένος. Η διαρκής απομάκρυνση της πιθανότητας για την εύρεση μιας ζωτικής προοπτικής και τα συνεχή πάθη (οι ανεπανόρθωτες υπαρξιακές βλάβες) που διακρίνουμε παντού στο εσωτερικό του κινούνται στις πιο διαφορετικές κλίμακες, επιφυλάσσουν τις πιο απρόσμενες σκηνοθετικές εκπλήξεις και παίρνουν σάρκα και οστά με τους πιο αιφνιδιαστικούς τρόπους. Η συχνή παράκαμψη της ανθρώπινης μορφής με την καταβύθιση στον παγερό κόσμο των αντικειμένων, αλλά και η κατά καιρούς υποκατάσταση των οικείων χαρακτηριστικών του προσώπου με την εικόνα των σπασμωδικών κινήσεων ενός ακέφαλου και οριστικά παρατημένου στην αδυναμία του να ορθοποδήσει και να αποκατασταθεί σώματος αποτελούν τα βασικά στοιχεία της παραστατικής μεθόδου του Παπαγεωργίου και ορίζουν με σαφήνεια τη λειτουργία της.

Περνώντας στο δέκατο ποιητικό του βιβλίο, το οποίο εύλογα τιτλοφορεί «Το μαύρο κουμπί», ο Παπαγεωργίου προχωρεί, από τη μια πλευρά, σε μιαν επιτομή της έως τώρα διαδρομής του (μια και συγκεφαλαιώνει ορισμένα από τα πλέον αντιπροσωπευτικά μοτίβα και τεχνάσματά της), ενώ, από την άλλη, δοκιμάζει την έξοδο σε μια καινούρια υπό μία έννοια περιοχή, μια περιοχή η οποία, χωρίς να αλλάζει ακριβώς το τοπίο των προηγούμενων συλλογών του, του προσφέρει ένα άλλου τύπου σχήμα και βάθος. Τι ακριβώς, όμως, θέλω να πω με αυτό; Μα, πως αν μέχρι και την «Κλεμμένη ιστορία» η θεματική και η εικονοποιία του Παπαγεωργίου ζωγραφίζουν ένα σύμπαν στο οποίο η ζωή και η ύπαρξη μπορούν να διεκδικήσουν μόνο την άσκοπη περιδίνηση και το ιλιγγιώδες κενό, έγκλειστες εσαεί στο σκληρό και ασφυχτικό τους περίβλημα, με το «Μαύρο κουμπί» η βελόνα παραμένει στο τρομακτικό χάσμα που ανοίγει το κενό, αλλά τείνει εκ παραλλήλου να μετακινηθεί και προς μια συνθήκη ευρύτερης απουσίας, που δεν είναι άλλη από την κατάσταση του μη όντος.

Τα ανεξίτηλα ίχνη της μνήμης

Η κατάσταση του μη όντος: ο σκοπός μου δεν είναι να φιλοσοφήσω, αλλά να δείξω μια πολύ συγκεκριμένη ποιητική μεθόδευση. Στο μεγαλύτερο μέρος της συλλογής, ο ήρωας-αφηγητής του Παπαγεωργίου συναντιέται και συνομιλεί με τους νεκρούς του. Οι φιγούρες των προσώπων που χάθηκαν για πάντα από τη ζωή του, αλλά άφησαν ανεξίτηλο το ίχνος τους στην καρδιά και τη μνήμη του, ανεβαίνουν κάθε τόσο επί σκηνής για να βάλουν μπρος έναν σωρό από περίεργα και παράξενα παιχνίδια, επιζητώντας να ανακινήσουν αισθήματα, να υποβάλουν αισθήσεις, αλλά και να αναμετρηθούν με τους ζωντανούς σαν να ήταν ισχυρότεροι, αποτελεσματικότεροι και καλύτερα προετοιμασμένοι απ αυτούς. Ετσι, η πορεία του ήρωα ανάμεσα στους νεκρούς δεν είναι μια παραδεδομένη Νέκυϊα, όπου ο επισκέπτης του Αδη έχει την ευκαιρία να δει για μια τελευταία (την ύστατη) φορά τις αγαπημένες του μορφές, αλλά, αντιθέτως, ένα ταξίδι στον πάνω κόσμο ή και στον ουρανό, με το είδωλο των ζωντανών αντεστραμμένο.

Η θέση των ζωντανών στους ελλειπτικούς στίχους ή στα πεζόμορφα σπαράγματα του Παπαγεωργίου δεν είναι να θυμούνται και να πενθούν ή να τιμούν τους νεκρούς τους, διότι τα χαρτιά της τράπουλας τα μοιράζουν εν προκειμένω οι νεκροί. Εκείνοι είναι που αποφασίζουν για το πότε, όπως και για το κάτω από ποια καθορισμένη συγκυρία θα κάνουν την εμφάνισή τους ενώπιόν τους, εκείνοι διαλέγουν τον τόπο και το χρόνο της εισβολής τους στις έγνοιες της ζωντανής καθημερινότητας, εκείνοι εγκρίνουν το μέτρο και το βαθμό της εμπλοκής τους με ό,τι τη διαμορφώνει και την περιλαμβάνει. Γι αυτό και όσα συμβαίνουν στο «Μαύρο κουμπί» δεν εκφράζουν μια κάθοδο στην επικράτεια του σκότους και των σκιών, αλλά το πανηγύρι το οποίο στήνει το μη ον μπροστά στην αναπηρία της ζωής, καθώς και τον τρόπο με τον οποίο βγάζει κοροϊδευτικά τη γλώσσα του στα παθήματά της: «Φεύγουν ξεχνώντας τάχα πίσω τους την πόρτα ορθάνοιχτη ή μόλις ανοιχτή· ίσως, δεν ξέρουν πως μπορούν όποτε και όπως θέλουν να επιστρέψουν, ότι αρκεί να το σκεφτούν και όλα γίνονται μεμιάς ως διά μαγείας δυνατά. Και όσο δεν ξέρουν μεριμνούν για του άδειου που άφησαν το δίκαιο μοίρασμα· κουράζονται όμως γρήγορα και να τοι πώς κρατούν κεφάλι αέρα περιμένοντας για να πετάξουν».

Μια ισχυρή μεταφορά

Το ξέρω πως μπορούμε να διαβάσουμε τόσο το παραπάνω απόσπασμα όσο και τα υπόλοιπα κομμάτια της συλλογής πιο συμβατικά: ως μνήμη και ανάκληση των αγαπημένων, αλλά και ως μια χειρονομία προσεταιρισμού της σκορπισμένης στο χάος συνείδησής τους. Εχω, παρ όλα αυτά, την εντύπωση, και αυτό προσπάθησα να υπαινιχθώ πρωτύτερα, πως οι νεκροί του «Μαύρου κουτιού» είναι μια ισχυρή μεταφορά για την εξωτερική και πρωτίστως για την εσωτερική πραγματικότητα με την οποία ερχόμαστε καθημερινώς αντιμέτωποι. Οποιαν ερμηνεία ή εκδοχή κι αν κρατήσουμε, όποια στάση ή όποιο βλέμμα κι αν παραδεχτούμε, η ουσία δεν αλλάζει. Με έναν λόγο ο οποίος έχει οδηγηθεί στην υψηλότερη δυνατή αφαίρεση (σύμφωνα με τη σεφερική μαθητεία), με τροπές της δράσης οι οποίες παίζουν αριστοτεχνικά με το απροσδόκητο και με το παράλογο (μια υπερρεαλιστική υπέρβαση), αλλά και με ένα εξαιρετικά υποβλητικό κλίμα, παρόν σε όλα τα κομμάτια του βιβλίου, που θεμελιώνει έναν χαμηλόφωνο, αλλά σταθερό και αδιάκοπο δραματικό τόνο, ο Παπαγεωργίου μάς δίνει δίχως την παραμικρή αμφιβολία την εντελέστερη, αλλά και την ωριμότερη μέχρι στιγμής ποιητική του προσπάθεια.

ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/04/2006

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!