Η εμπειρία της φυλακής και της εξορίας

Οι πολιτικοί κρατούμενοι στον εμφύλιο πόλεμο
Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 25.56
15.34
Τιμή Πρωτοπορίας
+
218898
Συγγραφέας: Βόγλης, Πολυμέρης
Εκδόσεις: Αλεξάνδρεια
Σελίδες:364
Μεταφραστής:ΚΑΣΤΑΝΑΡΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/04/2004
ISBN:9789602212820
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Περιορισμένη διαθεσιμότητα
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Περιορισμένη διαθεσιμότητα

Περιγραφή


[...]
Στην παρούσα μελέτη διατυπώνω την άποψη ότι τα υποκείμενα δημιουργούνται από αντίπαλες σχέσεις και διαδικασίες και δεν είναι απλώς παράγωγα των μηχανισμών εξουσίας. Το υποκείμενο δεν σχηματίζεται μόνο από καθεστωτικούς μηχανισμούς αλλά και από αντίπαλους λόγους και πρακτικές, μέσα και έξω από τη φυλακή. Το Κομμουνιστικό Κόμμα και οι αντιστασιακές οργανώσεις έξω από τις φυλακές εναντιώθηκαν και αμφισβήτησαν τον επίσημο λόγο και παρείχαν μια ριζικά διαφορετική θεώρηση της πολιτικής των διώξεων και της εμπειρίας της φυλάκισης. Η συλλογικότητα των πολιτικών κρατουμένων στις φυλακές, μέσα από μία σειρά δραστηριοτήτων στο πλαίσιο της οργάνωσης της καθημερινής τους ζωής, συνέστησε τους πολιτικούς κρατούμενους ως υποκείμενο αντίπαλο προς τη διεύθυνση των φυλακών. Η ηγεσία των πολιτικών κρατουμένων παίζει καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση του συλλογικού υποκειμένου μέσα από την καλλιέργεια μιας κοινής ταυτότητας αλλά και την επιβολή κατηγοριοποιήσεων και αποκλεισμών, πειθαρχίας και ιεραρχίας μεταξύ των πολιτικών κρατουμένων. Επιπλέον, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι οι ίδιοι οι φυλακισμένοι οι οποίοι ονομάζουν τους εαυτούς τους πολιτικούς κρατούμενους διεκδικώντας την ιδιότητα του πολιτικού κρατούμενου σε αντίστιξη με τους ποινικούς κρατούμενους και σε αντιπαράθεση με την κυβέρνηση, η οποία ποτέ στα χρόνια του Εμφυλίου δεν αποδέχθηκε την ύπαρξη πολιτικών κρατουμένων στις ελληνικές φυλακές. Ως υποκείμενο, ο πολιτικός κρατούμενος είναι το σημείο σύγκλισης και αντιπαράθεσης μεταξύ όλων αυτών των διαφορετικών και ποικίλων λόγων, πρακτικών και θέσεων. [...]

Από την "Εισαγωγή" στο βιβλίο







ΚΡΙΤΙΚΗ



«Αγαπημένε μου,

να 'σαι περήφανος για μένα, όπως και γω είμαι για σένα. Και η σκέψη μου να σου χαρίζει πάντα γέλιο και χαρά. Πεθαίνω έτσι που πρέπει να πεθαίνει μια πραγματική αγωνίστρια. Πεθαίνω μόνο για εκείνους που με μισούν για να ζω αιώνια σ' εκείνους που μ' αγαπούν κι αγαπώ. [...] Λίγα βιβλία που είχαμε κάποτε αγοράσει μαζί, ευτυχώς βρίσκονται. Θέλω να τα πάρεις απ' την ξαδέλφη μου που το ξέρει πως προορίζονται για σένα, να τα βάλεις σε μια γωνιά της βιβλιοθήκης που εύχομαι κάποτε να δημιουργήσεις, για να με θυμάσαι. Οπως και ένα σκάκι που σου έχω φτιάξει. Χαιρέτα μου όλα τα παιδιά. Γρήγορα λεύτεροι».

Αυτά είναι τα τελευταία λόγια που γράφει, τον Ιούνιο του 1949, η εικοσιεξάχρονη μοδίστρα Ελλη Σβώρου, λίγο πριν από την εκτέλεσή της, στον αρραβωνιαστικό της, κρατούμενος κι αυτός. Το γράμμα είναι μία από τις πολλές μαρτυρίες που αξιοποιεί στο βιβλίο του ο Π. Βόγλης, μαρτυρίες που ζωντανεύουν την αφήγηση, προσδίδοντάς της δραματική ενάργεια. Δεν έγκειται όμως εδώ η συμβολή της μελέτης. Ούτε, κατά κύριο λόγο, η αξία της έγκειται στην καλή γνώση της βιβλιογραφίας, τη συστηματική έρευνα σε ελληνικά και ξένα αρχεία. Ολα αυτά, προϋποθέσεις βέβαια για κάθε σοβαρή σπουδή, καθιστούν την εμπειρία της φυλακής και της εξορίας μια έγκυρη μελέτη, που συμπυκνώνει άριστα το ζήτημα «πολιτικοί κρατούμενοι στον Εμφύλιο». Ο Βόγλης, μέσα από την πολύχρονη τριβή του, κατέχει καλά το θέμα και η μελέτη του είναι κατάλληλη ως εγχειρίδιο, μπορεί μάλιστα να χρησιμεύσει ως έργο αναφοράς -τουλάχιστον με τα σημερινά δεδομένα της έρευνας.

Δεν είναι όμως αυτό το καινούριο που κομίζει ο Π. Βόγλης στην έρευνα. Το καινούριο είναι η θεωρητική του υπόθεση: Οι πολιτικοί κρατούμενοι δεν υπήρξαν ανέκαθεν ως τέτοιοι και, από τη στιγμή που δημιουργούνται, δεν αποτελούν παθητικά υποκείμενα. «Τα υποκείμενα», διευκρινίζει, «δημιουργούνται από αντίπαλες σχέσεις και διαδικασίες και δεν είναι απλώς παράγωγα των μηχανισμών. Το υποκείμενο δεν σχηματίζεται μόνον από καθεστωτικούς μηχανισμούς αλλά και από αντίπαλους λόγους και πρακτικές, μέσα και έξω από τη φυλακή». Γι' αυτό ακριβώς και στέκεται κριτικά απέναντι στις γνωστές θέσεις του Μ. Φουκό ότι το υποκείμενο παράγεται από την εξουσία, για την παντοδυναμία και μονολιθικότητα της πειθαρχικής εξουσίας, και προσφεύγει στις επεξεργασίες του Ζιλ Ντιλέζ σχετικά με την υποκειμενικότητα.

Οι πολιτικοί κρατούμενοι, εν προκειμένω, δημιουργούνται σε μια δεδομένη συγκυρία και έναν συγκεκριμένο πολιτικό συσχετισμό (μετά το 1945), κατ' αρχάς, μέσα από το λόγο και τις πρακτικές του κράτους, πάνω απ' όλα τη φυλακή με τα συνεπαγόμενά της (τις στερήσεις, το βασανισμό κ.ο.κ.). Ταυτόχρονα όμως, το υποκείμενο «πολιτικοί κρατούμενοι» διαμορφώνεται μέσα από τους αντίπαλους λόγους και πρακτικές: από το Κομμουνιστικό Κόμμα, έξω και μέσα από τη φυλακή, όπου η συλλογικότητα των πολιτικών κρατουμένων αναδεικνύεται σε αντίπαλο με τη διεύθυνση των φυλακών υποκείμενο. Εδώ, η ηγεσία των κρατουμένων παίζει καθοριστικό ρόλο, με την καλλιέργεια μιας κοινής ταυτότητας αλλά και με την επιβολή κατηγοριοποιήσεων, αποκλεισμών, πειθαρχίας και ιεραρχίας. Τέλος, οι ίδιοι οι φυλακισμένοι «φτιάχνουν» τον εαυτό τους ως συλλογικό υποκείμενο, διεκδικώντας σταθερά αυτή την ταυτότητα, διαχωριζόμενοι από τους «ποινικούς» και σε αντιπαράθεση με την κυβέρνηση, η οποία ουδέποτε αποδέχτηκε το χαρακτηρισμό.

Η θεωρητική στάση του συγγραφέα αποτυπώνεται στον τίτλο της αγγλικής έκδοσης (το βιβλίο πρωτοκυκλοφόρησε το 2002, από τις εκδ. «Berghann Books»): «Becoming a Subject: Political Prisoners during the Greek Civil War». Δεν είμαι βέβαιος για την ορθή απόδοση στα ελληνικά («Η διαμόρφωση /δημιουργία/ συγκρότηση ενός υποκειμένου»;), ο τίτλος όμως μας δείχνει τη βασική μέριμνα του Βόγλη: στο επίκεντρο του ενδιαφέροντός του βρίσκονται οι διαδικασίες που οδηγούν στη συγκρότηση αυτού του υποκειμένου: πώς δηλαδή οι έγκλειστοι, μέσα από την εμπειρία και την πραγματικότητα της φυλακής ή της εξορίας αυτοαναγνωρίζονται -και αλληλοαναγνωρίζονται- ως «πολιτικοί κρατούμενοι»: μετέχουν σ' αυτή τη νέα συλλογική ταυτότητα, που είναι κάτι διαφορετικό από τις προηγούμενες (του αντάρτη, του αγωνιστή κ.ο.κ.), οι οποίες διατηρούνται και αυτές. Η θεωρητική αυτή θέση (που θεωρήθηκε, κακώς, μεταμοντέρνα από τμήμα της ξενόγλωσσης κριτικής) βρίσκεται στα χνάρια του μεγάλου (και διόλου μεταμοντέρνου) Αγγλου ιστορικού και θεωρητικού Ε.Ρ. Thompson, όπως εφαρμόζεται ιδίως στο σπουδαίο του έργο «The Making of the English Working Class».

Με αυτόν το θεωρητικό καμβά ο Βόγλης οργανώνει την αφήγησή του σε τρία μέρη. Δεν μπορώ να αναφερθώ αναλυτικά, θα ήθελα όμως να εξάρω τα κεφάλαια για την καθημερινότητα των κρατουμένων, που μας δίνουν μια πολύ παραστατική εικόνα των συνθηκών ζωής στη φυλακή, καθώς και το κεφάλαιο για τον ψυχικό και σωματικό βασανισμό, ένα από τα δυνατότερα του βιβλίου. Ακόμη, θέλω να επισημάνω τη σημασία του Τρίτου Μέρους («Η φυλακή ως πεδίο σύγκρουσης»), που, αφ' ενός, αναδεικνύει τη συγκρότηση του υποκειμένου «από τα κάτω» (οι μορφές αντίστασης των φυλακισμένων, οι απόπειρες οικειοποίησης του χώρου, λ.χ., με μαθήματα και παραστάσεις) και αφ' ετέρου, αγγίζει ένα κρίσιμο, δύσκολο και ελάχιστα μελετημένο ζήτημα: το ρόλο του κομματικού μηχανισμού (του γραφείου) στη δόμηση και λειτουργία της συλλογικότητας μέσα στη φυλακή.

Υστερα από όλα αυτά, μπορούμε να διακρίνουμε τρεις βασικές αρετές του βιβλίου. Πρώτον, τον τρόπο που συμπλέκεται η θεωρία με τα τεκμήρια και την αφήγηση. Ο συγγραφέας, όπως είδαμε, γνωρίζει τη διεθνή θεωρητική συζήτηση, εκθέτει ξεκινώντας τις μεθοδολογικές αρχές και τον προβληματισμό του και προχωρεί με χωνεμένη τη θεωρία. Μας ξαφνιάζει έτσι ευχάριστα, καθώς αποφεύγει έναν διπλό σκόπελο, την «υποθεωρητικότητα» και την «υπερθεωρητικοποίηση», σκόπελο στον οποίο συχνά ναυαγούν πολλές μελέτες στο χώρο της Ιστορίας και της Κοινωνιολογίας.

Δεύτερη αρετή του έργου, η ιστορικότητά του. Ο συγγραφέας κάνει τις αναγκαίες διακρίσεις στο χρόνο, κάτι που αποτελεί πεμπτουσία της καλής ιστορικής μελέτης. Μας δείχνει την ειδοποιό διαφορά μεταξύ των πολιτικών κρατουμένων προπολεμικά και μεταπολεμικά, καθώς επίσης και την πορεία σκλήρυνσης των συνθηκών του εγκλεισμού, όσο προχωράμε στον Εμφύλιο. Επίσης, αναδεικνύει τις διαφορετικές χρονικότητες που περιέχονται σε μια «στιγμή»: πώς συνδυάζεται «ο «σύντομος» χρόνος της εμπειρίας των γεγονότων με το «μακρό» χρόνο της ανάμνησής τους, με το ανεξίτηλο σημάδι που αφήνει στη μνήμη η εμπειρία του εγκλεισμού».

Τρίτη συνεισφορά της μελέτης: ενώ εξετάζει εμπεριστατωμένα τις ιδιάζουσες συνθήκες του ελληνικού Εμφυλίου, οι οποίες και παράγουν το φαινόμενο των πολιτικών κρατουμένων, εντάσσει την ελληνική περίπτωση στο διεθνές πλαίσιο, συνομιλώντας με αντίστοιχα ξένα ερευνητικά εγχειρήματα.

Ας επισημανθεί επίσης ότι ο συγγραφέας ξαναδούλεψε το βιβλίο του ενόψει της ελληνικής έκδοσης -μια ένδειξη υπευθυνότητας και φροντίδας, τόσο απέναντι στο κείμενο όσο και στους αναγνώστες. Ετσι, έχει προστεθεί μια ουσιαστική εισαγωγή, οι σημειώσεις έχουν εμπλουτισθεί, ενώ έχουν διορθωθεί και μικρά αβλεπτήματα του αγγλικού κειμένου (λ.χ. σε ονόματα).

Η αφήγηση έχει το σπουδαίο προσόν της σαφήνειας, της ευκρίνειας και της απλότητας: η μελέτη διαβάζεται ευχερώς τόσο από τον ειδικό όσο και από τον απλώς ενδιαφερόμενο αναγνώστη, κάτι εξαιρετικά σπάνιο. Ταυτόχρονα όμως, προχωρώντας την ανάγνωση, αισθάνεσαι συχνά ότι το ύφος είναι επίπεδο, ακόμα και ψυχρό· το βιβλίο δεν σε συνεπαίρνει, ενώ θα μπορούσε -έχει όλες τις προδιαγραφές. Ορισμένοι (λ.χ. ο Δ. Σωτηρόπουλος, μιλώντας για την αγγλική έκδοση, «Το Βήμα», 13.4.2003) συγκαταλέγουν αυτή την αποστασιοποιημένη γραφή στα αναγκαία και θετικά της επιστημονικής προσέγγισης, προσωπικά πάντως πιστεύω ότι το θέμα θα αναδεικνυόταν καλύτερα από μια πιο φλογερή γραφή, που θα μπορούσε πραγματικά να «απογειώσει» και το βιβλίο και τον αναγνώστη.

Επίσης, μερικές φορές, ο αναγνώστης μένει, νομίζω, με ένα αίσθημα ανικανοποίητου. Σε αρκετά σημεία, η μελέτη συνοψίζει καλά και οργανώνει τα όσα ξέραμε για το ζήτημα, ο συγγραφέας όμως θα χρειαζόταν να προχωρήσει περισσότερο. Γνωρίζω βέβαια ότι τέτοιες κριτικές είναι υπερβολικά εύκολες (χρειάζονται ένα λεπτό για να διατυπωθούν και χρόνια ερευνητικής εργασίας για να υλοποιηθούν), πάντως την προσδοκία αυτή μας τη δημιουργούν τόσο το εύρος της αρχειακής έρευνας που έκανε ο Βόγλης όσο και οι δυνατότητές του, όπως ξεδιπλώνονται στην παρούσα μελέτη.

Θα ήθελα να τελειώσω με δύο παρατηρήσεις σχετικά με τη δυναμική του τόμου. Η πρώτη αφορά την πολύ θετική υποδοχή της αγγλικής έκδοσης, η οποία δείχνει, όπως σημείωσε και ο Α. Λιάκος, πώς το ενδιαφέρον μιας μελέτης για τη νεοελληνική ιστορία μπορεί να μην εξαντλείται στον κύκλο των «νεοελληνιστών» ή των «ελληνολατρών».

Η δεύτερη αφορά τα καθ' ημάς. Πρόσφατα έχει ξεκινήσει στο χώρο των εμφυλιοπολεμικών σπουδών μια μεγάλη συζήτηση σχετικά με τη βία της Αριστεράς, η οποία επιχειρεί ταυτόχρονα, πιστεύω, να σχετικοποιήσει τη βία της «Δεξιάς» (βλ., λ.χ., την αρθρογραφία του Στ. Καλύβα). Με αφετηρία την παρούσα μελέτη, που πατάει γερά στην πραγματικότητα μέσα από τη στέρεη τεκμηρίωσή της, μπορούμε να θυμηθούμε ορισμένα βασικά προαπαιτούμενα: ότι οι πολιτικοί κρατούμενοι στον Εμφύλιο ήταν αριστεροί, ότι η βία και ο βασανισμός υπήρξαν συνολικό και συνειδητό κρατικό εγχείρημα, ότι το κράτος των εθνικοφρόνων υπήρξε η νικήτρια και κυρίαρχη πραγματικότητα. Αν ξεκινήσουμε από αυτά, οι ορίζοντες της συζήτησης είναι ανοιχτοί.



ΣΤΡΑΤΗΣ ΜΠΟΥΡΝΑΖΟΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 28/05/2004

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!