Τριανταφυλλίδης ένα άλλο τριάντα στη ζωγραφική

Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 65.93
46.15
Τιμή Πρωτοπορίας
+
142092
Συγγραφέας: Κωτίδης, Αντώνης
Εκδόσεις: University Studio Press
Σελίδες:384
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/2002
ISBN:9789601210834
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Περιεχόμενα:
Εισαγωγή
Πρόσωπο και γραφή
Η ατομική χρήση των εκφραστικών μέσων
Ο καλλιτέχνης μπροστά στον εαυτό του
Επίλογος
Κατάλογος των έργων του Τριανταφυλλίδη
Βιβλιογραφία




Στη λογοτεχνία και στις καλές τέχνες το "Τριάντα" έχει αποκτήσει έναν σχεδόν μονοσήμαντο και αποκλειστικό σύνδεσμο με τη δημιουργία που διαποτίζεται από το ιδεολόγημα της ελληνικής ταυτότητας. Ως αφήγηση έφτασε σε μια ευτυχή κορύφωση αφού οι αντιλήψεις των φορέων της, όπως κρυσταλλώθηκαν στο έργο τους, έγιναν το κριτήριο για επιτεύγματα στο εθνικό λογοτεχνικό και καλλιτεχνικό πεδίο. Στη "Γενιά του Τριάντα" ανήκουν και σήμερα οι δικαιωμένοι κλασικοί της ποίησης, της πεζογραφίας και της ζωγραφικής του μεσοπολέμου.

Ωστόσο υπάρχει και ένα άλλο Τριάντα στη ζωγραφική. Οι καλλιτέχνες του χαράσσουν μια διαφορετική οδό από την κυρίαρχη των στερεοτύπων της ελληνικότητας. Παραδειγματικός άξονας αυτού του άλλου Τριάντα στη ζωγραφική είναι το έργο του Τριανταφυλλίδη.

Η ζωγραφική του, όπως και άλλων καλλιτεχνών της ίδιας αντίληψης είχε φτάσει στη δεκαετία του Τριάντα να δίνει τη δική της συντεταγμένη μέσα από ένα μεστό έργο του οποίου το "μειονέκτημα" έναντι του άλλου ήταν ότι βρισκόταν εκτός του συγκεκριμένου ιδεολογικού πλαισίου της "ελληνικότητας". Το έργο τους αποτελούσε και εκείνο την έκφραση μιας κοσμοαντίληψης. Η εθνική ταυτότητα δεν τους απασχολούσε χωρίς, φυσικά, αυτό να σημαίνει ότι είχαν μικρότερο βαθμό εθνικής συνείδησης ή ευαισθησίας από τους "ελληνοκεντρικούς". Στη δική τους κοσμοαντίληψη καλλιτεχνική δημιουργία ήταν η υποκειμενική έκφραση με τα μέσα της ζωγραφικής.







ΚΡΙΤΙΚΗ



Στη λογοτεχνία και στις καλές τέχνες το "Τριάντα" έχει αποκτήσει έναν σχεδόν μονοσήμαντο και αποκλειστικό σύνδεσμο με τη δημιουργία που διαποτίζεται από το ιδεολόγημα της ελληνικής ταυτότητας. Ωστόσο υπάρχει και ένα άλλο Τριάντα στη ζωγραφική. Οι καλλιτέχνες του χαράσσουν μια διαφορετική οδό από την κυρίαρχη των στερεοτύπων της ελληνικότητας. Στη δική τους κοσμοαντίληψη καλλιτεχνική δημιουργία ήταν η υποκειμενική έκφραση με τα μέσα της ζωγραφικής. Παραδειγματικός άξονας αυτού του άλλου Τριάντα στη ζωγραφική είναι το έργο του Τριανταφυλλίδη.





ΚΡΙΤΙΚΗ



Αν και ο τίτλος του βιβλίου οδηγεί στο συμπέρασμα ότι πρόκειται για μονογραφία, ή έστω για κριτική ανάλυση του έργου ενός άγνωστου στο ευρύ κοινό ζωγράφου, γρήγορα ο αναγνώστης αντιλαμβάνεται πως ο συγγραφέας χρησιμοποιώντας τον ζωγράφο ως σημείο εκκίνησης απλώνεται και επιχειρεί μια διείσδυση στον τρόπο με τον οποίο οι έλληνες ζωγράφοι δέχθηκαν τα ρεύματα του μοντερνισμού κατά το πρώτο μισό του 20ού αιώνα, και ειδικότερα κατά την κρίσιμη για τη ζωγραφική στον τόπο μας εικοσαετία 1910-1930. Με αυτή την έννοια η περίπτωση του Θεόφραστου Τριανταφυλλίδη (1881-1955), ενός ζωγράφου - επαναλαμβάνουμε - άγνωστου, ο οποίος μας άφησε έναν περιορισμένο αριθμό έργων, είναι ένα ευρηματικό σημείο εκκίνησης. Από εκεί και πέρα μπορούμε να παρακολουθήσουμε τους συσχετισμούς που βρίσκει ο καθηγητής Αντώνης Κωτίδης ανάμεσα στα έργα του καλλιτέχνη και σε εκείνα των συγχρόνων του ελλήνων και ξένων ζωγράφων, και τις επιπτώσεις των ρευμάτων του μοντερνισμού στη ζωγραφική εκείνης της εποχής στην Ελλάδα.

Γιος εύπορου σταφιδεμπόρου, ο Θεόφραστος Τριανταφυλλίδης γεννήθηκε στη Σμύρνη, σπούδασε ζωγραφική στο Πολυτεχνείο της Αθήνας από το 1900 ως το 1907, συνέχισε στην Ακαδημία του Μονάχου ως το 1910, ύστερα από προτροπή του Ιακωβίδη, ο οποίος υπήρξε δάσκαλός του στην Αθήνα και τον εκτιμούσε ιδιαίτερα, και τέλος εγκαταστάθηκε στο Παρίσι, όπου γράφτηκε στο ατελιέ του Ντεζιρέ Λουκάς (Desire Lucas) και εργάστηκε κοντά του ως το 1913 που επέστρεψε στην Ελλάδα. Φαίνεται ότι ο Τριανταφυλλίδης διδάχθηκε αλλά ποτέ δεν αποδέχθηκε τον ακαδημαϊσμό της Σχολής του Μονάχου και έτσι τελικά η παραμονή του στο Παρίσι ήταν το καθοριστικό στοιχείο για την καλλιτεχνική του εξέλιξη και κατά κάποιον τρόπο και για τη διαμόρφωση της προσωπικότητάς του. Κατά τη διάρκεια των σπουδών του και τα πρώτα χρόνια μετά την εγκατάστασή του στην Αθήνα ο Τριανταφυλλίδης έζησε άνετα, χωρίς οικονομικά προβλήματα. Η Μικρασιατική Καταστροφή όμως σήμανε το τέλος της αμεριμνησίας και ο ζωγράφος χωρίς το στήριγμα της πατρικής περιουσίας υποχρεώθηκε να ζει μόνο από τα έσοδα της δουλειάς του, πράγμα καθόλου εύκολο στην Αθήνα της δεκαετίας του 20.

Ο Τριανταφυλλίδης υπήρξε ένας ιδιόρρυθμος και σεμνός καλλιτέχνης, το έργο του οποίου, αν και αναγνωρίστηκε και εκτιμήθηκε από τους ομοτέχνους του, παρέμεινε άγνωστο στο ευρύ κοινό και παραγνωρισμένο από την κριτική της εποχής του. Υπήρξε φίλος του Περικλή Βυζάντιου, με τον οποίο είχε συνδεθεί από τα χρόνια του Παρισιού, μοιραζόταν ένα εργαστήριο με τον Μαλέα, τον οποίο συνόδευε συχνά σε πολύ πρωινές εξορμήσεις για ζωγραφική στο ύπαιθρο, είχε συνδεθεί με τους ζωγράφους της Ομάδας Τέχνη, και μάλιστα είχε συμμετάσχει στην ιστορική πια συγκέντρωση στο σπίτι του Νίκου Λύτρα κατά την οποία ιδρύθηκε η Ομάδα. Ο Τριανταφυλλίδης πήρε μέρος στην πρώτη έκθεση της Ομάδας Τέχνη το 1917, ενώ έργα του είχαν παρουσιαστεί για πρώτη φορά το 1916 στην έκθεση του Συνδέσμου Ελλήνων Καλλιτεχνών, στην οποία έκτοτε συμμετείχε τακτικά.

Από την άλλη μεριά όμως ο Τριανταφυλλίδης, είτε από ατολμία είτε από σεμνότητα, αρνήθηκε σε όλη του τη ζωή να κάνει έστω και μία ατομική έκθεση, πράγμα που λειτούργησε σαν τροχοπέδη στην αναγνώρισή του από το ευρύ κοινό. Ηταν ένας ζωγράφος που έζησε στο περιθώριο και τους λόγους εξηγεί και αναπτύσσει σε ένα από τα πρώτα κεφάλαια ο συγγραφέας. Ο Τριανταφυλλίδης ανήκει στη γενιά του Τριάντα και ίσως, εν μέρει, και στη γενιά που προηγήθηκε. Ωστόσο «Στη λογοτεχνία και στις καλές τέχνες το "Τριάντα" έχει αποκτήσει έναν σχεδόν μονοσήμαντο και αποκλειστικό σύνδεσμο με τη δημιουργία που διαποτίζεται από το ιδεολόγημα της ελληνικής ταυτότητας» σημειώνει ο συγγραφέας και η ζωγραφική του Τριανταφυλλίδη, όπως και άλλων ζωγράφων με τις ίδιες ιδέες, «είχε φθάσει στη δεκαετία του Τριάντα να δίνει τη δική της συντεταγμένη μέσα από ένα μεστό έργο του οποίου το "μειονέκτημα" έναντι του άλλου ήταν ότι βρισκόταν εκτός του συγκεκριμένου ιδεολογικού πλαισίου της "ελληνικότητας". (...) Στη δική τους κοσμοαντίληψη, καλλιτεχνική δημιουργία ήταν η υποκειμενική έκφραση με τα μέσα της ζωγραφικής».

Ο Τριανταφυλλίδης δεν άφησε μεγάλο έργο. Αν προσθέσει κανείς σε αυτό την άρνησή του για όποια προβολή και το ότι μια παρτίδα έργων του που φύλαγε σε μια αποθήκη στο Μοσχάτο καταστράφηκε σε μια από τις πλημμύρες του Κηφισού κατά τον Μεσοπόλεμο, γίνεται εύκολα κατανοητό γιατί ακόμη και τώρα, μισό αιώνα μετά τον θάνατό του, η μελέτη του έργου του είναι δύσκολη. Ο Αντώνης Κωτίδης εντόπισε και μελέτησε κάπου 190 έργα, τα περισσότερα από τα οποία δημοσιεύονται για πρώτη φορά σε αυτόν τον τόμο. Από αυτά μόνο επτά είναι γνωστά από δημοσιευμένες φωτογραφίες της εποχής και 37 καταγράφηκαν την επομένη του θανάτου του από μια επιτροπή φίλων του καλλιτέχνη. Ηταν οι ζωγράφοι Οθων Περβολαράκης, Περικλής Βυζάντιος και Τζένη Μανούση καθώς και ο γιατρός Αναστάσιος Κιουρκακιώτης.

Ο Περικλής Βυζάντιος ήταν ο μόνος που μας άφησε δυο λόγια για τον Τριανταφυλλίδη. Στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του Η ζωή ενός ζωγράφου αναφέρει μια επίσκεψη στον Θεόφραστο Τριανταφυλλίδη το 1947. Τον περιγράφει καρτερικό στην ανέχειά του, απομονωμένο και ξεχασμένο σε ένα μικρό σπίτι στα Πατήσια, όπου τα έργα του, μέτριου ή και μικρού μεγέθους, είναι ακουμπισμένα σε καβαλέτα, σε παλιοκαρέκλες, στο πάτωμα ή σε κασόνια. Σημειώνει: «Χρειάζεται χρόνος για να μπει κανείς στην ατμόσφαιρα του ζωγράφου. (...) Απαλοί τεφρώδεις τόνοι απλώνονται στους μουσαμάδες, στα ξύλα και στα χαρτόνια που χρησιμοποιεί ο καλλιτέχνης. Μια αφάνταστη ποιοτική εργασία έχει εξαϋλώσει το νεκρό υλικό κάθε μικρού έργου».

Σε αυτόν λοιπόν τον ζωγράφο και στη ζωγραφική της εποχής του είναι αφιερωμένος ο τόμος του Αντώνη Κωτίδη, ο οποίος βέβαια προχωρεί σε μια εις βάθος ανάλυση του κάθε έργου του Τριανταφυλλίδη που κατόρθωσε να εντοπίσει, ενώ ταυτόχρονα ανοίγει τους ορίζοντες των ζωγράφων του Τριάντα με το έργο ενός καλλιτέχνη που αν και άτολμος στην προβολή της δουλειάς του αρνήθηκε τον ελληνοκεντρισμό της εποχής του ακολουθώντας τον δικό του μοναχικό δρόμο.



ΧΑΡΑ ΚΙΟΣΣΕ

ΤΟ ΒΗΜΑ , 22-09-2002



ΚΡΙΤΙΚΗ



Ο κύριος Κωτίδης, που διδάσκει Ιστορία της Τέχνης στη Φιλοσοφική Σχολή του ΑΠΘ, παρέχει εξαιρετική υπηρεσία στον φιλοπερίεργο που, αιχμάλωτος της «ελληνικότητας», συμβαίνει να αναρωτιέται μήπως τα πράγματα είναι άλλα από εκείνα που πρέπει να νομίζουμε, ή τουλάχιστον αν αυτά που έχουν επιβληθεί να νομίζουμε δεν είναι τόσο συμπαγή όσο τα νομίζουμε. Η παρατήρηση πως η νεότερη Ελλάδα έχει περιχαρακώσει τα «εθνικά» και απορρίψει ό,τι δεν φέρει αυτή την ετικέτα, αφ ενός, έχει στερήσει την ίδια την «ελληνικότητα» από την πολυχρωμία της, αφ ετέρου, έχει περιορίσει το πεδίο της μελέτης σε έναν μονότονο σχολαστικισμό, που δεν διακρίνει τίποτε πέρα από την αυθαιρεσία του. Η παρουσίαση της περίπτωσης του ζωγράφου Θεόφραστου Τριανταφυλλίδη (1881-1955) επιβεβαιώνει αυτή την κατάσταση. Γιατί πρόκειται για περίπτωση που θα όφειλε να μην είχε περάσει απαρατήρητη: ο Τριανταφυλλίδης είναι μεγάλη μορφή της ελληνικής ζωγραφικής και πιθανότατα θα είχε καλύτερη τύχη στο διεθνές περιβάλλον της τέχνης του 20ού αιώνα αν δεν είχε την ατυχία να γεννηθεί Ελληνας και αν ο ίδιος, λόγω μιας συστολής αθόρυβου θεράποντα της τέχνης του, δεν στάθηκε ικανός να προβάλει το έργο του. Ενα έργο που υπερβαίνει για τον προσεκτικό θεατή τις κυρίαρχες τάσεις της εποχής του Τριάντα σε βαθμό που καθίσταται προσωπική κατάθεση, διαρκής αναζήτηση, θυσία επί του πεδίου της αγωνίας της πληρότητας, είτε πρόκειται για το φως είτε για τα χρώματα είτε για τις μορφές είτε για το περιβάλλον είτε εντέλει για αυτή καθεαυτήν τη ζωγραφική. Δεν είναι υπερβολή να υποστηρίξει κανείς πως βλέποντας το έργο του Τριανταφυλλίδη, η ιστορία της ελληνικής ζωγραφικής, τουλάχιστον για τη λεγόμενη περίοδο του Τριάντα (1930), χρήζει σοβαρής αναθεώρησης. Ο κύριος Κωτίδης δεν προτείνει τίποτε τέτοιο, αρκεί όμως ο μόχθος του (μακρόχρονος, πέραν πάσης αμφιβολίας) να παρουσιάσει ως ειδικός και ως ερευνητής όλες τις πτυχές της προσέγγισης του Τριανταφυλλίδη, ώστε ο επαρκής αναγνώστης να καταλήξει σε τέτοιο συμπέρασμα.

Τηρουμένων των αναλογιών, από ένα σημείο και μετά ο Τριανταφυλλίδης μεταμορφώνεται σε έναν Παπαδιαμάντη της ζωγραφικής: γεννημένος στη Σμύρνη, γόνος πλούσιας οικογένειας, με πατέρα που αποδέχεται το «κουσούρι» του γιου του να αφοσιωθεί στην τέχνη, απόφοιτος του Πολυτεχνείου (από το εργαστήριο του Γ. Ιακωβίδη), μαθητής στην Ακαδημία Καλών Τεχνών του Μονάχου, όπου προς τιμήν του διαπιστώνει πως τα πράγματα εκεί έχουν φτάσει στο τέλος τους, μαθητής στο ιδιωτικό εργαστήριο του Ντεζιρέ-Λικάς στη Γαλλία, θα εκθέσει πολλές φορές σε ομαδικές εκθέσεις, ποτέ όμως δεν θα αποφασίσει να προχωρήσει σε ατομική έκθεση. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, οπότε η οικογένειά του καταστρέφεται και η περιουσία της εξαφανίζεται, οδηγείται στην ανέχεια, δεν μεμψιμοιρεί, παραμένει «υπνωτισμένος» (όπως αναφέρουν οι γνωστοί του) από τη δουλειά του, ζει με κουνέλια και περιστέρια σε ένα σπιτάκι της Αθήνας, όπου τον φροντίζουν και του παραστέκονται, όταν η υγεία του κλονίζεται, οι γείτονες. Πεθαίνει μια μέρα στο νοσοκομείο «Κυανούς Σταυρός», την επομένη θάβεται στο Μενίδι, είναι ήδη ξεχασμένος. Η παπαδιαμαντική διάσταση του βίου του επιβεβαιώνεται και από την αντίληψή του για τη ζωγραφική: Ποτέ δεν σκέφτηκα να ζωγραφίσω για τον άνθρωπο. Την όποια προσφορά μου θα τη «διαβάσει», αρκετά εύλογα, νομίζω, στη θεματολογία μου και στον τρόπο με τον οποίο του «μιλώ». Αν του ξυπνήσω τη διάθεση για κάτι πιο ευγενικό και υψηλό, θα έχω εκπληρώσει το χρέος μου απέναντί του.

Τι «διαβάζει» λοιπόν ο θεατής στους πίνακες του Τριανταφυλλίδη; Περιγράμματα προσώπων και κορμιών, αναδυόμενα συμπλέγματα του καθημερινού περιβάλλοντος, μεγαλεία της ελληνικής φύσης που μοιάζουν να εκρήγνυνται εντός του πλαισίου του πίνακα ή να ξεχύνονται έξω από το τελάρο, ματιές που αλλάζουν τα πράγματα (το υπέροχο θέμα και παραλλαγή Η Ακρόπολη από τη Δυτική Πλευρά). Και τι «μιλούν» όλα αυτά; Μιλούν και λένε την ηρεμία των ημερών, το κάλλος της πινελιάς που αφήνει τα κορμιά ατέλειωτα και γι αυτό ελκυστικά και πανέμορφα, τη συνάφεια με την ταπεινότητα των κινήσεων, που ωστόσο ομολογούν τη δόξα της πίστης σε κάθε στιγμή της ζωής, την παντοδυναμία της σκιάς, μέσα από την οποία βγαίνει το αναπόφευκτο του χρόνου, τόσο σπουδαίο όσο και οι λουόμενοι και οι λουόμενες που, χωρίς να φέρνουν πάνω τους σταγόνα θαλασσινού νερού, προσφέρουν την οσμή του κύματος, την ανάδυση της πρέπουσας κίνησης που αποδίδει την ευγένεια και τη λύτρωση του ξανακερδισμένου χρόνου.

Οπως ο Παπαδιαμάντης, ο Τριανταφυλλίδης δεν κάθησε να φωτογραφηθεί (ελάχιστες οι φωτογραφίες του), δεν κάθησε να ζωγραφίσει τον εαυτό του παρά δύο φορές (έργα 157 και 183): την πρώτη, στο μέσον του βίου του, το πρόσωπο βαλμένο αχνά σε ένα γκρίζο περιβάλλον, προφίλ αδρό, υποφωτισμένο, μπούστος που μια κόκκινη γραβάτα τονίζει κάπως, βλέμμα στη σκιά, που όμως φαίνεται καρφωμένο σε έναν πίνακα, για τον οποίο ο ζωγράφος δεν κρατάει πινέλο, αλλά ένα «εργαλείο», που φέρνει προς λαβή χοντρής βούρτσας που έσπασε. Η δεύτερη, πίνακας του 1952, τρία μόλις χρόνια πριν από την έξοδο του ζωγράφου από τη ζωή, το πρόσωπο είναι στραμμένο προς το θεατή, το βλέμμα πάνω στο θεατή, τα χείλη σφιγμένα, οι ώμοι μπασμένοι, μπροστά από το πρόσωπο το πλάι ενός τελάρου, η σύνοψη μιας ζωής που δόθηκε, που δεν ζήτησε τίποτε, που δεν έχει αμαρτία να εξομολογηθεί, επειδή τίποτε δεν έχει μείνει απλήρωτο.

Πράγματι, ο Τριανταφυλλίδης είναι ένα άλλο Τριάντα στην κατοικία της γενιάς του Τριάντα. Και είναι εύρημα του κύριου Κωτίδη (που έδωσε τον τίτλο Ενα άλλο Τριάντα στη Ζωγραφική) ότι εμφανίζει στο εξώφυλλο, πάνω ακριβώς από αυτό τον τίτλο, την υπογραφή του Τριανταφυλλίδη, ο οποίος συνήθιζε να χωρίζει το όνομά του στη μέση, γράφοντας σε μια γραμμή «Τριάντα» και σε δεύτερη «Φυλλίδης». Πολλές φορές οι συμπτώσεις αποδεικνύουν πως κάτι δεν έχει πάει καλά στο ελληνικό βασίλειο της Δανιμαρκίας.



Φ. Δ. ΔΡΑΚΟΝΤΑΕΙΔΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 14/02/2003

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!