Οι Ολυμπιακοί του 1896 στην Αθήνα

Η γένεση των σύγχρονων Ολυμπιακών Αγώνων
Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 9.15
5.49
Τιμή Πρωτοπορίας
+
224247
Συγγραφέας: Smith, Michael Llewellyn
Εκδόσεις: Εστία
Σελίδες:298
Μεταφραστής:ΖΑΧΑΡΙΑΔΟΥ ΜΑΡΓΑΡΙΤΑ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/07/2004
ISBN:9789600511482
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Στο συναρπαστικό αυτό βιβλίο, το οποίο αποτελεί σημαντική συμβολή στη σύγχρονη ελληνική ιστορία, συντίθενται οι τρεις παράγοντες που οδήγησαν στην αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων: πρώτον, η έκρηξη του αθλητισμού κατά τον 19ο αιώνα στη Βρετανία, στη Γαλλία, στη Γερμανία και σε άλλες ευπρωπαϊκές χώρες, γεγονός που δημιούργησε τις κατάλληλες συνθήκες για την ανάπτυξη της διεθνούς άμιλλας· δεύτερον, η κοινωνική και οικονομική πρόοδος του νεαρού ελληνικού κράτους, η οποία χάρισε στην Αθήνα την εύλογη υποψηφιότητα για την φιλοξενία των Αγώνων· τρίτον, η ιδιοφυϊα του ιδεαλιστή βαρόνου Πιέρ ντε Κουμπερτέν, που κατόρθωσε να συνυφάνει τον ερασιτεχνικό αθλητισμό με το διεθνισμό δημιουργώντας έναν νέο θεσμό, φορέα πανίσχυρων συμβολισμών.
Η ιστορία μεταφέρεται από την Αθήνα στο Παρίσι της Δεύτερης Γαλλικής Αυτοκρτορίας (1851-1870), στο Πανεπιστήμιο του Πρίνστον στις ΗΠΑ, στην Ολυμπία -όπου εκτεταμένες γερμανικές ανασκαφές έφεραν στο φως την τοποθεσία τέλεσης των αρχαίων Ολυμπιακών-, και ξανά πίσω στην Αθήνα για την κορύφωση, τους ίδιους τους Αγώνες. Πέραν του Κουμπερτέν, στα «πρόσωπα του έργου» περιλαμβάνονται ο σπουδαίος Γερμανός αρχαιολόγος Ερνέστος Κούρτιος, που αποκάλυψε στον κόσμο την αρχαία Ολυμπία, ο πολύ επιτυχημένος Έλληνας συγγραφέας Δημήτριος Βικέλας, που αναδείχθηκε πρώτος πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής (ΔΟΕ), ο διάδοχος του ελληνικού θρόνου Κωνσταντίνος, ο οποίος, αν και πρωτεργάτης της διεξαγωγής των Αγώνων στην Αθήνα, είδε τη βασιλεία του να τερματίζεται άδοξα, και ο νεαρός αγρότης Σπύρος Λούης, ο νικητής του νέου αγωνίσμτος, του μαραθωνίου δρόμου, που διεξήχθη για πρώτη φορά στου Ολυμπιακούς του 1896.
Οι αθλητές ήταν ερασιτέχνες, ηρωικές μορφές μιας περασμένης εποχής αθωότητας, τότε που ένας Αμερικανός μπορούσε να δηλώσει συμμετοχή στη δισκοβολία την τελευταία στιγμή και να αναδειχθεί νικητής. Κι ωστόσο, υπήρξαν οι σκαπανείς ενός μοναδικού αθλητικού θεσμού.
Πρόκειται, χωρίς αμφιβολία, για το σοβαρότερο κείμενο επί του θέματος, γραμμένο χωρίς απλοϊκές ψευδαισθήσεις, με τη ακρίβεια ενός ιστορικού μελετητή ο οποίος ξέρει να αναδεικνύει τη στημασία των στοιχείων που διαθέτει.

ΤΑΚΗΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟς, εφ, ΤΑ ΝΕΑ, 19.6.2004







ΚΡΙΤΙΚΗ



Λόγιος και διπλωμάτης ο σερ Μάικλ Λιουέλιν Σμιθ, ο οποίος υπηρέτησε ως πρεσβευτής της Βρετανίας στην Αθήνα στα τέλη του 1990, έχει εμβαθύνει στη μελέτη της νεότερης ελληνικής Ιστορίας. Στα βιβλία του συγκαταλέγονται: The Great Island: A Study of Crete, Ionian Vision: Greece in Asia Minor 1919-1922 και Athens: A Literary and Cultural History. Τώρα, με το τελευταίο βιβλίο του για τους πρώτους Ολυμπιακούς Αγώνες των νεότερων χρόνων, ο συγγραφέας ανατρέχει στην αναβίωση της ιδέας του Ολυμπισμού και στη ρομαντική ιστορία του ξεκινήματός της στα αγγλικά κολέγια κατά τον 19ο αιώνα. Από εκεί πήρε την ιδέα ο Κουμπερτέν, τη μεταλαμπάδευσε στη Γαλλία και στη συνέχεια μαζί με τον Δημήτριο Βικέλα και άλλους έλληνες οραματιστές του Ολυμπισμού την προώθησε ως την πραγμάτωση των πρώτων Αγώνων στην Αθήνα το 1896.

Το βιβλίο είναι γεμάτο πληροφορίες για τους Αθηναίους και την Αθήνα στα τέλη του 19ου αιώνα. Για τον νεωτερισμό του τραμ (!) που έπαιρνε και ο Γεώργιος A' για να κατεβεί στο Φάληρο για τον απογευματινό του περίπατο. Υπάρχουν στοιχεία για τις προετοιμασίες της πόλης για την υποδοχή των ξένων, οι οποίες... κατά πάγια τακτική έγιναν την τελευταία στιγμή, ενώ δεν λείπουν και τα δημοσιεύματα του ξένου Τύπου που αμφισβητούσαν την ικανότητά μας να οργανώσουμε Αγώνες. Ο συγγραφέας μιλάει ακόμη για τα απρόβλεπτα του καιρού καθώς οι Αγώνες έγιναν πολύ νωρίς για το κλίμα της Αττικής, στις 6 Απριλίου, για τον ενθουσιασμό αλλά και για την αφέλεια των κατοίκων της Αθήνας και των διοργανωτών. Και δεν είναι λίγες οι φορές που ο αναγνώστης πιάνει τον εαυτό του να χαμογελά με γεγονότα που χρωμάτισαν τη ζωή της Αθήνας τότε, όπως άλλωστε και τώρα.



Από τον βαρόνο ως τον νερουλά



H Εισαγωγή μάς προετοιμάζει για το τι πρέπει να περιμένουμε στις επόμενες σελίδες. Λέει: «H ιστορία φέρνει μαζί έναν Γάλλο αριστοκράτη γοητευμένο από το σύστημα των βρετανικών δημόσιων σχολείων και της βρετανικής αντίληψης του ερασιτεχνισμού και της ιδέας του έντιμου παιχνιδιού (fair play). Εναν Γερμανό αρχαιολόγο που αποκάλυψε στον κόσμο τι βρίσκεται κάτω από την ιλύ στην αρχαία Ολυμπία. Εναν Ελληνα μεταφραστή του Σαίξπηρ και επιτυχημένο συγγραφέα ο οποίος έγινε ο πρώτος πρόεδρος της Διεθνούς Ολυμπιακής Επιτροπής. Εναν Ελληνα βασιλέα ο οποίος δολοφονήθηκε από κάποιον σχιζοφρενή στη Θεσσαλονίκη το 1913. Εναν διάδοχο του Θρόνου ο οποίος οδήγησε τον στρατό της χώρας σε μια ταπεινωτική ήττα από τους Τούρκους το 1897 και μετά σε μια λαμπρή νίκη κατά των Τούρκων στους Βαλκανικούς πολέμους και μετά ως βασιλέας εξαναγκάστηκε σε εξορία από τη Βρετανία και τη Γαλλία κατά τη διάρκεια του Πρώτου Παγκοσμίου Πολέμου. Εναν Ελληνα πολιτικό ο οποίος αποδοκίμαζε τους Αγώνες θεωρώντας τους ακριβή πολυτέλεια και έχασε τις εκλογές, εξορίστηκε και πέθανε κατά τη διάρκεια των Αγώνων. Και έναν αγρότη ο οποίος νίκησε στον πρώτο Ολυμπιακό Μαραθώνιο και στη συνέχεια απέκτησε το μονοπώλιο της υδροδότησης των διψασμένων κατοίκων της Αθήνας από τις πηγές του Μαρουσιού». Σημειώνεται ότι αναφέρεται συγκεκριμένα στον Κουμπερτέν, στον Κούρτιους, στον Δ. Βικέλα, στον Γεώργιο A', στον Κωνσταντίνο A', στον Χαρίλαο Τρικούπη και στον Σπύρο Λούη.

Πράγματι, σε αντίθεση με τον βασιλιά Γεώργιο A' και τον διάδοχο Κωνσταντίνο, οι οποίοι υπήρξαν από την αρχή θερμοί υποστηρικτές της ολυμπιακής ιδέας και κυρίως της ιδέας να γίνουν οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Αθήνα, ο πρωθυπουργός Χαρίλαος Τρικούπης πίστευε ότι ήταν μια πολυτέλεια που η ελληνική οικονομία δεν άντεχε και επίσης ότι ο δρόμος προς την ανάπτυξη και τον εξευρωπαϊσμό της χώρας έπρεπε να περάσει μέσα από οικονομικές και επιχειρησιακές δραστηριότητες και όχι από τον αθλητισμό. Από την πρώτη στιγμή όμως που έπεσε η ιδέα για την αναβίωση των Ολυμπιακών Αγώνων στην Αθήνα ξύπνησε στους Ελληνες ένας αχαλίνωτος ενθουσιασμός που έφθανε στα όρια του εθνικισμού και κανένας δεν μπορούσε να τους σταματήσει.



H Αθήνα του 1890



Στους Αγώνες οι Αθηναίοι είδαν μια μοναδική ευκαιρία να αποδείξουν ότι το μικρό βασίλειό τους ήταν ισάξιο του λαμπρού του παρελθόντος και βάλθηκαν να «καλλωπίσουν» τη μικρή τότε Αθήνα, να καθαρίσουν τους δρόμους, να απομακρύνουν τα σκουπίδια από τα ρέματα, να ασβεστώσουν τα σπίτια τους, για να εντυπωσιάσουν με κάθε τρόπο τους ξένους που περίμεναν να έρθουν. Φαίνεται ότι η Αθήνα πνιγόταν στη σκόνη λίγους μήνες πριν από τους Αγώνες, ενώ διαβάζουμε ότι ο συνήθως ήσυχος δρόμος της Ηρώδου Αττικού, δίπλα στους βασιλικούς κήπους, αντηχούσε ολημερίς από τον βόμβο των κάρων που μετέφεραν όγκους μαρμάρου από τα λατομεία της Πεντέλης για να κτιστούν οι πρώτες σειρές κερκίδων του αρχαίου σταδίου. «H πόλη της Αθήνας είναι τυλιγμένη σε σύννεφα σκόνης που μπαίνουν σε μάτια, αφτιά και μύτες με τον πιο ενοχλητικό τρόπο» έγραφε ο ανταποκριτής των «New York Times» μόλις μία εβδομάδα πριν από την έναρξη των Αγώνων, στις 6 Απριλίου 1896. Σας θυμίζει τίποτε;



Κρίσεις και επικρίσεις στον Τύπο



Από την άλλη μεριά ο ανταποκριτής των «Times» του Λονδίνου προέβλεπε ότι οι Αγώνες θα σημειώσουν επιτυχία και κατηγορούσε τους Βρετανούς για την ισχνή εκπροσώπηση της χώρας τους. Ηταν όμως ένας δημοσιογράφος με ειδικά ενδιαφέροντα στην αρχαιολογία, ο οποίος μαζί με μερικούς άλλους διανοουμένους της εποχής προτιμούσε να φιλοξενούνταν οι πρώτοι Ολυμπιακοί Αγώνες στην Ολυμπία. Ολοι όμως αναγνώριζαν ότι κάτι τέτοιο θα ήταν αδύνατο καθώς η Ολυμπία δεν διέθετε ούτε την υποτυπώδη υποδομή για να υποδεχθεί ξένους. H Αθήνα τουλάχιστον είχε το πολυτελές ξενοδοχείο της «Μεγάλης Βρεταννίας» και λίγα ακόμη μικρότερα ξενοδοχεία με έστω προβληματικές συνθήκες παραμονής. Ηδη οι ταξιδιωτικοί οδηγοί της εποχής (τόσο ο Baedeker όσο και ο Murray) είχαν δημοσιεύσει οδηγίες για τους επισκέπτες της Αθήνας και για το πώς να προφυλαχθούν από κουνούπια, κοριούς και άλλα απεχθή ζιζάνια, και συμβούλευαν τους αναγνώστες τους να έχουν μαζί τους αλοιφές, κουνουπιέρες, ακόμη και πάνινους υπνόσακους.

Τα μεγαλύτερα προβλήματα της πόλης στα τέλη του 19ου αιώνα ο σερ Μάικλ Λιουέλιν Σμιθ τα τοποθετεί στα σκουπίδια και στη σκόνη των δρόμων, στην έλλειψη νερού και... στην ανώμαλη επιφάνεια των πεζοδρομίων! Την αυστηρότερη κριτική για την κατάσταση της πόλης λίγους μήνες πριν από τους Ολυμπιακούς Αγώνες την έκανε ο Εμμανουήλ Ροΐδης, ο οποίος σε μια σειρά άρθρα με τίτλο «Περίπατοι στην Αθήνα» ειρωνευόταν την ξενομανία των Αθηναίων και τα νέα πολυτελή κτίρια, όπως το Ζάππειο, που έγιναν για να φιλοξενούν ένα πάμπτωχο εμπορικό ή εκθεσιακό περιεχόμενο. Καυτηρίαζε την κατάληψη των πεζοδρομίων από τους εμπόρους που άπλωναν σε αυτά τα εμπορεύματά τους ή τους κρεοπώλες που κρεμούσαν έξω τα σφαχτά τους ή άφηναν τα σκουπίδια τους, και κορόιδευε τις προτροπές που δημοσίευαν οι εφημερίδες για να καθαρίσουν οι Αθηναίοι την πόλη τους προτού έρθουν οι ξένοι. Από την άλλη μεριά, ο ξένος Τύπος δεν ήταν και τόσο ευνοϊκός προς τους Αγώνες και είναι χαρακτηριστική η στάση του «Illustrated London News» της 4ης Απριλίου, δύο ημέρες δηλαδή πριν από την έναρξη, όπου δημοσιεύτηκε ένα ολοσέλιδο ρεπορτάζ με φωτογραφίες για τον κωπηλατικό αγώνα Οξφόρδης - Κέιμπριτζ, ενώ αγνοήθηκαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες της Αθήνας, φανερώνοντας έτσι πού στρέφονταν οι βρετανικές προτεραιότητες.



Γιατί όχι και τουριστικό κίνητρο;



Από ελληνικής πλευράς τώρα θα πρέπει να πούμε ότι ο Δημήτριος Βικέλας, μεταφραστής του Σαίξπηρ, συγγραφέας και από τους πιο ένθερμους υποστηρικτές των Αγώνων, πίστευε ότι θα βοηθούσαν στην ανάπτυξη του αθλητισμού στην Ελλάδα. Ακόμη, ότι θα ήταν ένα καλό κίνητρο για την ανάπτυξη του τουρισμού και θα βοηθούσαν τους Ελληνες να ενταχθούν στις κοινωνίες της Δυτικής Ευρώπης. Και, τέλος, έβλεπε ότι οι Αγώνες θα έφερναν πιο κοντά στη βασιλική οικογένεια τον λαό καθώς τόσο ο βασιλιάς όσο και ο διάδοχος από την αρχή στήριξαν και εργάστηκαν για τον Ολυμπισμό.

Ο Μάικλ Λιουέλιν Σμιθ αποδίδει με μοναδική γλαφυρότητα και χιούμορ την περιπέτεια των πρώτων Ολυμπιακών Αγώνων και αναφέρεται με κατανόηση στις αδυναμίες των διοργανωτών εκείνης της εποχής, χωρίς να παραλείπει τα παράδοξα και τα απρόβλεπτα της... ελληνικής πραγματικότητας ή ακόμη και τις υπερβάσεις στο κόστος των Αγώνων. Ετσι μαθαίνουμε ότι, ενώ στην πρώτη εκτίμηση του κόστους ο Κουμπερτέν υπολόγιζε 250.000 δρχ. και η Διεθνής Ολυμπιακή Επιτροπή 600.000 δρχ., οι Αγώνες κόστισαν τελικά πάνω από 1,5 εκατ. δρχ., από τις οποίες μόνο το Στάδιο κόστισε 1 εκατ. δρχ., ποσό που καλύφθηκε από χορηγία του Γεωργ. Αβέρωφ. Εκτός όμως από τα λογιστικά, ο αναγνώστης θα εκπλαγεί μαθαίνοντας ότι το τελετουργικό με την αφή της Φλόγας και τις ιέρειες είναι σύγχρονη εφεύρεση που καθιερώθηκε στους Ολυμπιακούς του Βερολίνου το 1936 για λόγους εντυπωσιασμού, ενώ και ο μαραθώνιος είναι ένα σύγχρονο αγώνισμα που δεν είχε σχέση με την Ολυμπία. Και τα δύο όμως συμβάλλουν στη συναισθηματική φόρτιση του κοινού.



XAPA ΚΙΟΣΣΕ

ΤΟ ΒΗΜΑ, 08-08-2004

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!