Ελεύθερο θέμα

Πεζοποιήματα
Έκπτωση
40%
Τιμή Εκδότη: 13.42
8.05
Τιμή Πρωτοπορίας
+
273035
Συγγραφέας: Φωκάς, Νίκος
Εκδόσεις: Εστία
Σελίδες:89
Ημερομηνία Έκδοσης:01/10/2005
ISBN:9789600512144
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Περιορισμένη διαθεσιμότητα
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


ΚΡΙΤΙΚΗ



Ο όρος «πεζοποιήματα» είναι μια αρκετά παλιά επινόηση του Νίκου Φωκά, εφαρμοσμένη ήδη στην πρώτη ποιητική συλλογή του, που κυκλοφόρησε με τίτλο «Κυνήγια από σύγχρονα γεγονότα» το 1954. «Πεζοποίημα» στη λογοτεχνική σύλληψη και στην αφηγηματική αρχιτεκτονική του Φωκά δεν είναι ούτε το μποντλερικό πεζοτράγουδο (μια σύντομη και ιδιαίτερα πυκνή πρόζα με ποιητική ανάσα και όραση) ούτε ο στίχος που παίρνει πεζή μορφή, έτσι ώστε να λάβει έναν περισσότερο ευεξήγητο και αναλυτικό χαρακτήρα. Με «πεζοποίημα» ο Φωκάς εννοεί μικρότερες ή μεγαλύτερες αφηγηματικές ενότητες με στοιχειώδη πλοκή και ολιγοπρόσωπη οργάνωση, που τείνουν πάντα προς έναν μύθο ο οποίος έχει κάτι εις ήχον πλάγιον να δηλώσει: για το συλλογικό περίγυρο, καθώς και για την τέχνη ή για την τύχη και την πορεία της ανθρώπινης ύπαρξης. Και δεν διακρίνουμε, πάλι, εδώ ούτε μια φιλοσοφία, η οποία καταφεύγει στην αλληγορία για να αποκτήσει μιαν εκφραστικότερη και πειστικότερη γλώσσα, ούτε κάποιον τύπο βιοσοφίας, ο οποίος κρύβεται πίσω από ένα παραμύθι για να κάνει τον λόγο του πιο ζωντανό και άμεσο. «Πεζοποίημα», επίσης, στο ποιητικό σύμπαν του Φωκά δεν σημαίνει στιχουργημένο δοκίμιο -ένα κομμάτι στοχαστικού λυρισμού που θέλει να καταλήξει στη λογική χρησιμοποιώντας το μονοπάτι της καρδιάς.



Ενας ελάχιστος μυθοπλαστικός πυρήνας



Τι είναι, όμως, ύστερα από όλα αυτά ένα «πεζοποίημα»; Θα πρέπει, προτού προχωρήσω, να υπενθυμίσω πως με «πεζοποιήματα» ο Φωκάς ασχολήθηκε δύο φορές κατά τη διάρκεια της μακράς ποιητικής του πορείας. Η πρώτη είναι, όπως το έλεγα και πρωτύτερα, στη δεκαετία του 50 με την παρθενική συλλογή του. Η δεύτερη εμφανίζεται πολλά χρόνια μετά, κατά την πενταετία 1997-2002, οπότε και δημοσιεύονται όλα τα κείμενα της ανά χείρας έκδοσης (στα λογοτεχνικά περιοδικά «Πλανόδιον», «Εντευκτήριο», «Ευθύνη» και «Ποίηση»). Οπως παρατηρεί ο Σταύρος Ζουμπουλάκης στη φιλολογική του επισημείωση, τα χειρόγραφα των κειμένων τα οποία περιλαμβάνονται στο «Ελεύθερο θέμα», βρέθηκαν τακτοποιημένα σε ξεχωριστό φάκελο του αρχείου του ποιητή, πάνω στον οποίο ο ίδιος είχε σημειώσει τόσο το γενικό τους τίτλο όσο και τον ειδολογικό χαρακτηρισμό τους. Αυτό είναι το υλικό το οποίο φτάνει και σε μας σήμερα -ένα υλικό του οποίου το πρώτο βασικό γνώρισμα (τουλάχιστον σε ορισμένα τμήματα του βιβλίου) είναι η από σκοπού ρευστή και συνάμα απολύτως υποβλητική ατμόσφαιρα. Οπως το διευκρίνιζα και προεισαγωγικά, ο Φωκάς διατηρεί στα κείμενά του έναν ελάχιστο μυθοπλαστικό πυρήνα (ο ήρωας - αφηγητής αναφέρεται σε συμβάντα της τωρινής, γεροντικής του φάσης ή ανατρέχει σε γεγονότα του παιδικού και του εφηβικού του παρελθόντος) γύρω από τον οποίο έρχονται να κινηθούν και κάποια αχνά σκιαγραφημένα (και πάντως με πολύ χαμηλό φωτισμό τονισμένα) πρόσωπα.

Διά μέσου μιας τέτοιας δομής ο αναγνώστης δυσκολεύεται να καταλάβει στα πρώτα στάδια της εκάστοτε αφήγησης ποιο είναι το τέλος (κατά την αριστοτελική έννοια) του νοήματος προς το οποίο επιδιώκει να τον οδηγήσει ο Φωκάς. Καθώς, ωστόσο, η δράση εκτυλίσσεται με έναν σταθερά υπόκωφο ρυθμό, που δεν επιτρέπει την παραμικρή ταλάντωση στην επιφάνεια, τα πράγματα τείνουν βαθμιαία να αποκτήσουν ολόκληρη τη σημασία τους. Και η σημασία αυτή δεν είναι άλλη από τη στάση με την οποία νιώθει ο ποιητής πως έχει προσέλθει στην οικουμένη. Στάση που μπορεί να ταυτίζεται με ποικίλες καταστάσεις: από την έγνοια του για τους ακυρωμένους και τους περιθωριακούς απανταχού της γης και τη μυστική συγκίνηση η οποία τον καταλαμβάνει όταν το καλλιτεχνικό επίτευγμα έρχεται να συναντήσει τη μαγεία της φύσης (και να δεθεί κατά τον οριστικότερο τρόπο μαζί της) μέχρι την κατανόησή του για το ιερό πάθος της τρέλας, το φόβο του για τον ερχομό της φθοράς, του γήρατος και του θανάτου ή το διεμβολισμό του από τις ανεξίτηλες εγγραφές της παιδικής ηλικίας. Υπάρχουν, όμως, εδώ και άλλα: η οδυνηρή και συνάμα γοητευτική συνύπαρξη κολασμού και ευδαιμονίας, η μοναχική πορεία του καλλιτέχνη μέσα στις φωνασκίες της μάζας, η δημιουργία και η κατίσχυση αξιών έξω από τους άκαμπτους και ανάλγητους νόμους της αγοράς ή η επιμονή στη διατήρηση και την υπεράσπιση μιας πολύ γερά χτισμένης (και, εννοείται, μέχρι κεραίας ακονισμένης) προσωπικής ηθικής, που ουδεμία επαφή είναι δυνατόν να έχει με τον διδακτισμό και την ηθικολογία.



Προσφέροντας αυγουστιάτικη γλύκα



Νομίζω πώς τώρα είμαστε σε θέση να καταλάβουμε καλύτερα τι είναι τα «πεζοποιήματα» του Φωκά: το μυθοπλαστικό περιτύλιγμα και η σκηνοθετική πλαισίωση μιας σκέψης η οποία έχει συγκεντρώσει όλη την προσοχή της στη σχέση της τέχνης με την εξωτερική πραγματικότητα και τον κόσμο: σχέση βασανιστική και δύστροπη, που δοκιμάζει καθημερινά τις δυνάμεις και τις αντοχές της και δεν μπορεί παρά να καταλήξει στη μοναξιά και στην εξ αποστάσεως θεώρηση: «Συχνά παρακαλώ να τελειώναμε τις μέρες μας σαν τα σύκα κι εμείς, σε μικρή χρονική απόσταση μεταξύ μας -ακριβώς όπως ήρθαμε στη ζωή-, προσφέροντας γλύκα αυγουστιάτικη στ άγλυκα αλίμονο στόματα των ανθρώπων ή πέφτοντας μοναχικά μ έναν ανεπαίσθητο γδούπο στο χώμα, πολύ μακριά από την ακοή του πλήθους». Η βεβαιωμένη, ωστόσο, αυτή απόσταση από τους άλλους δεν σημαίνει κρύο και παγωνιά ή ψυχρότητα, αλλά, αντιθέτως, προδίδει από την πρώτη σχεδόν στιγμή την εσωτερική της θερμοκρασία και φλόγα -τη σφοδρή επιθυμία της καλλιτεχνικής ψυχής να ρίξει γέφυρες επικοινωνίας με το περιβάλλον της και να μεταλαμπαδεύσει εκεί κάτι από τις ασίγαστες δυσκολίες και ανησυχίες της, Αναμφίβολα, ένα σημαντικό βιβλίο: το βιβλίο ενός σπάνιου τεχνίτη των νεότερων ελληνικών γραμμάτων, που επινοεί ένα ολόκληρο είδος προκειμένου να εκφράσει και να προσδιορίσει την ταυτότητά του.



ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 09/12/2005








ΚΡΙΤΙΚΗ



Μια ματιά στην πίσω όψη της σελίδας τίτλου υπό την ένδειξη «ΤΟΥ ΙΔΙΟΥ», όπως φέρεται στη συγκεντρωτική έκδοση των «Ποιητικών Συλλογών 1954-2000» του Νίκου Φωκά («Υψιλον/βιβλία», 2002), αρκεί για να καταφανεί ότι ο περί ου ο λόγος συγγραφέας είναι πρωτίστως, και κυρίως, ποιητής. Μετράμε δώδεκα ποιητικές συλλογές στις οποίες προστίθεται το «έμμετρο αφηγηματικό ποίημα» «Παρτούζα ή ένα κλείσιμο ματιού» (1991· πρώτη δημοσίευση περ. «Σπείρα», χωρίς το διαζευτικό παράθεμα, 1981) και τρία βιβλία πεζού λόγου -πεζού κατά το γένος και είδος. Το πρώτο από αυτά επιγράφεται «Το κάλεσμα της αλεπούς (ένα παραμύθι)» («Εστία», 1991) και στην εργογραφική σελίδα τοποθετείται κάτω από τη γενικότατη ένδειξη «πεζό». Ακολουθούν δύο τόμοι δοκιμίων, που τιτλοφορούνται, ο πρώτος και περισσότερο ενδιαφέρων, «Επιχειρήματα (για τη γλώσσα - για τη λογοτεχνία)» (Εστία 1982) και ο δεύτερος «Το γλωσσικό μας πρόβλημα είναι εξωγλωσσικό» (Εστία, 1991).

Από τα δεκατρία βιβλία που αδιαφιλονίκητα διεκδικεί ο ποιητικός λόγος, τα ένδεκα έχουν συντεθεί σε ελεύθερο στίχο, που από ένα σημείο και πέρα κατατείνει σε ανισόστιχη ή και ισόστιχη στροφικότητα· μία από τις συλλογές με τον παιδιόφραστο τίτλο «Κοχυβαδάκια» (1995) και η προκλητικά αθυρόστομη, άσεμνη, αλλ όχι βλάσφημη «Παρτούζα» έχουν χυθεί, κατά προσποίηση και παρωδία, σε έμμετρο και ομοιοκατάληκτο στίχο. Σ αυτά λοιπόν τα ακραιφνώς και δεδηλωμένως ποιητικά, και στα τρία κείμενα που ανέτως υπάγονται στην πεζογραφία (όχι πάλι χωρίς κάποιες παραχωρήσεις στην ποιητική «λέξιν»), προστίθεται ήδη ένα κομψότατο τομίδιο μεικτού λόγου με τον τίτλο (δι ερυθράς, στην οικεία σελίδα, μελάνης) «Ελεύθερο θέμα» και την υπότιτλη ένδειξη «πεζοποιήματα».

Τον τελευταίο αυτό όρο, που θα παρέμενε αθησαύριστος, εάν δεν τον συμπεριελάμβανε στη «Συναγωγή νέων λέξεων» ο Στέφανος Α. Κουμανούδης, ο πρεσβύτερος, είχε χρησιμοποιήσει από το 1954 ο Νίκος Φωκάς στην ποιητική συλλογή του «Κυνήγια από σύγχρονα γεγονότα», για να χαρακτηρίσει τέσσερα κείμενα. Το πρώτο απ αυτά «Η ερημία» (σσ. 14-16), πολυμερές με αλφαβητική αρίθμηση, και κατά το στιχικό του ανάπτυγμα και κατά την εσωτερική του υφή, θα προσλαμβανόταν σαν ποίημα, εάν έλειπε η υπότιτλη και παρένθετη ειδολογική ένδειξη· το δεύτερο «Θυμάσαι τον ουραγκοτάγκο;» (σ. 18) έχει εμφανώς προζεϊκή μορφή και περισσότερο έκδηλο, όσο και τερπνό, τον αφηγηματικό χαρακτήρα· το τρίτο «Ιστορία στα Τουρκοβούνια» (σσ. 31-32) εμφανίζει τόσο σαφή στιχική και στροφική συγκρότηση που είναι ν απορεί κανείς γιατί, αν εξαιρεθεί η πρόδηλη αφηγηματικότητα, προτείνεται από τον ποιητή ως «πεζοποίημα»· εμφανώς πεζόμορφο είναι, τέλος, το τέταρτο και εκτενέστερο κείμενο «Η ζωή και ο θάνατος ενός γλύπτη» (σσ. 40-43). Αν χωρεί εξήγηση γι αυτήν την οπωσδήποτε χαλαρή και μάλλον ποικίλη χρήση του όρου σε διαφορετικά και διακριτά ως προς τη μορφολογία κείμενα, πρέπει ν αναζητηθεί στο γεγονός ότι κατά την πρώτη περίοδο της ποιητικής δημιουργίας (1954-1961) ο Νίκος Φωκάς δεν είχε διαμορφώσει ακόμη την ποιητική του. Η ποιητική αυτή, αν ευνοούσε κάτι, δεν ήταν η μείξη των ειδών ή οι λυρικές εξάρσεις, αλλά η αναφορά στα πράγματα μέσω, εννοείται, κυριολεκτούμενων εννοιών και η ελεύθερη στιχοποία, μετριαζόμενη από στροφικές περιελίξεις και άλλες μη περιγράψιμες και σταθερές ρυθμικότητες.

Οπως και να ναι, ο Νίκος Φωκάς θα επανέλθει ύστερα από σαράντα τρία χρόνια στον όρο «πεζοποιήματα», η πρώτη μαρτυρημένη χρήση του οποίου ανατρέχει στο 1896 και ανάγεται στο εκκλησιαστικό πεδίο με την έννοια του μη αυστηρά προσωδιακού, αλλά ρυθμοτονικού και άρα «πεζού» (άμετρου ποιήματος). Ο Σταύρος Ζουμπουλάκης στη «Φιλολογική επισημείωση» μας πληροφορεί ότι «όλα ανεξαιρέτως (τα κείμενα) έφεραν κατά την πρώτη δημοσίευση τον χαρακτηρισμό "πεζοποιήματα"».

Η προσωπική μου αίσθηση και κρίση είναι ότι τα δεκατέσσερα κείμενα της συλλογής είναι κυρίως ειπείν πεζά και έλκονται ισχυρώς, κατά περίσταση, από το χρονογραφικό, αφηγηματικό και δοκιμιακό είδος και ύφος. Στην πρώτη κατηγορία θα υπαγόταν ανέτως το πρώτο στη σειρά «Face control», το όγδοο («Δραπέτης»)· δοκιμιακό και εν μέρει ψυχογραφικό χαρακτήρα θα αναγνωρίσουμε στο ένατο («Διπλωπία»), καθώς και σε ένα ή δύο άλλα (οπωσδήποτε στο υπό τον τίτλο «Ανισότητα», στο οποίο ο συγγραφέας επιδεικνύει τη δεινότητά του στην αναλυτική σκέψη και στην «τροπικότατη» και πάντοτε σωστική ειρωνεία)· προς την αφήγηση και τη μυθοπλασία ρέπουν κείμενα όπως το τρίτο κατά σειρά, λίαν έντεχνο, υπό τον μάλλον κρυπτικό τίτλο «Μικρή Σουίτα» και το τρίτο επιγραφόμενο «Φιλέρημος». Ως προς το αρτιότερο της όλης συλλογής, αληθινό κομψοτέχνημα, τιτλοφορούμενο «Θετική Κίνηση» (σσ. 17-19) θα έλεγα ότι είναι εκείνο που λιγότερο απ όλα τα άλλα αφήνει αδικαίωτο το δεύτερο συνθετικό της λέξης «πεζοποιήματα», για λόγους που αδυνατώ να εκλογικεύσω. Ευδιάκριτα είναι επίσης τα ίχνη ή ψήγματα της ποιητικής (του προβληματισμού περί ποιήσεως) που εγγράφονται σε πολλά από τα «πεζοβατικά» κειμενίδια κατά τον όρο των μέσων του 19ου αιώνα που προτάθηκε από τον Σπυρίδωνα Ζαμπέλιο και λημματογραφήθηκε από τον Κουμανούδη. Θα υποδείκνυα, εκτός από το ψυχογραφικό και δοκιμιακό «Διπλωπία», όπου γίνονται σαφείς νύξεις για τη φύση και τη λειτουργία της ποίησης, το βραχύτατο «Αυτό ή οτιδήποτε άλλο», ένα μικρό εντελέστατο «δοκίμιο» πάνω στην πρώτη εφηβεία, στα όρια βίωσης, εμπειρίας και λογοτεχνίας.



Παιδική ηλικία, εφηβεία



Αλλά στο σημείο αυτό πρέπει να σταθούμε. Ο Νίκος Φωκάς και στην ποίησή του, πού και πού, και ξεχωριστά στο παραμυθιακό «Το κάλεσμα της Αλεπούς» αναφέρεται στην παιδική ηλικία και στην πρώτη εφηβεία. Αλλωστε ο τίτλος τού υπό κρίση βιβλίου είναι «Ελεύθερο θέμα», με την έννοια που έχει η φράση αυτή στη διδακτική του μαθήματος της έκθεσης ιδεών στη στοιχειώδη και μέση εκπαίδευση: οι μαθητές καλούνται να εκθέσουν τις ιδέες και τον προβληματισμό τους πάνω σε θέμα που επιλέγουν οι ίδιοι. Δεν θα υπερβάλλαμε, πιστεύω, εάν υποθέταμε ότι οι περισσότερες από τις χτυπητά χαλαρές συντάξεις, από τους παρατεταμένους πλατειασμούς, από τις εξόφθαλμες ανακολουθίες και τα επιδεικτικά ασύνδετα οφείλονται σε εσκεμμένη μίμηση της μαθητικής γραφής!

Εκτός από έναν αναφομοίωτο στη γλώσσα μας ξενισμό στη σελίδα 17, θα επικαλεστούμε την τελευταία μακροσκελή παράγραφο του «χρονογραφικού» πρώτου πεζοποιήματος, στην οποία και καταγράφεται σπάνιο είδος συσσώρευσης ομοιόπτωτων ονομάτων, ουσιαστικών και επιθέτων που επιτείνεται από τολμηρότατο υπερβατό: «Το ενδεχόμενο εγγραφής και εδώ, όπως στα κέντρα ψυχαγωγίας στη συλλογική μνήμη μιας πολυπληθούς αγροίκας ολιγοφάνταστης νεολαίας της εικόνας της θλίψης, της ανημποριάς, της γνώσης, της αηδίας, του γήρατος και της δυστυχίας -εικόνες οσοδήποτε φευγαλέες-, είναι αρκετός λόγος μνησικακίας...». Και αν ακόμη ο αναγνώστης υπερπηδήσει το δυσπερίγραπτο υπερβατό που εκτείνεται σε τρεις τυπογραφικούς στίχους και επιδεινώνεται από παρεμβαλλόμενο αναφορικό λόγο, αδιάστικτο ως προς την αρχή και το τέλος του, δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα αντιληφθεί πλήρως τις ακριβείς εξαρτήσεις και υποτάξεις. Κι αν ακόμη αποκρούσουμε την άποψη ότι ο συγγραφέας, παίζοντας, αναθέτει στον αναγνώστη το ρόλο ενός επιεικούς και ευαίσθητου διορθωτή μαθητικών, κατά προσποίηση, γραπτών, δεν θα πρέπει να απωθήσουμε την εντύπωση ότι ο Νίκος Φωκάς άπαξ και ξεκίνησε να γράψει (ακριβέστερα: να εκθέσει) τις ιδέες (καλύτερα: τους ιδεασμούς του) πάνω σε ποικίλα θέματα at libidum (κατ αρέσκεια), θέλει και ανυπομονεί να τα πει όλα και διαμιάς.



Η ποιότητα του κόσμου



Να τα πει έτσι, όπως δεν τα είπε ούτε θα τα έλεγε στις (δώδεκα-έντεκα, αν εξαιρέσουμε τα «Κοχυβαδάκια») ποιητικές του συλλογές. Και οι πολύτιμες αυτές συλλογές -δεν είναι η πρώτη φορά που αποδίδω το επίθετο-, αποτελούν το κέντρο και τον πυρήνα ενός ποιητικού όλου. Τα άλλα έμμετρα και πεζά βιβλία, ακόμη και τα αμιγώς δοκιμιακά, όταν και όπου δεν δρουν συμπληρωματικά, περιστρέφονται γύρω από μία και μόνη ποιητική χρεία και σύλληψη: την κατάδειξη της κακής ποιότητας του κόσμου, στην οποία (κακή ποιότητα) συντελούν και συμβάλλουν όσοι καταφέρονται εναντίον της με δόλο, ιδιοτέλεια, χαμέρπεια ή βλακεία! Στα παραπληρωματικά αυτά κείμενα ο Νίκος Φωκάς εμπιστεύεται σκέψεις, αισθήσεις και εικόνες που εάν εντάσσονταν στις συλλογές, κινδύνευαν να αποβληθούν σαν ξένα σώματα ή τουλάχιστον να υποστούν λειάνσεις που θα άφηναν ορατά τα ίχνη τους στο κείμενο. Για παράδειγμα, στο «Κάλεσμα της αλεπούς» κάνει λόγο για πολιτιστικές εκδηλώσεις σε μια πόλη υπαρκτού σοσιαλισμού (!, σ. 22) ή για την υλιστική διδασκαλία σ ένα σχολείο του ίδιου καθεστώτος (σ. 27). Αλλ εάν η «ιδεολογία» του Νίκου Φωκά, που βέβαια δεν είναι απαλλαγμένη από εμμονές, παραδοξότητες και αντιφάσεις, ανιχνεύεται και σε άλλα πεζά του, ανάμεσα στα οποία και το μοναδικό, αν ξέρω καλά, διήγημά του «Το θαύμα», παπαδιαμαντικής εμπνεύσεως, αλλ όχι απλότητας και βάθους, αυτό ισχύει κατ εξοχήν για τα κρινόμενα «πεζοποιήματα». Ο χώρος δεν επιτρέπει παρά να επισημάνουμε το δυαλισμό που διέπει τη σκέψη του Νίκου Φωκά και τον κάνει να κρατάει ίσες αποστάσεις από κάθε επιπόλαιο ελληνισμό και επιφανειακό χριστιανισμό, από κάθε κοινωνιστική και φιλελεύθερη σωτηριολογία και, για να μεταφερθούμε σε λογοτεχνικό και κριτικό επίπεδο, από κάθε σικελιανισμό ή καρυωτακισμό. Ακρως ασταθής και αμφιρρέπουσα είναι η στάση τού συγγραφέα απέναντι στη χριστιανική πίστη και την κορύφωσή της, την ανάσταση των νεκρών και τη Δευτέρα Παρουσία. Στο κοινωνιολογικότερο και ένα από τα βαθύτερα κείμενά του («Ανάγκη») ο συγγραφέας αναφερόμενος στον «Κριτή» (σ. 65) ή στον «Υπέρτατο Κριτή» (σ. 66) εκφράζει δις την επιφύλαξή του, περισσότερο ή λιγότερο έντονη για την ύπαρξή του, ακριβώς για να καταλήξει το κενό της (κοινής) απιστίας.



ΑΝΔΡΕΑΣ ΜΠΕΛΕΖΙΝΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 20/01/2006

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!