Η σπηλιά του Πρόσπερου

Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €17.00
286672
Συγγραφέας: Ντάρελ, Λώρενς
Εκδόσεις: Μεταίχμιο
Σελίδες:264
Μεταφραστής:ΚΑΛΟΒΥΡΝΑΣ ΛΥΟ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/11/2006
ISBN:9789604550746


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Το 1935 ο Λόρενς Ντάρελ πείθει τη μητέρα και τη γυναίκα του να μετακομίσουν στην Κέρκυρα για να γλιτώσουν από τον αγγλικό χειμώνα. Η απόφαση αυτή θα σταθεί καθοριστική για την πορεία του καθώς στη διάρκεια των έξι χρόνων που θα μείνει εκεί θα εξελιχθεί ως συγγραφέας, θα γράψει το πρώτο σημαντικό έργο του Το μαύρο βιβλίο, και θα συνδεθεί με τον Χένρι Μίλερ, τον οποίο θα φιλοξενήσει στην Κέρκυρα το 1939.

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Ενας από τους σημαντικότερους βρετανούς συγγραφείς του εικοστού αιώνα, ο Λόρενς Ντάρελ (1912-1990), διάσημος κυρίως για το Αλεξανδρινό Κουαρτέτο του, από το 1935 ως το 1941 έζησε στην Κέρκυρα, απ' όπου έφυγε για την Αίγυπτο λόγω της κήρυξης του Β/ Παγκοσμίου Πολέμου. Το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Η σπηλιά του Πρόσπερου (πρωτότυπος τίτλος Prospero's Cell), που γράφτηκε στην Αλεξάνδρεια μετά την αναχώρησή του από την Ελλάδα και κυκλοφόρησε το 1945 με μεγάλη επιτυχία, ήταν καρπός της νοσταλγίας του για το νησί που φοβόταν πως δεν θα ξανάβλεπε πια. Σε αυτό κύρια πρόσωπα, εκτός από τον ίδιο, είναι η νεαρή σύζυγός του Νάνσι (την αναφέρει ως Ν.), ο γιατρός Θεόδωρος Στεφανίδης, ο αρμένης ποιητής Ιβαν Ζαριάν, ο κερκυραίος κόμης Δ. και ο πολωνός φίλος του Μαξ Νίμιεκ, στους οποίους το αφιερώνει. Περιέργως, από αυτό λείπουν η μητέρα του, καθώς και τα τρία αδέλφια του, ο Λέσλι, ο Τζέρι και η Μαργκό, που όμως μνημονεύονται στο ομοειδές πόνημα του αδελφού του Τζέραλντ Ντάρελ Η οικογένειά μου και άλλα ζώα (στα ελληνικά από τις εκδόσεις Αμμος), καθώς και ο Χένρι Μίλερ, τον οποίο φιλοξένησε το 1939.

Ο συγγραφέας παραθέτει στην αρχή του πρώτου κεφαλαίου τον στίχο «Τώρα όχι γλώσσες· μόνο μάτια· σιωπή» από την Τρικυμία του Σαίξπηρ - υποτίθεται πως το νησί του έργου είναι η Κέρκυρα, εξ ου και ο τίτλος του βιβλίου - και αρχίζει με ημερολογιακές καταγραφές (πρώτη η 10-4-37). Στην πραγματικότητα πρόκειται για την κατάθεση όσων στιγμών θυμάται ζωηρά - η φυγή του είναι πρόσφατη - και θέλει να τις απομνημονεύσει, ώστε να συνεχίσουν να αποτελούν εναύσματα για τα ποιήματα που γράφει τότε. Εξηγεί τους λόγους που ώθησαν την οικογένεια Ντάρελ να επιλέξει την Κέρκυρα ως τόπο κατοικίας («αποτελεί τον προθάλαμο της Ελλάδας του Αιγαίου»), παραλείπει τα προηγούμενα σπίτια όπου έμεναν και μιλάει για το άσπρο σπίτι στο Καλάμι, στη βορινή άκρη του νησιού, απέναντι από τις ακτές της Αλβανίας, νοικιασμένο από έναν ψαρά.

Γραμμένο με ποιητικότητα και ανάλαφρο στυλ, το βιβλίο δεν περιέχει μόνο τις εντυπώσεις και τις αναμνήσεις του συγγραφέα από την Κέρκυρα, αλλά και τα σχόλιά του για τις ποικίλες ιδιομορφίες των Κερκυραίων και της κερκυραϊκής κοινωνίας. Επίσης ο συγγραφέας προβαίνει σε ενδιαφέρουσες παρατηρήσεις για τον σύγχρονο Ελληνα, που τον γνώρισε και σε άλλα μέρη, μα και στην Αίγυπτο, ο οποίος ζει «στη σκιά της Ευρώπης, υπό το πρίσμα του συμπλέγματος κατωτερότητας απέναντι στα ημίψηλα καπέλα». Υμνος λοιπόν για την Κέρκυρα και ταυτόχρονα οδηγός για τον τόπο, εγχειρίδιο για τους περιηγητές Η σπηλιά του Πρόσπερου. Διότι, εκτός από τα βιώματά του με χωρικούς και ψαράδες, καθώς και τις συζητήσεις με τους φίλους του, ο Ντάρελ στο τελευταίο κεφάλαιο παραθέτει ένα «Παράρτημα για ταξιδιώτες». Σε αυτό καταγράφει τα σπουδαία ιστορικά γεγονότα του νησιού, με το οποίο σχετίστηκαν παντοιοτρόπως, ο Περίανδρος, ο Δημήτριος ο Πολιορκητής, ο Νέρων, ο Ναπολέων, αλλά και χωριάτικα γιατροσόφια, αξιοθέατα, πανηγύρια, τοπικά φαγητά, κρασιά, γλυκά. Αρκετά κατατοπιστικές είναι οι σημειώσεις του Λύο Καλοβυρνά που μετέφρασε το κείμενο με εμφανή αγάπη για τον συγγραφέα και το θέμα του.



ΦΙΛΙΠΠΟΣ ΦΙΛΙΠΠΟΥ

Το ΒΗΜΑ, 14/01/2007


Kριτική:


«...Και πρόκειται για μια Αλεξάνδρεια, που μόνον ένας Αγγλος, γεννημένος στα Ιμαλάια, που αυτοεξορίσθηκε εκεί έχοντας βρει την ωριμότητά του στην Ελλάδα, θα μπορούσε να αναστήσει...»


Από τον πρόλογο του Χένρι Μίλερ στην Ιουστίνη


Οι Δυτικοευρωπαίοι ρομαντικοί αλλά και άλλοι διανοούμενοι του 19ου αιώνα, όπως καλά ξέρουμε, θεωρούσαν το ταξίδι στην Ανατολή μια μυητική διαδικασία. Οι «άγριες» και αποκλίνουσες κουλτούρες της Ελλάδας ή της Τουρκίας είχαν γίνει για τον Μπάιρον ή τον Φλομπέρ, ας πούμε, σημείο αναφοράς ενός τρόπου ζωής και σκέψης, τον οποίο όφειλε κανείς να γνωρίσει και μέσω αυτού να περάσει σε έναν άλλο κόσμο. Η «δοκιμασία», η εμβάπτιση μέσα στα νάματα των ανατολικών πολιτισμών, ήταν προϋποθετικά στοιχεία για να κατακτήσει ο ορθολογισμένος, δυτικός άνθρωπος -καθώς αυτός πίστευε - τα στάδια υπέρβασης του γνωστού του εαυτού, ζητώντας και ένα είδος καθαρμού.


Ας θυμίσουμε το πασίγνωστο: η ιστορία αυτή, όσον αφορά την Ελλάδα, είχε τις ιδιαιτερότητές της, διότι οι διάφοροι Ευρωπαίοι εραστές του συγκεκριμένου τόπου έβρισκαν σ' αυτόν τον τελευταίο τον συνδυασμό του ανορθολογικού με την αίγλη των αρχαίων ερειπίων. Η νέα πραγματικότητα, που αναδύθηκε μετά το 1821, ήταν για τους Δυτικούς μια γοητευτική αφορμή να συναντηθούν με ένστικτα και οπτασίες. Το ρομάντζο που άρχισε τότε, άσχετα με τις απίστευτες τρικυμίες στη σχέση των δύο πλευρών, συνεχίστηκε «ρομαντικά» και στο πρώτο μισό του επόμενου αιώνα, ιδιαίτερα στο επίπεδο της διανοητικής επαφής κάποιων συγγραφέων με το ελληνικό «τοπίο». Μέσα στο φαντασιακό του Χένρι Μίλερ, του Ράνσιμαν, του Μερλιέ ή ενός Φέρμορ, ο ελληνικός χώρος πλάστηκε με όρους ιδανισμού. Ιδιαίτερα ο πρώτος στην περίφημη επίσκεψή του στα τέλη της δεκαετίας του '30, όπου απαθανάτισε πράγματα και ανθρώπους (δες το Ο κολοσσός του Αμαρουσίου, αυτόν τον ύμνο για τον Γεώργιο Κατσίμπαλη), πρόσθεσε στην αλυσίδα των φιλελλήνων έναν ακόμα ιδιαίτερο κρίκο.


Ο Λόρενς Ντάρελ (1912-1990), από την άλλη, ο Αγγλος αυτός «επισκέπτης» -και- του νεοελληνικού τοπίου, μέσα από ένα σωρό ταξίδια και διαμονές εδώ κατά τον Μεσοπόλεμο ή και λίγο μετά (στην Κρήτη, στην Κω, στη Ρόδο και στην Κέρκυρα), έγινε μέγας διαφημιστής της εγχώριας ζωής και του όποιου βάθους πεδίου της ήθελε να βλέπει.


Με αφορμή, λοιπόν, τις εμπειρίες του αυτές υπέγραψε, εκτός από το ανά χείρας, και ένα άλλο βιβλίο με τίτλο Ελληνικά νησιά (που κυκλοφορεί επίσης από το «Μεταίχμιο», σε μετάφραση της Ελεάνας Πανάγου), με σκέψεις και αναστοχασμούς για τις υπόγειες σχέσεις πολιτισμών και την «πίσω σκηνή» τους.


Στη Σπηλιά του Πρόσπερο ο δημιουργός του κατοπινού, περίφημου Αλεξανδρινού κουαρτέτου καταγράφει την «εμπειρία της Κέρκυρας», από τη διαμονή του στο νησί του Ιονίου επί έξι χρόνια στα μέσα της δεκαετίας του '30: δηλαδή τις εντυπώσεις του από την επαφή με έναν τόπο που στα μάτια του είναι ένα ον με μυστική ζωή, βαθύτερους ήχους και συμβολισμούς. Για τον Ντάρελ, όπως και η Αλεξάνδρεια του Κουαρτέτου του, η Κέρκυρα είναι μια σύνθεση, καθώς θα έλεγε και ο Μίλερ για την αιγυπτιακή πόλη, μια πραγματικότητα «που δεν παίζει απλώς το ρόλο τού ντεκόρ, είναι κάτι ζωντανό, που μπορεί να γίνει λίγο τερατώδες, αλλά από σάρκα, από πέτρα , από έγκλημα, από όνειρο ή από μύθο ...ένα εραλδικό πορτρέτο».


Το κείμενο, γραμμένο υπό μορφήν ημερολογιακών, ποιητικών σημειώσεων, είναι χωρισμένο σε εφτά κεφάλαια και προτείνει ένα μωσαϊκό παρατηρήσεων, εντυπώσεων και συλλογής αναμνήσεων από βιώσεις κατά την επαφή του Ντάρελ με το ειδυλλιακό αλλά μαζί και μυστηριακό νησί. Ο «τυχοδιώκτης» Αγγλος, φορέας και του προσωπείου του απόλυτου διανοούμενου, επιζητεί να διαπεράσει τον πρωτογονισμό που τον γοητεύει, να τον συνδυάσει με βαθύτερα πολιτισμικά και μυθικά δεδομένα ή και να τον αποδεχθεί, λυρικώ τω τρόπω, αυτούσιο ακόμα. Η «Φύση και οι τρόποι», όπως έγραψε χαρακτηριστικά, τον απασχολούν σε αυτή τη διαδικασία επαφής με ένα περιβάλλον που θέλει να το εξιχνιάσει, καθώς αυτό στήνει μπροστά του έναν καθρέφτη. Δεν είναι τυχαίο ότι ο ίδιος σημειώνει για την εμπειρία του στα καθ' ημάς πως του προσφέρθηκε η δυνατότητα να ανακαλύψει το πιο σκληρό κοίτασμα: τον εαυτό του.


Πρέπει κανείς ψύχραιμα, γυρίζοντας σε εκείνη τη συνθήκη, να προσπαθήσει να συλλάβει τη θέση του ξένου «περιηγητή» μπροστά σε έναν «παρθενικό» κόσμο, διαθέσιμο προς μελέτη. Να κατανοήσει τον ενθουσιασμό και τη μάγευσή του από τα πιο απλά ήθη και συμπεριφορές των καθημερινών ανθρώπων. Κεφάλαια αυτού του έργου ασχολούνται με την απαθανάτιση συνηθειών (π.χ. του ψαρέματος ή του τρύγου), τους αγίους ή τον Καραγκιόζη, για τα οποία έχεις να πεις ότι εάν δεν μεσολαβούσε η δεξιοτεχνική χειρ του Ντάρελ θα μπορούσαν να αφορούν μόνον εθνολόγους.


Ομως εδώ η ιμπρεσιονιστική διάθεση και, βέβαια, κάτι πιο παράξενο που αναδύεται από την πρωτογενή έκπληξη του «εξερευνητή», μεταμορφώνει το σύνολο και φτάνει στην υπέρβαση. Ο Ντάρελ ...προετοιμαζόταν για το θρυλικό Κουαρτέτο του, το νιώθεις αυτό ακροθιγώς, πλην ως στέρεο δεδομένο. Είμαστε ακόμα μακριά από την ιλύ της Μέσης Ανατολής. Το κερκυραϊκό τοπίο είναι πιο ήπιο, αν και ο Ντάρελ φροντίζει να του δίνει αιφνίδια και αρκούντως σκοτεινή εσωτερικότητα. Ας υπολογίσουμε και τον βασικό, συμβολικό άξονα της σύνολης σκηνοθεσίας, μία υπόθεση εργασίας: ότι, δήθεν, ο Σέξπιρ επισκέφθηκε το νησί, εξού και η παρουσία της Τρικυμίας του ως σκηνικού εμπνευσμένου από εκεί. Οπότε μια άλλη ρυθμολογία έρχεται να προστεθεί στη γενικότερη σύνθεση.


Η συντροφιά των φίλων του Ντάρελ, που αποτελείται από διανοουμένους, παίζει τον ρόλο του υποψιασμένου σχολιαστή και δίνει μια διάσταση παραμυθιακή. Ο τόπος μέσα από τις συζητήσεις μεταμορφώνεται, χάνει το γήινο βάρος του, το οποίο στα άλλα σημεία της αφήγησης υπάρχει και επιβάλλεται ως μια άλλη πραγματικότητα, προκλητική μέσα στο απερίφραστό της. Το διανοητικό αυτό στοιχείο, οι στοχασμοί των φίλων, πλαισιώνει δημιουργικά το θέμα, ενώ θα περίμενες αυτός ο συντελεστής να επιβάλει γενικά μια ατμόσφαιρα αποστασιοποιημένη. Αντιθέτως αρμόζεται με το όλο πνεύμα και οι αναπνοές του κάνουν τον πίνακα πιο σκιώδη.


Η ποιητική αυθαιρεσία, λοιπόν, δίπλα στην, ας την πούμε έτσι, «δημοσιογραφική» γραφή έρχεται να εμπλουτίσει την περιγραφή, να γεννήσει εικόνες και να ενισχύσει τη μουσικότητα, όση, τέλος πάντων, διέθετε ο νέος τότε Ντάρελ. Φυσικά, δεν είναι δύσκολο, όπως προαναφέρθηκε, να διακρίνεις σποραδικά στο στιλ του τελευταίου στοιχεία της ωριμότητάς του: στις καλύτερες στιγμές του βιβλίου το υλικό εξαχνώνεται, το τοπίο χρωματίζεται βαθιά, τα πρόσωπα αποκτούν αιφνιδιαστικές διαστάσεις, ο μύθος εγκαθίσταται απαιτητικός ως συμφραζόμενο και στην πιο άμεση κατάσταση.


Ο Λύο Καλοβυρνάς, εγκρατής της ελληνικής, εν προκειμένω σποραδικά αναμειγνύει την καθημερινή με τη λόγια γλώσσα και βρίσκεται εκτός του κλίματος του πρωτοτύπου. Αλλά, πέραν αυτού, παρεμβαίνει στο κείμενο αυθαίρετα, προσθέτοντας δικές του φράσεις... Π.χ. στη σημείωση του Ντάρελ με ημεροχρονολογία 10-4-37 υπάρχει η εξής φράση: «We have chosen Corcyra perhaps because it is an ante-room to Aegean Greece with its smoke-grey volcanic turtle-backs lying low against the ceiling of heaven». Ο κ. Καλοβυρνάς μεταφράζει: «Διαλέξαμε την Κέρκυρα ίσως επειδή αποτελεί τον προθάλαμο της Ελλάδας του Αιγαίου, όπου κάτω από το ταβάνι του ουρανού επιπλέουν ηφαιστειακά γκρίζα καύκαλα χελώνας που λέγονται νησιά».


Πέρα από τις ενστάσεις που μπορεί να έχει κανείς για την απόδοση γενικά, αναρωτιέται: τη φράση που λέγονται νησιά πού τη βρήκε ο κ. Καλοβυρνάς;


ΤΑΣΟΣ ΓΟΥΔΕΛΗΣ, ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 27/04/2007

Κριτικές

Είναι αλήθεια ότι ο Ντάρελ χρωστά την - όποια - δημοφιλία του στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό στη μυθιστορηματική τετραλογία του Αλεξανδρινό Κουαρτέτο, προσωπικά εγώ όμως θεωρώ πως το αριστούργημά του είναι Η Σπηλιά του Πρόσπερου, αυτό το σαγηνευτικό, όλο αγάπη και θαυμασμό για τόπο και ανθρώπους, παρτραίτο της Κέρκυρας. Το βιβλίο είναι ουσιαστικά μια καταγραφή σε μορφή απομνημονευμάτων των εμπειριών του συγγραφέα από την εξαετή παραμονή του στο νησί όπου, σύμφωνα με τα ίδια τα λόγια του, δεν ανακάλυψε μόνο τοπία και έθιμα, αλλά κάτι περισσότερο: τον ίδιο τον εαυτό του.
Η έκδοση από το Μεταίχμιο, στην θαυμάσια σειρά Αριστουργήματα του 20ου αιώνα, είναι πολύ προσεγμένη, η μετάφραση λειτουργική και οι σημειώσεις του μεταφραστή αρκετά επεξηγηματικές.
Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!