Το όνομα του πατέρα και η δυσφορία μέσα στον πολιτισμό

Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 18.25
10.95
Τιμή Πρωτοπορίας
+
289818
Συγγραφέας: Λίποβατς, Θάνος
Εκδόσεις: Πόλις
Σελίδες:306
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/2007
ISBN:9789604351367
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Αυτό το βιβλίο έχει πρόθεση να συνεχίσει το στοχασμό που άρχισαν ο Φρόυντ και ο Λακάν με την ψυχανάλυση, ως μιαν ανάλυση του πολιτισμού. Η σκέψη του Φρόυντ, στο βιβλίο του για τον Μωυσή και τη μονοθεϊστική θρησκεία, στρέφεται γύρω από μια προϊστορική τραυματική πράξη και τις συνέπειές της για τη δόμηση της ιστορίας του πολιτισμού.π[...]

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Οπως ο ίδιος ο τίτλος του βιβλίου το δείχνει, ο Θ. Λίποβατς ξεκινά από δύο προβληματικές οι οποίες αναπτύσσονται στο έργο του S. Freud και του J. Lacan. Πρόκειται για τις δύο έννοιες μέσα από τις οποίες ο συγγραφέας αναπτύσσει τις θέσεις του για μία δομική σχέση του υποκειμένου με τον πολιτισμό και το ίδιο το πολιτικό. Στο επίκεντρο βρίσκεται η θέση ενός διχασμένου υποκειμένου όπως την παραλαμβάνουμε από την ψυχαναλυτική θεωρία, ένας διχασμός που διατρέχει όλες τις σελίδες αυτού του βιβλίου μέχρι το τέλος. Το διατυπώνουμε μ' αυτό τον τρόπο διότι ο συγγραφέας, ακόμη και όταν διατυπώνει τα ηθικά του προτάγματα, φροντίζει τον διχασμό αυτό να μην τον συρράψει, αλλά να τον καταστήσει ανυπέρβλητο και συνάμα δημιουργικό. Η στάση αυτή συνάδει άμεσα με την άλλη θέση του συγγραφέα, ότι η δυσφορία στον πολιτισμό είναι κι αυτή αξεπέραστη.

Ο Λίποβατς βάζει στο επίκεντρο της προβληματικής μία ανάγνωση της νεωτερικότητας και της ύστερης νεωτερικότητας στη βάση αυτού που στη λακανική ψυχανάλυση ονομάζεται κοινωνικός δεσμός. Η δυσφορία μέσα στον πολιτισμό καθίσταται αναγνώσιμη μέσα από τα όρια και τα αδιέξοδα με τα οποία το διχασμένο υποκείμενο έρχεται αντιμέτωπο σε κάθε σχέση του με τον εαυτό του και με τον Αλλο. Με άξονα αυτό, ο συγγραφέας αναλύει τις απαντήσεις που το υποκείμενο δίδει τόσο στο υπαρξιακό όσο και στο πολιτικό επίπεδο όταν προσπαθεί να ανταποκριθεί και να διαχειριστεί την καταστατική δυσφορία του στον πολιτισμό. Οι απαντήσεις αυτές περνούν από ορισμένα μονοπάτια τα οποία ο συγγραφέας απαριθμεί. Είναι η κριτική της Γνώσης και του γνωστικισμού, ο άκρατος ντεσιζιονισμός, η απόρριψη του πολιτισμού η οποία έρχεται μέσα από την απόρριψη του «ονόματος του πατέρα» και του Νόμου, η άκρατη φιλελευθεροποίηση και ο καταναλωτισμός, η αριστερή επαναστατική βία που θέλει να καταργήσει κάθε μορφή κράτους και αγοράς, η τρομοκρατία, αλλά και κάθε είδους απόσυρση, εγκόσμια ή θρησκευτική, που θεωρεί τον κόσμο οντολογικά κακό.

Ο Λίποβατς, προκειμένου να διαπραγματευτεί τις απαντήσεις αυτές, τις αποδομεί, ενώ την ίδια στιγμή μάς δίδει τη δική του δομή. Στο κέντρο αυτής της δομής, αυτό που της επιτρέπει να «κυκλοφορεί» μέσα στην ανάλυση του κοινωνικού δεσμού είναι το διχασμένο υποκείμενο και η καταστατική έλλειψη και η περατότητα μέσα από την οποία συγκροτείται. Οι όροι της δομής αυτής είναι: ο μονοθεϊσμός και η «πρόοδος στην πνευματικότητα», το «όνομα του πατέρα» στην ψυχανάλυση, «ο θάνατος του Θεού» και τέλος το τι σημαίνει ότι ο «Αλλος του Αλλου δεν υπάρχει».

Σε ό,τι αφορά την πρόοδο στην πνευματικότητα και το όνομα του πατέρα, ο Λίποβατς αναπτύσσει το θέμα σε σχέση με τον Μωυσή και τον μονοθεϊσμό του Freud, αντιδιαστέλλοντας την προοπτική αυτή τόσο με τον «Οιδίποδα» όσο και με τον μύθο του «τοτέμ και ταμπού». Ο Λίποβατς αναδεικνύει τα στοιχεία της φροϊδικής κατασκευής τονίζοντας ότι ο φόνος του «Μωυσή» δεν ανάγεται στον φόνο του πρωταρχικού πατέρα και ότι ακριβώς η πρόοδος στην πνευματικότητα έρχεται με τον μονοθεϊσμό.

Πρόκειται για την πρώτη κατά σειρά πρόοδο στην πνευματικότητα, αφού η δεύτερη απαντάται χρονικά στην αρχαία Ελλάδα με την έννοια του ορθού λόγου αλλά και του στωικού ιδεώδους. Αυτές τις δύο μορφές πνευματικότητας προσπαθεί να τις φέρει σε διάλογο, αναλύοντας εδώ την πνευματικότητα που απορρέει από την ιουδαιο-χριστιανική παράδοση. Από την τελευταία μπορεί να εξαχθεί ο διχασμός του υποκειμένου που κληροδοτεί η ψυχανάλυση και φυσικά η έννοια της θέλησης, με ό,τι συνεπάγεται για τη σύσταση του κοινωνικού συμβολαίου.

Ο Λίποβατς όμως κρατά αυτή τη σχέση μεταξύ ψυχανάλυσης και θρησκείας αναφορικά με το όνομα του πατέρα. Δεν θεωρεί τη θρησκεία απλώς ως μία εικονοφαντασιακή κατασκευή την οποία μπορούμε να καταργήσουμε. Ξεκινώντας από μια κριτική στην θρησκεία, μπορούμε να κρατήσουμε τη σχέση με τον Νόμο και την Αγάπη, και εκεί βλέπει τελικά να συναντιούνται η ψυχανάλυση με τη θρησκεία. Ο Λίποβατς είναι από τη μεριά της υπαρξιακής φιλοσοφίας του Kierkegaard, και θεωρώντας για το υποκείμενο την εμπειρία του ψυχαναλυτικού λόγου ως προϋπόθεση, του δίνει τη δυνατότητα στη συνέχεια να «τολμήσει» το «άλμα στην πίστη».

Ποιος Θεός, όμως, βρίσκεται στο επίκεντρο; Δεν είναι ο νεκρός θεός της ύστερης νεωτερικότητας, του οποίου ο «θάνατος» καθιστά το παν επιτρεπτό, αλλά ο Θεός του καθαρού μονοθεϊσμού. Ο Λίποβατς βρίσκει εκεί μια απάντηση στην ιουδαϊκή Γνώση αναφορικά με την ύπαρξη του κακού στον κόσμο. Πρόκειται για την «αυτοσυστολή» και τον «αυτοπεριορισμό» του Θεού. Ο Θεός αυτός εθελούσια εμφανίζεται ως «μη παντοδύναμος» και χωρίς να είναι ο απόλυτος εγγυητής του Νόμου. Αφήνει χώρο για το κακό στον κόσμο, αφήνοντας την ίδια στιγμή χώρο για την ελευθερία του ανθρώπου μέσα στην ιστορία. Ο Λίποβατς μιλά εδώ για ένα θεϊκό υποκείμενο που γνωρίζει την έλλειψη.

Από εδώ ακριβώς προκύπτει και η δική του θέση γι' αυτό που εισάγει ως μία εναλλακτική ηθική του υποκειμένου: την Αλλονομία. Η έννοια της Αλλονομίας είναι μία κίνηση όπου το υποκείμενο, ξεκινώντας από ένα καθεστώς ετερονομίας και αλλοτρίωσης, καλείται να ανακαλύψει την αυτονομία του ως Αλλονομία.

Ακολουθώντας τον Kierkegaard προϋποθέτει την εμπειρία του πόνου και της οδύνης, διεργασία την οποία θέτει μαζί με τη διεργασία του ασυνειδήτου, προσβλέποντας σε μια νέα υπευθυνότητα εκ μέρους του υποκειμένου. Υπαρξιακή φιλοσοφία και ψυχανάλυση έρχονται να αναδείξουν μια σχέση με τον Νόμο που δεν υποβιβάζει τη θέση του υποκειμένου στον κομφορμισμό του μεταμοντέρνου υπέρ-εγώ, που διατάσσει το υποκείμενο να απολαμβάνει συνεχώς και χωρίς όρια. Θα λέγαμε ότι ο Λίποβατς, προτείνοντας την έννοια της Αλλονομίας, προσπαθεί να ξεπεράσει τόσο την κλασική μαρξιστική έννοια της αλλοτρίωσης όσο και τον ιδεαλιστικό παρτικουλαρισμό των ατομικών δικαιωμάτων της επικρατούσης φιλελεύθερης σκέψης, τα οποία κατά τα άλλα θεωρεί ότι αποτελούν μία κατάκτηση της νεωτερικότητας που πρέπει να διατηρηθεί.

Εδώ έγκειται και η κριτική που ασκεί στον S. Zizek και τον Α. Badiou, στους οποίους προσάπτει ότι ο καθένας με τον τρόπο του ταυτίζει τον ηθικό Νόμο με το υπερεγώ, καταλήγοντας ο μεν πρώτος στον ντεσιζιονισμό της καθαρής επιθυμίας και ο δεύτερος σε μία ναρκισσιστική αυτοαναφορικότητα ενός συλλογικού υποκειμένου.

Στο τελευταίο μέρος του βιβλίου, ο συγγραφέας αναπτύσσει τις επιπτώσεις του δικού του ηθικού προτάγματος, το οποίο και αποτελεί συνέχεια της έννοιας της Αλλονομίας. Αυτό που προτείνει είναι ότι το θέμα της αγάπης δεν μπορεί να το αναζητάμε στη σφαίρα του πολιτικού, που θα παραμείνει πάντοτε ο χώρος του ανταγωνισμού. Σε αντίθεση όμως με την ακραία θέση του ντεσιζιονισμού για το πολιτικό ως μια σχέση εχθρού-φίλου ή με τις αποκαλυπτικής προέλευσης αριστερίστικες ιδεολογίες, ο συγγραφέας αναζητεί αυτό που ονομάζει μια αυστηρή δημοκρατία. Η αυστηρή δημοκρατία είναι για τον Λίποβατς το τελευταίο καταφύγιο, σε πολιτικό επίπεδο, του ονόματος του πατέρα, δηλ. του Νόμου. Το υποκείμενο παραμένει στον θεμελιακό του διχασμό, χωρίς να αναζητά όλη την αλήθεια της επιθυμίας του στο πολιτικό επίπεδο, αλλά στην Αλλονομία που προϋποθέτει έναν αυτοαποσυρόμενο Θεό. Θα λέγαμε τελικά ότι ο Λίποβατς προσπαθεί να στηρίξει έτσι το όνομα του πατέρα. Αλλά αυτό είναι πάντοτε για τον καθένα δομικά ελλειμματικό.

Το βιβλίο του Λίποβατς είναι μια πραγματικά συνεπής προσπάθεια σύζευξης του θεολογικού, του ψυχαναλυτικού και του φιλοσοφικού λόγου. Ο τρόπος με τον οποίο διεργάζεται αυτή τη σύζευξη είναι τολμηρός και πρωτότυπος. Αυτό που σίγουρα μας δίνει είναι οι όροι μιας πραγματικής συζήτησης, όπου η υπαρξιακή τοποθέτηση του υποκειμένου θα μπορούσε να βρει ορισμένες απαντήσεις για έναν κόσμο όπου ο πατέρας θα μπορούσε να έχει μια θέση, αλλιώς αν το όνομα του πατέρα εμφανίζεται πλέον ως σύμπτωμα, αυτός ο κόσμος είναι πολιτισμικά καταδικασμένος. Αυτό είναι το διακύβευμα αυτού του βιβλίου.



ΠΑΝΟΣ ΠΑΠΑΘΕΟΔΩΡΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 31/08/2007

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!