Η επέκταση του πεδίου της πάλης

Μυθιστόρημα
Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 14.58
8.75
Τιμή Πρωτοπορίας
+
78883
Συγγραφέας: Ουελμπέκ, Μισέλ
Εκδόσεις: Εστία
Σελίδες:201
Μεταφραστής:ΕΜΜΑΝΟΥΗΛ ΑΛΕΞΗΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/05/1999
ISBN:9789600508383
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Άμεσα διαθέσιμο
Θεσσαλονίκη:
Περιορισμένη διαθεσιμότητα
Πάτρα:
Άμεσα διαθέσιμο

Περιγραφή


Απόσπασμα


ΠΡΟΛΟΓΟΣ


Αυτό το βιβλίο αφηγείται, πάνω απ' όλα, την ιστορία ενός ανθρώπου που έζησε τα περισσότερα χρόνια της ζωής του στη δυτική Ευρώπη, στο δεύτερο μισό του εικοστού αιώνα. Πλάσμα μοναχικό κατά βάθος, ωστόσο αραιά και που δημιουργούσε κάποιες ανθρώπινες σχέσεις. Βίωσε καιρούς χαλεπούς και ανήσυχους. Η πατρίδα του κατρακυλούσε αργά, αλλά αναπόδραστα, στην οικονομική ζώνη των μισο-πτωχευμένων κρατών. Τα άτομα της γενιάς του, συχνά σημαδεμένα από τη φτώχια και την απογοήτευση, ζούσαν μέσα στη μοναξιά και την πικρία τους. Τα αισθήματα της αγάπης, της τρυφερότητας και της αδελφοσύνης είχαν σε μεγάλο βαθμό εξαφανιστεί κι οι σύγχρονοί του, στις αμοιβαίες τους σχέσεις, συχνά συμπεριφέρονταν αδιάφορα, ακόμη και βάναυσα.


Τη στιγμή της εξαφάνισής του, ο Μισέλ Ντζερζίνσκι θεωρείτο αναμφισβήτητα βιολόγος πρώτης σειράς και πολλοί πίστευαν ότι θα έπαιρνε το βραβείο Νόμπελ. Ωστόσο, οι πραγματικές αιτίες της ξεχωριστής του σημασίας έμελλε ν' αποκαλυφθούν λίγο αργότερα.


Την εποχή που έζησε ο Ντζερζίνσκι, η φιλοσοφία λογαριαζόταν στερημένη από κάθε πρακτική σημασία, χωρίς ουσιαστικά αντικείμενο. Στην πραγματικότητα, το όραμα του κόσμου που υιοθετούν σε μια δεδομένη στιγμή τα μέλη μιας κοινωνίας καθορίζει την οικονομία, την πολιτική και τα ήθη της.


Οι μεταφυσικές μεταλλάξεις -που πάει να πει οι ριζικές και παγκόσμιες μεταμορφώσεις του οράματος για τον κόσμο, τις οποίες έχει υιοθετήσει η πλειονότητα των ανθρώπων- είναι σπάνιες στην ιστορία της ανθρωπότητας. Όπως, για παράδειγμα, η εμφάνιση του χριστιανισμού.


Μόλις παραχθεί μια μεταφυσική μετάλλαξη, εξελίσσεται χωρίς να συναντάει αντιστάσεις, μέχρις τις έσχατες συνέπειές της. Παρασύρει στο διάβα της, χωρίς καν να το αντιλαμβάνεται, τα οικονομικά και πολιτικά συστήματα, τις αισθητικές απόψεις, τις κοινωνικές ιεραρχήσεις. Καμιά ανθρώπινη δύναμη δεν μπορεί ν' αποτρέψει την πορεία της, καμιά άλλη δύναμη, εκτός από την εμφάνιση μιας καινούργια μεταφυσικής μετάλλαξης.


Δεν μπορούμε να ισχυριστούμε πως οι μεταφυσικές μεταλλάξεις προσβάλλουν ιδιαιτέρως τις αδύναμες και ήδη παρακμάζουσες κοινωνίες. Όταν εμφανίστηκε ο χριστιανισμός, η ρωμαϊκή αυτοκρατορία βρισκόταν στο απόγειο της δόξας της. Οργανωμένη στην εντέλεια κυριαρχούσε στον τότε γνωστό κόσμο, ενώ η τεχνολογική και η στρατιωτική υπεροχή της ήταν ασύγκριτη. Κι όμως, δεν είχε την παραμικρή πιθανότητα επιβίωσης. Όταν αναδύθηκε η σύγχρονη επιστήμη, ο μεσαιωνικός χριστιανισμός συνιστούσε ένα παγιωμένο σύστημα αντίληψης του ανθρώπου και του σύμπαντος. Χρησίμευε ως βάση διακυβέρνησης των λαών, παρήγε γνώση και καλλιτεχνικά έργα, αποφάσιζε για την ειρήνη ή για τον πόλεμο, οργάνωνε την οικονομία και την κατανομή των αγαθών. Ωστόσο, τίποτα απ' όλα αυτά δεν εμπόδισε την κατάρρευσή του.


Ο Μισέλ Ντζερζίνσκι δεν ήταν ούτε ο πρώτος ούτε ο βασικός συντελεστής αυτής της τρίτης μεταφυσικής μετάλλαξης, της -από πολλές απόψεις- πιο ριζοσπαστικής, η οποία έμελλε να εγκαινιάσει μια νέα περίοδο στην ιστορία του κόσμου. Ωστόσο, εξαιτίας ορισμένων όλως εξαιρετικών περιστάσεων της ζωής του, υπήρξε ένας από τους πιο συνειδητούς και πιο εναργείς μεταλλάκτες.




ΜΕΡΟΣ ΠΡΩΤΟ


Το χαμένο βασίλειο



..........................

Στις 14 Δεκεμβρίου 1900, σε μια ανακοίνωσή του στην Ακαδημία του Βερολίνου με τίτλο «Zur Theorie des Geseztes der Energieverteilung in Normalspektrum», ο Μαξ Πλανκ εισήγαγε για πρώτη φορά την έννοια του κβάντουμ, που έμελλε να παίξει αποφασιστικό ρόλο στη μετέπειτα εξέλιξη της φυσικής. Μεταξύ του 1900 και του 1920, με την ώθηση κυρίως του Αϊνστάιν και του Μπορ, έγιναν πολλές απόπειρες προσαρμογής της νεωτεριστικής έννοιας του κβάντουμ στα πλαίσια των προηγούμενων θεωριών. Μονάχα μετά τις αρχές της δεκαετίας του 1920, αυτό το πλαίσιο αποκαλύφθηκε αναπόδραστα καταδικασμένο.


Αν ο Νιλς Μπορ θεωρείται ως ο αληθινός θεμελιωτής της κβαντομηχανικής, είναι κάτι που δεν οφείλεται μόνον στις προσωπικές του ανακαλύψεις, αλλά προπάντων στην ασυνήθιστη ατμόσφαιρα δημιουργικότητας, πνευματικού ζήλου, ελευθερίας της σκέψης και φιλίας, που γνώριζε να δημιουργεί γύρω του. Το Ινστιτούτο Φυσικής της Κοπεγχάγης, που ιδρύθηκε από τον Μπορ το 1919, συγκέντρωσε την αφρόκρεμα των νέων Ευρωπαίων ερευνητών. Ο Χάιζενμπεργκ, ο Πάουλι, ο Μπορν εκεί μαθήτευσαν. Λίγο πιο μεγάλος απ' αυτούς, ο Μπορ ήταν ικανός να αφιερώσει ώρες ολόκληρες συζητώντας τις λεπτομέρειες των υποθέσεών τους, με εκείνο το μοναδικό μείγμα φιλοσοφικής οξυδέρκειας, καλοσύνης και αυστηρότητας. Ακριβής μέχρι μανίας, δεν ανεχόταν καμιά κατά προσέγγιση ερμηνεία των πειραμάτων. Όμως, άλλο τόσο καμιά καινούργια ιδέα δεν του φαινόταν εκ των προτέρων τρελή, καμία κλασική έννοια απυρόβλητη. Του άρεσε να προσκαλεί τους μαθητές του στο εξοχικό του σπίτι στο Τίσβιλντ. Εκεί δεχόταν ακόμη επιστήμονες ειδικευμένους σε άλλους τομείς, πολιτικούς, καλλιτέχνες. Οι συζητήσεις έδιναν κι έπαιρναν περνώντας από τη φυσική στη φιλοσοφία, από την ιστορία στην τέχνη, από τη θρησκεία στην καθημερινή ζωή. Τίποτα ανάλογο δεν είχε ξανασυμβεί από την εποχή που ανέτειλε η ελληνική σκέψη. Μέσα σε αυτό το εξαιρετικό περιβάλλον αναπτύχθηκαν μεταξύ του 1925 και του 1927 οι βασικοί όροι ερμηνείας της σχολής της Κοπεγχάγης, οι οποίοι ακύρωναν σε μεγάλο βαθμό τις νοητικές κατηγορίες του παρελθόντος σε ό,τι αφορούσε το χώρο, την αιτιότητα και το χρόνο.


Ο Ντζερζίνσκι δεν είχε διόλου καταφέρει να δημιουργήσει γύρω του ένα παρόμοιο φαινόμενο. Η ατμόσφαιρα στο κέντρο ερευνών που διηύθυνε ήταν, λίγο-πολύ, ατμόσφαιρα γραφείου. Μη έχοντας καμία σχέση με τους Ρεμπώ του μικροσκοπίου, έτσι όπως τους φαντάζεται ένα συναισθηματικά φορτισμένο κοινό, οι ερευνητές της μοριακής βιολογίας είναι τις περισσότερες φορές καλοί τεχνικοί, όχι ιδιαιτέρως ευφυείς, διαβάζουν Nouvel Observateur κι ονειρεύονται διακοπές στη Γροιλανδία. Η έρευνα στη μοριακή βιολογία δεν απαιτεί καμιά δημιουργικότητα, καμιά εφευρετικότητα. Στην πραγματικότητα είναι μια εντελώς ρουτινιάρικη δραστηριότητα για την οποία χρειάζονται απλώς εύλογες νοητικές ικανότητες, ούτε καν πρώτης διαλογής. Βάζουν τους ερευνητές να κάνουν διδακτορικά, να γράφουν εργασίες τη στιγμή που ένα καλό απολυτήριο λυκείου θα ήταν υπεραρκετό για το χειρισμό των μηχανημάτων. «Για ν' αντιληφθεί κανείς την ιδέα του γενετικού κώδικα», αρεσκόταν να λέει ο Ντεπλεσέν, ο διευθυντής του τομέα βιολογίας του CNRS, «για ν' ανακαλύψει τη θεωρητική αρχή της πρωτεϊνικής σύνθεσης, εκεί ναι, θα' πρεπε κάπως να ιδρώσει προσπαθώντας. 'Αλλωστε, σημειώστε πως ήταν ένας φυσικός, ο Γκάμοφ, που έχωσε πρώτος τη μύτη του σε αυτό το θέμα. Όσο για την αποκρυπτογράφηση του DNA, σιγά τα λάχανα... Αποκρυπτογραφούμε, αποκρυπτογραφούμε... Ένα μόριο σήμερα, άλλο μόριο αύριο. Τροφοδοτούμε με τα δεδομένα τον υπολογιστή κι αυτός λογαριάζει τις υπο-αλληλουχίες. Στέλνουμε φαξ στο Κολοράντο: εκείνοι κατασκευάζουν το γονίδιο Β27, εμείς το C33. Σκέτη μαγειρική. Πότε-πότε γίνεται μια ασήμαντη πρόοδος στα ηλεκτρονικά εξαρτήματα. Συνήθως αυτό είναι αρκετό για να σου δώσουν το βραβείο Νόμπελ βιολογίας. Μαστορέματα, αστεία πράγματα».



.............................


Ο Ντζερζίνσκι έφτασε στις τέσσερις ακριβώς. Ο Ντεπλεσέν είχε ζητήσει να τον δει. Η περίπτωσή του του προξενούσε την περιέργεια. Ήταν, βέβαια, συνηθισμένο ένας ερευνητής να παίρνει ένα χρόνο άδεια μετ' αποδοχών, για να πάει να εργαστεί με κάποια άλλη επιστημονική ομάδα, στη Νορβηγία ή στην Ιαπωνία, σε κάποια επιτέλους απ' αυτές τις θλιβερές χώρες όπου οι σαραντάρηδες αυτοκτονούν μαζικά. Αλλοι - κι αυτό ήταν κάτι που γινόταν πολύ συχνά την εποχή του Μιτεράν, χρόνια όπου η οικονομική αδηφαγία είχε προσλάβει απίστευτες διαστάσεις - αναζητούσαν κεφάλαια κι έστηναν εταιρίες προκειμένου να εκμεταλλευθούν εμπορικά ετούτο ή εκείνο το χημικό μόριο. Ορισμένοι μάλιστα τα είχαν οικονομήσει σε μικρό χρονικό διάστημα, ρευστοποιώντας ποταπά τις γνώσεις που είχαν αποκτήσει στη διάρκεια των ετών της ανιδιοτελούς έρευνας. Ωστόσο, η διαθεσιμότητα του Ντζερζίνσκι, χωρίς συγκεκριμένα σχέδια, χωρίς σκοπό, δίχως την παραμικρή αιτιολόγηση, του φαινόταν ακατανόητη. Στα σαράντα του ήταν επικεφαλής του ερευνητικού τομέα, δεκαπέντε επιστήμονες δούλευαν κάτω από τη διεύθυνσή του. Ο ίδιος άλλωστε δεν εξαρτιόταν -κι αυτό μονάχα θεωρητικά- παρά μονάχα από τον Ντεπλεσέν. Η ομάδα του είχε επιτύχει εξαιρετικά αποτελέσματα και θεωρούνταν ως μία από τις καλύτερες ευρωπαϊκές επιστημονικές ομάδες. Σε τελευταία ανάλυση, τι δεν πήγαινε καλά; Ο Ντεπλεσέν ανέβασε τον τόνο της φωνής του. «Έχετε κάποια σχέδια;». Μετά από σιωπή τριάντα δευτερολέπτων, ο Ντζερζίνσκι είπε νηφάλια: «Να σκεφτώ». Αρχίζανε άσχημα. Ρίχνοντάς το στην πλάκα, ο Ντεπλεσέν ξαναδοκίμασε: «Προσωπικοί λόγοι;» Κοιτάζοντας το σοβαρό πρόσωπο με τα γωνιώδη χαρακτηριστικά, τα λυπημένα μάτια που τον αντίκριζαν, ένιωσε ξαφνικά να τον κυριεύει ντροπή. Προσωπικοί λόγοι, τι ερώτηση ήταν αυτή; Ήταν εκείνος ο ίδιος που τον είχε ανακαλύψει, δεκαπέντε χρόνια νωρίτερα, στο πανεπιστήμιο του Ορσέ. Η επιλογή του αποδείχθηκε εξαιρετική: ο Ντζερζίνσκι ήταν ένας ερευνητής ακριβής, αυστηρός, επινοητικός. Τα θετικά αποτελέσματα συσσωρεύονταν, κι ήταν πολλά. Αν το CNRS είχε κατορθώσει να κρατηθεί σ' ένα καλό επίπεδο στην Ευρώπη στον τομέα της έρευνας στη μοριακή βιολογία, το χρωστούσε σε μεγάλο βαθμό σ' εκείνον. Είχε τιμήσει το συμβόλαιό του και με το παραπάνω.


«Φυσικά», ολοκλήρωσε ο Ντεπλεσέν, «η πρόσβασή σας στον υπολογιστή θα διατηρηθεί ως έχει. Οι κωδικοί σας θα παραμείνουν ενεργοί για να ενημερώνεστε για τα αποτελέσματα που αποθηκεύονται στον serveur, καθώς και στην ιστοσελίδα του κέντρου στο Ίντερνετ. Χωρίς περιορισμό χρόνου. Αν χρειαστείτε κάτι ακόμη, θα είμαι στη διάθεσή σας».


Την επομένη σηκώθηκε κατά τις επτά, πήρε από τη βιβλιοθήκη του «Το Μέρος και το Όλον», την επιστημονική αυτοβιογραφία του Βέρνερ Χάιζενμπεργκ, και κατευθύνθηκε με τα πόδια προς το Πεδίο του Αρεως. Η αυγή ήταν καθάρια και δροσερή. Το βιβλίο το είχε από τα δεκαεπτά του. Καθισμένος κάτω από ένα πλατάνι στην αλέα Βικτόρ-Κουζέν, ξαναδιάβασε το κομμάτι του πρώτου κεφαλαίου όπου ο Χάιζενμπεργκ, περιγράφοντας το πλαίσιο των φοιτητικών του χρόνων, αναφέρει τις συνθήκες της πρώτης του συνάντησης με την ατομική θεωρία:


Ήταν κάτι που έγινε, νομίζω, την άνοιξη του 1920. Η έκβαση του πρώτου μεγάλου πολέμου είχε σπείρει την ανησυχία και τη σύγχυση ανάμεσα στους νέους της χώρας μας. Η παλιά γενιά, βαθιά απογοητευμένη από την ήττα, είχε αφήσει να γλιστρήσουν τα χαλινάρια από τα χέρια της. Οι νέοι συνάζονταν σε ομάδες, σε μικρές ή μεγαλύτερες κοινότητες, για να βρουν έναν καινούργιο προορισμό, ή τουλάχιστον μια καινούργια πυξίδα που να τους επιτρέπει να προσανατολιστούν, μια που η παλιά είχε σπάσει. Έτσι έγινε, λοιπόν, και μια όμορφη ανοιξιάτικη μέρα βρέθηκα στο δρόμο με μια παρέα καμιά δεκαριά, μπορεί και εικοσαριά, συμφοιτητών μου. Αν θυμάμαι καλά, περπατούσαμε στους λόφους που ζώνουν τη δυτική όχθη της λίμνης του Στάρνμπεργκ. Αυτή η λίμνη, κάθε φορά που παρουσιαζόταν ένα φωτεινό άνοιγμα ανάμεσα στις λαμπερές πράσινες οξιές, εμφανιζόταν στ' αριστερά μας και προς τα κάτω κι έμοιαζε να εκτείνεται σχεδόν μέχρι τα βουνά που διαγράφονταν στο φόντο. Σε αυτόν τον περίπατο, μ' έναν αρκετά παράδοξο τρόπο, προέκυψε η πρώτη μου συζήτηση για τον κόσμο της ατομικής φυσικής, μια συζήτηση που έμελλε ν' ασκήσει επίδραση στη διάρκεια της κατοπινής σταδιοδρομίας μου.


Κατά τις έντεκα, η ζέστη άρχισε πάλι να φουντώνει. Γυρνώντας σπίτι, ο Μισέλ γδύθηκε εντελώς πριν ξαπλώσει. Τις επόμενες τρεις βδομάδες, οι κινήσεις του ήταν ελάχιστες. Σαν το ψάρι που, προβάλλοντας πότε-πότε το κεφάλι του απ' το νερό για ν' αναπνεύσει, αντιλαμβάνεται για μερικά δευτερόλεπτα έναν αλλιώτικο κόσμο, ολωσδιόλου διαφορετικό, παραδεισιακό. Εξυπακούεται ότι αμέσως θα πρέπει να επιστρέψει στο σύμπαν των φυκιών του, όπου τα ψάρια αλληλοσπαράσσονται. Ωστόσο, για λίγες στιγμές θα έχει διαισθανθεί έναν κόσμο διαφορετικό, έναν τέλειο κόσμο -τον δικό μας.


Το βράδυ της 15ης Ιουλίου τηλεφώνησε στον Μπρυνό. Με μουσικό φόντο τζαζ cool, η φωνή του ετεροθαλούς αδελφού του εξέπεμπε ανεπαίσθητα ένα υπαινικτικό μήνυμα. Ο Μπρυνό ήταν στα σίγουρα θύμα της κρίσης των σαράντα. Φορούσε δερμάτινα αδιάβροχα, άφηνε γένια. Για να δείξει ότι γνώριζε τη ζωή, μιλούσε σαν ήρωας φτηνής αστυνομικής σειράς της τηλεόρασης, κάπνιζε πουράκια, γύμναζε τους θωρακικούς μυς του. Από τη μεριά του, πάντως, ο Μισέλ δεν πίστευε διόλου σε αυτή την ερμηνεία της «κρίσης των σαράντα». Ένας άντρας θύμα αυτής της κρίσης απαιτεί με όλο του το είναι να ζήσει, να ζήσει λίγο ακόμη. Εκείνο που ζητάει είναι ακριβώς μια μικρή παράταση. Η αλήθεια στην περίπτωση του Μπρυνό ήταν πως τα είχε βαρεθεί όλα. Απλώς, δεν έβλεπε κανένα λόγο να συνεχίσει.


Το ίδιο βράδυ, βρήκε μια φωτογραφία από το δημοτικό σχολείο του Σαρνύ όπου φοιτούσε, κι έβαλε τα κλάματα. Καθισμένο στο θρανίο του, το παιδί κρατούσε ανοιχτό ένα σχολικό βιβλίο. Κοίταζε κατάματα, χαμογελώντας, τον φωτογράφο, ξεχείλιζε από χαρά κι από αισιοδοξία. Κι εκείνο το παιδί, πράγμα ακατανόητο, ήταν αυτός. Το παιδί έκανε τις εργασίες του, διάβαζε τα μαθήματά του με φιλοπονία και προθυμία. Εισχωρούσε στον κόσμο, ανακάλυπτε τον κόσμο, κι αυτός ο κόσμος δεν τον τρόμαζε. Ετοιμαζόταν να πάρει τη θέση του στην κοινωνία των ανθρώπων. Κι όλα αυτά, τα διάβαζε κανείς στο βλέμμα του παιδιού. Φορούσε μια ποδιά με μικρό κολάρο.


Για αρκετές μέρες, ο Μισέλ κράτησε πλάι του τη φωτογραφία, ακουμπισμένη στο λαμπάκι του προσκέφαλού του. Προσπαθούσε να πείσει τον εαυτό του για το ότι ο χρόνος είναι ένα κοινότυπο μυστήριο και πως όλα ήταν εντάξει. Το βλέμμα σβήνει, η χαρά και η αισιοδοξία εξαφανίζονται. Ξαπλωμένος στο στρώμα του, ασκούνταν χωρίς επιτυχία στην ιδέα της προσωρινότητας. Το μέτωπο του παιδιού ήταν σημαδεμένο από ένα μικρό στρογγυλό βαθούλωμα -ουλή από ανεμοβλογιά. Κι αυτή η ουλή είχε διασχίσει τα χρόνια. Πού βρισκόταν αλήθεια; Η ζέστα του μεσημεριού πλημμύριζε το δωμάτιο.

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!