Κοσμική μεσαιωνική αρχιτεκτονική στα Βαλκάνια 1300-1500 και η διατήρησή της

Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 55.00
38.50
Τιμή Πρωτοπορίας
+
77212
Εκδόσεις: University Studio Press
Σελίδες:369
Επιμελητής:Slobodan Curcic
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/1999
ISBN:9789601207292
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Εξήντα επιστήμονες συμμετέχουν στο συλλογικό αυτό έργο, όπου επιχειρείται η προσέγγιση 96 μνημείων από όλες τις Βαλκανικές χώρες. Το υλικό είναι ομαδοποιημένο σε 9 ενότητες: Αστικά σύνολα, οχυρώσεις πόλεων, κάστρα, ακροπόλεις/φρούρια, πύργοι, παλάτια και απλές κατοικίες, δημόσια κτίρια, λουτρά, γέφυρες, υδραγωγεία, κτίσματα παραγωγής. Χάρτες της περιοχής και 600 έγχρωμες και ασπρόμαυρες φωτογραφίες εικονογραφούν τις μελέτες.






ΚΡΙΤΙΚΗ



Το βιβλίο με τίτλο «Κοσμική μεσαιωνική αρχιτεκτονική στα Βαλκάνια, 1300-1500, και η διατήρησή της» (με επιμέλεια των Slobodan Curcic και Ευαγγελίας Χατζητρύφωνος) κυκλοφόρησε τον Νοέμβριο του 1997 στη Θεσσαλονίκη, σε δύο εκδόσεις, στην ελληνική και στην αγγλική γλώσσα, συνοδεύοντας δύο παράλληλες εκδηλώσεις στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας της Ευρώπης Θεσσαλονίκη 97: μια μεγάλη έκθεση ντοκουμέντων στο οθωμανικό λουτρό Παράδεισος, το οποίο για πρώτη φορά άνοιξε στο κοινό με την ευκαιρία αυτή, και ένα διεθνές συνέδριο που έλαβε χώρα στην Πολυτεχνική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.

Το όλο εγχείρημα ­συγκέντρωση και παρουσίαση, συνθετική προσέγγιση, κριτική ανταλλαγή απόψεων­ αποτυπώνεται εύγλωττα στο βιβλίο, το οποίο λειτουργώντας ταυτόχρονα ως κατάλογος της έκθεσης αποτελεί σήμερα αυτόνομη και ολοκληρωμένη καταγραφή της γενικότερης προβληματικής όπως και των συγκεκριμένων στοιχείων που συγκεντρώθηκαν με την ευκαιρία των εκδηλώσεων. Σε 372 σελίδες μεγάλου μεγέθους περιλαμβάνονται δύο εισαγωγικές μελέτες των επιμελητών (S. Curcic, «Αρχιτεκτονική στην εποχή της ανασφάλειας», και Ε. Χατζητρύφωνος, «Σκέψεις για τη διατήρηση της αρχιτεκτονικής κληρονομιάς μιας κρίσιμης ιστορικής περιόδου στα Βαλκάνια») και η παρουσίαση από ειδικευμένους μελετητές 100 περίπου μνημείων οργανωμένων σε εννέα κατηγορίες: αστικές ενότητες, οχυρώσεις πόλεων, κάστρα, ακροπόλεις, πύργοι, παλάτια και κατοικίες, δημόσια κτήρια, δημόσια λουτρά και, τέλος, υδραγωγεία, γέφυρες και κτίρια παραγωγικών δραστηριοτήτων. Ένα σύντομο σημείωμα εισάγει τον αναγνώστη στις ιδιαιτερότητες κάθε θεματικής κατηγορίας επιχειρώντας και μια συνοπτική αποτίμηση των ερευνών, ενώ στο τέλος του βιβλίου υπάρχει εκτενής βιβλιογραφία. Μια ελκυστική συλλογή 600 περίπου εικονογραφικών ντοκουμέντων συμπληρώνει την τεκμηριωτική δουλειά των συγγραφέων, με σκίτσα και χαρακτικά, αρχιτεκτονικά σχέδια και αποτυπώσεις, παλιές και σύγχρονες φωτογραφίες από εδάφους και αέρος, απεικονίσεις μακετών και ηλεκτρονικών μοντέλων.



Ο κοσμικός θρίαμβος



Το βιβλίο αυτό αξίζει να διαβαστεί και να συζητηθεί για πολλούς λόγους:

* Αφορά έναν χώρο, τα Βαλκάνια, τα οποία έχουν αποκτήσει μια θλιβερή επικαιρότητα τα τελευταία χρόνια και φορτίζονται συνεχώς, ως όρος, με μειωτικές σημασίες και υποδηλώσεις.

* Αφορά έναν χρόνο, από τον 14ο ώς τον 16ο αιώνα, κατά τον οποίο εκφράστηκαν ποικίλα πολιτιστικά ρεύματα στην περιοχή, παράλληλα με κρίσιμες μεταμορφώσεις που επήλθαν σε πολιτικό και κοινωνικό επίπεδο.

* Επιθυμεί να προσελκύσει την προσοχή στην «κοσμική» αρχιτεκτονική, η οποία περιλαμβάνει όλες τις κατασκευές και διαμορφώσεις που εξυπηρετούν ανθρώπινες ανάγκες πλην της θρησκευτικής λατρείας και έχει σχετικά αγνοηθεί έναντι της αρχιτεκτονικής των θρησκευτικών κτιρίων για την οποία έχει επιδειχθεί πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον από τους ερευνητές.

* Αναδεικνύει την αρχιτεκτονική κληρονομιά ως σημαντικό στοιχείο της ιστορικής έρευνας και τεκμηρίωσης και υποστηρίζει πως οι απόψεις και οι πρακτικές που υιοθετούνται για τη διατήρησή της συνιστούν μία ακόμη φάση της ιστορίας της.

* Η σύλληψη και συγγραφή του αντανακλούν τόσο μια σαφή προσωπική κατάθεση, των επιμελητών του, όσο και μια σημαντική συλλογική προσπάθεια, των 62 μελετητών των επιμέρους λημμάτων.

Το βιβλίο επιθυμεί να καλύψει ένα κενό, αυτό της συμμετοχής της μεσαιωνικής αρχιτεκτονικής των Βαλκανίων στην ευρωπαϊκή ιστοριογραφία. Πράγματι, ενώ μελέτες για τη μεσαιωνική αρχιτεκτονική σε περιφέρειες της Ευρώπης και σε διάφορες ιστορικές φάσεις (π.χ. για τις Κάτω Χώρες, για τα Βαλτικά κράτη, για τη γοτθική ή τη ρωμανική αρχιτεκτονική) καλύπτονται από πληθώρα εκδόσεων, τα μνημεία των Βαλκανίων δεν περιλαμβάνονται στην ειδικότερη αλλά και στη γενικότερη βιβλιογραφία. Μόνο η βυζαντινή αρχιτεκτονική έχει ερευνηθεί, αλλά και αυτή κατακερματίζεται σε τοπικές σχολές και εστιάζεται κυρίως στα θρησκευτικά κτίσματα.

Η κοσμική αρχιτεκτονική του μεσαίωνα στα Βαλκάνια, ειδικότερα, δεν έχει προσελκύσει την προσοχή της τοπικής ιστοριογραφίας, η οποία ούτως ή άλλως έχει ζωή μόλις 100 ετών. Απαριθμώντας τις πρώτες μεγάλες μελέτες που εμφανίστηκαν μεταξύ 1900 και 1920 και επικεντρώνονται κυρίως σε εκκλησιαστικά κτίρια, οι επιμελητές της έκδοσης επισημαίνουν επιπλέον το γεγονός ότι αυτές έγιναν από ξένους μελετητές, οι οποίοι συγχρόνως εισήγαγαν περίπλοκες κατηγοριοποιήσεις και διαιρέσεις κατά τοπικές σχολές. Η εμμονή σε παρωχημένες αρχιτεκτονικές ταξινομήσεις και η εξάρτηση από τις περιοδολογήσεις της θρησκευτικής αρχιτεκτονικής έχουν οδηγήσει σε παρανοήσεις με πολλές συνέπειες, οι οποίες, όταν προστίθενται στις «εθνικές» οπτικές, δυσχεραίνουν ακόμη περισσότερο τον διάλογο μεταξύ των μελετητών. Ειρήσθω εν παρόδω ότι η επικοινωνία των βαλκάνιων μελετητών με άλλους ευρωπαίους συναδέλφους τους (π.χ. Ιταλούς) είναι πολύ πιο ανεπτυγμένη από εκείνη μεταξύ γειτόνων.

Στις γενικότερες διαστάσεις του το πρόβλημα έχει θιγεί σε πολλές σύγχρονες μελέτες που εξετάζουν θέματα ανάδυσης του εθνικού κράτους ­εθνικισμού­ εθνικών ιστοριογραφιών. Επιπροσθέτως, τα Βαλκάνια εμφανίζονται ως ένας ιδιαίτερος χώρος στη διεθνή βιβλιογραφία, που έχει το προνόμιο ή κυρίως το ελάττωμα να μην εμπνέει ουδετερότητα, ούτε καν ως γεωγραφική περιοχή. Η βαλκανιοποίηση, όρος όχι κατ αρχήν ή κατ ανάγκην αρνητικός, ανέκυψε μετά τον Α Παγκόσμιο Πόλεμο και τη διάλυση της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας για να περιγράψει την ανάδυση μικρότερων εθνικών κρατών, μια διαδικασία αντίστοιχη εκείνης που είχε προηγηθεί με τη γέννηση των βαλκανικών χωρών μετά τη σταδιακή κατάρρευση της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.

Έκτοτε φορτίζεται συνεχώς με αρνητικές σημασίες, εξυπηρετώντας τους δυτικοευρωπαϊκούς και αμερικανικούς σχεδιασμούς για την περιοχή και οδηγώντας σε ακόμη μεγαλύτερη εσωστρέφεια τους λαούς των Βαλκανίων. Ιδιαίτερα μετά την οδυνηρή διάλυση της Γιουγκοσλαβίας, ορισμένες από τις νέες χώρες που προέκυψαν απορρίπτουν εμφατικά κάθε σχέση τους με τον όρο, δηλώνοντας ότι δεν είναι βαλκανικές, ενώ στη στάση τους αυτή βρίσκουν κατανόηση από τον επιστημονικό κόσμο (όπως είδαμε τελευταία με τη συνέντευξη του Γάλλου βυζαντινολόγου Αντρέ Γκιγιού στην εφημερίδα «Le Monde» ). Όταν μάλιστα ο ιδιαίτερα προβαλλόμενος τα τελευταία χρόνια Σάμουελ Χάντιγκτον αποδίδει στα Βαλκάνια έναν ασαφή/αμφίβολο ρόλο στην κατ αυτόν επερχόμενη σύγκρουση «πολιτισμών», θεωρώντας την περιοχή ζώνη συνάντησης της πάντοτε ύποπτης Ορθοδοξίας με το καταφανώς επίφοβο Ισλάμ, νομίζω πως θα αναγκαστούμε να συμφωνήσουμε με τα συμπεράσματα της Μ. Τοντόροβα (Imagining the Balkans. Oxford University Press, 1997): Η αρνητική στάση των Δυτικών απέναντι στα Βαλκάνια προσφέρει ένα βολικό υποκατάστατο ή μάλλον ένα άλλοθι στη Δύση, ώστε να εκτονώνει την αισθηματική φόρτιση που της προξενεί η Ανατολή. Αποδίδοντας ένα σύνολο αρνητικών χαρακτηριστικών σε χώρες που είναι στην Ευρώπη, κατοικούνται από λευκούς Ευρωπαίους και είναι κυρίως χριστιανικές, η Δύση αθωώνεται από κατηγορίες για ρατσισμό, αποικιοκρατισμό, ευρωκεντρισμό και έλλειψη ανεκτικότητας απέναντι στο Ισλάμ.

Ούτως ή άλλως η απουσία μελετών για τα Βαλκάνια σε καθιερωμένους επιστημονικούς τομείς, όπως η μεσαιωνική αρχιτεκτονική ή η προστασία και διατήρηση των μνημείων, έχει σοβαρές επιπτώσεις και στον τρόπο με τον οποίο ο υπόλοιπος κόσμος προσεγγίζει τη βαλκανική πραγματικότητα. Η απουσία γεννά ή τρέφει την καχυποψία απέναντι σε αγνώστους, ενισχύει τη διατύπωση υποθέσεων σχετικά με τον περιθωριακό ή και ανύπαρκτο ρόλο των βαλκανικών λαών στο ιστορικό γίγνεσθαι του σύγχρονου κόσμου και στην παραγωγή έργων αρχιτεκτονικής κληρονομιάς, και κατ επέκταση αμφισβητεί τη συμβολή τους στη μορφοποίηση του σημερινού πολιτισμού. Και ακόμη, οι εθνικές ιστοριογραφίες, όσο παραμένουν προσηλωμένες κυρίως στην απόδειξη της ιδιαιτερότητας κάθε χώρας, εντείνουν τη δυσκολία στην προσέγγιση αυτού του χώρου, του οποίου η μόνη ενότητα που δεν αμφισβητείται είναι η γεωγραφική. Αλλά ο γεωγραφικός ντετερμινισμός δεν αρκεί για να θεμελιώσει ενότητες και επικοινωνίες.

Εδώ στοιχειοθετείται και η ευρύτερη συμβολή του βιβλίου αυτού, που με νηφαλιότητα αλλά και πάθος επιχειρεί μια κατάδυση σε σκοτεινούς χρόνους της ιστορίας της περιοχής. Προσπαθώντας να συμπληρώσει κενά της ειδικής ιστοριογραφίας ενός αιώνα, διακατέχεται συγχρόνως από την πίστη για τις δυνατότητες να αναδυθεί ένα κοινό υπόβαθρο πολιτισμού, πάνω στο οποίο θα οικοδομηθούν σχέσεις ταυτότητας, αναγνώρισης και συνεργασίας.



Το πλούσιο τοπίο



Χρονική αφετηρία της μελέτης, ο 14ος αιώνας, που θα ξεκινήσει με την παλινόρθωση της Βυζαντινής αυτοκρατορίας σε σαφώς μειωμένα εδάφη, ενώ τα γειτονικά κράτη ­Βουλγαρία και Σερβία­ θα επεκταθούν προς Νότο. Το βασίλειο των Σέρβων θα κατακερματιστεί μετά τον θάνατο του Στεφάνου Δουσάν, οι Οθωμανοί θα ξεκινήσουν τη μεγάλη τους πορεία προς την κατάκτηση των Βαλκανίων, την οποία θα ολοκληρώσουν πριν από το τέλος του 15ου αιώνα, ενώ οι Βενετοί θα εμπλακούν σε πολέμους, με τους Ούγγρους για την κυριαρχία της Αδριατικής και με τους Οθωμανούς για τον έλεγχο στη Μεσόγειο. Και απ ανάμεσα σωρεία καταστροφών που προέρχονται από τον ανθρώπινο παράγοντα (όπως μεταξύ άλλων οι Καταλανοί και η πολεμική τους δραστηριότητα στον ελλαδικό χώρο), από τη φύση (σεισμοί, ξηρασίες και λιμοί), από επιδημίες (π.χ. η μεγάλη επιδημία πανούκλας, που αποδεκάτισε τον πληθυσμό όπως και αλλού στην Ευρώπη)...

Και όμως, όπως αποδεικνύεται από τα ποικίλα αρχιτεκτονικά τεκμήρια, η οικοδομική δραστηριότητα είναι αναπάντεχα πλούσια, ενώ, όπως επισημαίνουν οι επιμέρους μελέτες, η ποιότητα της αρχιτεκτονικής είναι αξιόλογη. Η χρονική περίοδος, εύστοχα ονομασμένη «περίοδος της ανασφάλειας», κυριαρχείται βέβαια από έργα προστασίας και άμυνας. Αλλά και η αυτοάμυνα, η ατομική επιβίωση αναδεικνύονται σε σχεδόν αποκλειστικές προτεραιότητες, καθώς οι κρατικές δομές οδηγούνται σε αποσύνθεση. Έτσι η ανάγκη της ασφάλειας δεν χαρακτηρίζει μόνο τις οχυρώσεις και τις ποικίλες στρατιωτικές εγκαταστάσεις, αλλά επιβάλλεται και σε όλα τα κτίρια κατοικίας, στα μοναστήρια, στα παραγωγικά συγκροτήματα. Συγχρόνως, όπως προκύπτει από την έρευνα, η περίοδος χαρακτηρίζεται από την αναβίωση του αστικού φαινομένου (ανάλογη με αυτήν που εμφανίζεται στη Δύση), τάση που δεν ανέκοψε αλλά μάλλον ενίσχυσε η οθωμανική κατάκτηση.

Προορισμένο να υπηρετήσει την ανάγκη της επιβίωσης αλλά και καθημερινές ­ ταπεινές λειτουργίες, σε αντίθεση με τους έντονους συμβολισμούς του θρησκευτικού κτιρίου, το κοσμικό κτίριο υπόκειται σε αλλαγές, καταστροφές και επαναχρήσεις, οι οποίες καθιστούν την ανάγνωση και διατήρησή του ιδιαίτερα δυσχερείς. Ένα πρόσθετο ζήτημα που απασχολεί τις μελέτες του τόμου και έχει γενικότερο ενδιαφέρον είναι τι διακυβεύεται κάθε φορά με τις εθνικές πολιτικές για την προστασία των μνημείων αλλά και με τις αναστηλωτικές επιλογές, ποια μνημεία συντηρούνται και γιατί, γεγονός που προσθέτει μία ακόμη διάσταση στην ανάγνωση των μνημείων. Έτσι η παράμετρος της διατήρησης, πέρα από τις ειδικές τεχνικές και αναλυτικές πλευρές της, αναδύεται επίσης ως αξιόλογη ερμηνευτική μεταβλητή. Στο βιβλίο κυρίαρχη θέση έχει η σημαντική δουλειά που έχει γίνει από τους αναστηλωτές, οι οποίοι, αξίζει να σημειωθεί, έχουν ακολουθήσει με προσοχή τις αρχές που έχουν τεθεί με τις διεθνείς χάρτες και συμβάσεις. Τέλος, η χρήση των αρχιτεκτονικών πηγών αποτελεί μια ενδιαφέρουσα ιστοριογραφική παρέμβαση του βιβλίου.

Στο μεσαιωνικό τοπίο των Βαλκανίων γηγενείς και επήλυδες, κατακτητές και υπόδουλοι, άρχοντες και λαός διαμορφώνουν το περιβάλλον της συλλογικής και ιδιωτικής ζωής τους. Περισσότερο από μια έρευνα για τη μεσαιωνική αρχιτεκτονική στην περιοχή, περισσότερο από μια ιστορική μελέτη, το βιβλίο αυτό (όπως και η μεγάλη έκθεση που το συνόδευε) είναι μια πρόσκληση να γνωρίσουμε τη μεγάλη ποικιλία και τον αρχιτεκτονικό πλούτο της κτιριακής παραγωγής, να αξιολογήσουμε τις φανερές και κρυφές επικοινωνίες που απορρέουν από πολιτισμικές επικαλύψεις, κοινές τεχνολογικές δυνατότητες και την κινητικότητα των τεχνιτών, να κατανοήσουμε τις ενδιαφέρουσες οσμώσεις. Με ό,τι αυτά σημαίνουν για τον χώρο και τον κόσμο των Βαλκανίων.

Αλέκα Καραδήμου-Γερόλυμπου, ΤΟ ΒΗΜΑ, 20-09-1998

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!