Stasiland. Ιστορίες πίσω από το τείχος του Βερολίνου

Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 19.66
13.76
Τιμή Πρωτοπορίας
Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €7.80
+
313050
Συγγραφέας: Funder, Anna
Εκδόσεις: Οκτώ
Σελίδες:334
Μεταφραστής:ΠΑΠΑΙΩΑΝΝΟΥ ΤΡΙΣΕΥΓΕΝΗ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/12/2008
ISBN:9789608942677
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Άμεσα διαθέσιμο
Θεσσαλονίκη:
Άμεσα διαθέσιμο
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή

Η Anna Funder καταγράφει συγκλονιστικές μαρτυρίες ανθρώπων η ζωή των οποίων καταστράφηκε από το πιο αποτελεσματικό αστυνομικό κράτος στην Ιστορία και το όργανό του, τη Στάζι, καθώς και ανθρώπων που δούλεψαν γι' αυτή. Η Στάζι, η μυστική αστυνομία που χρησιμοποιούσε έναν πράκτορα για κάθε έξι Ανατολικογερμανούς, παρακολουθούσε και έλεγχε κάθε πτυχή της καθημερινής ζωής. Αυτός ο τεράστιος εσωτερικός σκιώδης στρατός γνώριζε τα πάντα, ενώ τα αρχεία που παρήγαγε ξεπερνούν το σύνολο των κειμένων που γράφτηκαν στη Γερμανία από την εποχή του Μεσαίωνα.

Οι συγκλονιστικές ιστορίες της Μίριαμ, που εξακολουθεί να αναζητεί τις συνθήκες θανάτου του συντρόφου της Τσάρλι, της φράου Πάουλ, που ξύπνησε ένα πρωί με το Τείχος να τη χωρίζει από το άρρωστο νεογέννητο βρέφος της, και των αμετανόητων πρακτόρων της Στάζι, που εξακολουθούν να νοσταλγούν το ανατολικογερμανικό καθεστώς, αποτυπώνουν τις απάνθρωπες μεθόδους της Στάζι και σκιαγραφούν το βάναυσο πορτρέτο της Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας. Η Anna Funder περιγράφει τον καθημερινό ηρωισμό των απλών ανθρώπων που έζησαν αυτό τον εφιάλτη, ηρωισμός που κινδυνεύει να χαθεί, να σβηστεί και να ξεχαστεί.

Κριτικές:

Δεν είμαι ο μόνος που διάβασε το Stasiland αφού είδε την ταινία Οι ζωές των άλλων. Οι ιστορίες που περιγράφει το βιβλίο της Anna Funder όχι μόνο σε αφήνουν άναυδο μπροστά στην απίστευτα παρανοϊκή φιλοδοξία αυτού του ολοκληρωτικού πειράματος αλλά σου ραγίζουν και την καρδιά.

Nick Hornby, The Believer


Η Anna Funder έχει συγκεντρώσει εντυπωσιακές ιστορίες θυμάτων και θυτών σε μια διχασμένη χώρα. Και τις αφηγείται ωραία.

The Independent

Μια συγκλονιστική αφήγηση με ιστορίες ανθρώπων που η ζωή τους σημαδεύτηκε ανεξίτηλα από το Τείχος του Βερολίνου.

Sunday Times


Συνέντευξη στην Κατερίνα Οικονομάκου, Ελευθεροτυπία, 2 - 06/12/2008

Αννα Φάντερ: «Οι πρώην πράκτορές της κυνηγούν ακόμη τα θύματά τους»


Η Στάζι δεν είχε ποτέ ανθρώπινο πρόσωπο


Παραμονή Πρωτοχρονιάς του 1968, η Μίριαμ μπαίνει στο τρένο από τη Λιψία με προορισμό το Βερολίνο. Είναι δεκάξι χρόνων και θέλει να περάσει από την άλλη πλευρά του Τείχους. Εχει ήδη στιγματιστεί ως εχθρός του καθεστώτος, επειδή κολλούσε στους τοίχους της πόλης προκηρύξεις που έγραφαν «Λαέ της ΛΔΓ ύψωσε τη φωνή σου». Στα χέρια της έχει ακόμη τα σημάδια από το αγκαθωτό συρματόπλεγμα. Τα σημάδια από όσα διαδέχτηκαν εκείνη την απόπειρα απόδρασης τα καταγράφει με λεπτομέρειες στο βιβλίο της η Αννα Φάντερ. Η Αυστραλέζα δημοσιογράφος ξεκίνησε να συγκεντρώνει μαρτυρίες ανθρώπων που βρέθηκαν από τη λάθος μεριά του Τείχους, στα μέσα της δεκαετίας του '90, την περίοδο που ζούσε και εργαζόταν στο Βερολίνο. «Την περίοδο που άρχισα την έρευνα, αλλά και σήμερα από όσο ξέρω, δεν υπήρχαν βιβλία με θέμα τη ζωή στη ΛΔΓ. Εχουμε πολλές πληροφορίες για τη δράση της Στάζι και κάποια λίγα αυτοβιογραφικά βιβλία, αυτοεκδόσεις συνήθως». Αλλά οι πολίτες της πρώην Λαοκρατικής Δημοκρατίας της Γερμανίας γιατί δεν μιλούσαν για τη ζωή σε εκείνο το οποίο ήταν το πιο τελειοποιημένο κράτος παρακολούθησης όλων των εποχών;


Γιατί κανείς δεν τους το είχε ζητήσει. Το έκανε η Φάντερ, διασταυρώνοντας τις αφηγήσεις της Μίριαμ, της φράου Πάουλ και της Γιούλια με εκείνες πρώην πρακτόρων της Στάζι. Διαβάζοντας το «Stasiland», αναπόφευκτα εκπλήσσεσαι ξανά και ξανά με την ανατριχιαστική αποτελεσματικότητα εκείνης της γραφειοκρατίας του κακού. Και συνειδητοποιείς πως δεν ξέρουμε παρά ελάχιστα πράγματα γι' αυτό το κομμάτι της πολύ πρόσφατης ευρωπαϊκής ιστορίας. Κι όμως η Φάντερ δυσκολεύτηκε να βρει εκδότη για τη μετάφραση του βιβλίου στα γερμανικά. «Συνολικά το απέρριψαν 22 Γερμανοί εκδότες, μέχρι να βρεθεί κάποιος να το αναλάβει». Παρ' όλο που είχε ήδη λάβει μια από τις σημαντικότερες διακρίσεις στο χώρου του βιβλίου διεθνώς, το Samuel Johnson Prize for Non-Fiction. «Το θέμα παραμένει πολύ ευαίσθητο στη Γερμανία», λέει η Φάντερ, που στη συνέχεια θα γίνει πιο αναλυτική.


Είναι αλήθεια πως υπήρξαν πρώην υπάλληλοι της Στάζι που έκαναν μήνυση στον Γερμανό εκδότη του βιβλίου;


«Ναι, υπάρχει μια παράγραφος όπου περιγράφω λίγα από τα πράγματα που έκαναν πρώην πράκτορες της Στάζι, στις αρχές της δεκαετίας του '90, σε πρώην ακτιβιστές για τα πολιτικά δικαιώματα. Εκοβαν τα καλώδια των φρένων στα αυτοκίνητά τους, ή πήγαιναν τα παιδιά τους μια βόλτα μετά το σχόλασμα, τους ταχυδρομούσαν πορνογραφικό υλικό για να το παραλάβουν οι γυναίκες τους. Αυτή η παράγραφος θα αφαιρεθεί από τις μελλοντικές εκδόσεις του βιβλίου στη Γερμανία. Μόνο που όλα όσα αναφέρω είναι αληθινά και πασίγνωστα, αφού έχουν δημοσιευθεί στον γερμανικό Τύπο. Αλλά οι πρώην πράκτορες της Στάζι χρησιμοποιούν τους νόμους της δημοκρατίας για να προστατεύσουν το καλό όνομα που δεν έχουν».


Η Μίριαμ μπήκε στη φυλακή όταν ήταν ακόμη μαθήτρια, δεν της επέτρεψαν να σπουδάσει, της έκαναν τη ζωή δύσκολη όταν αναζητούσε δουλειά, ο άνδρας της πέθανε μυστηριωδώς ενώ ήταν κρατούμενος της Στάζι... Η ιστορία της δεν μπορεί να είναι από τις πιο συνηθισμένες, ακόμη και για τα δεδομένα της ΛΔΓ.


«Οχι, αλλά δεν είναι και ακραία. Θέλω να πω ότι αν κάποιος δεν είχε ιδιαίτερες φιλοδοξίες ή προσδοκίες από τη ζωή, μπορούσε να ζήσει σχετικά ανενόχλητος. Ετσι μου έχουν πει... Αν όμως ήθελες να κάνεις οτιδήποτε, τη στιγμή που το κράτος είχε απόλυτο έλεγχο στις περισσότερες πτυχές της ζωής -και ειδικά στις σπουδές, την καριέρα και την ψυχική υγεία- δεν υπήρχε περίπτωση να μη βρεθεί μπροστά σου. Αλλά εξωφρενική δεν είναι η ιστορία της Μίριαμ. Υπήρχε ένας άνδρας που, έπειτα από μια αποτυχημένη απόπειρα να αποδράσει, συνελήφθη και κλείστηκε σε ψυχιατρείο. Επειτα ένα διάστημα τον άφησαν ελεύθερο, με την υποχρέωση να πηγαίνει κάθε δύο βδομάδες να κάνει μια ένεση. Δεν ξέρουμε τι είδους ψυχοτρόπα του έδιναν για χρόνια, αλλά ο άνθρωπος κατέληξε ψυχικά ασθενής . Ή υπήρχαν άνθρωποι, όπως ο Ρούντολφ Μπάρο, αγωνιστής για την ελευθερία του λόγου, που πέθανε από έναν σπάνιο καρκίνο. Η Στάζι μάρκαρε με ραδιενέργεια τα άρθρα του, για να γνωρίζει ανά πάσα στιγμή τους παραλήπτες τους».


Βάλατε αγγελία στον Τύπο αναζητώντας πρώην πράκτορες της Στάζι και ανεπίσημους πληροφοριοδότες. Πόσες φορές χτύπησε το τηλέφωνό σας;


«Αρχισε να χτυπάει πολύ γρήγορα και χτύπησε πολλές φορές. Την εποχή που έβαλα την αγγελία, το 1996-97, οι άνθρωποι της Στάζι προσπαθούσαν να περνούν απαρατήρητοι. Τα πράγματα δεν ήταν όπως σήμερα, που βγαίνουν και φωνάζουν. Κι όμως, τηλεφώνησαν πολύ περισσότεροι από όσους έβαλα τελικά στο βιβλίο. Από τη μεριά τους δεν είδα ούτε ντροπή ούτε τύψεις. Είδα προσπάθεια να δικαιολογηθούν και βεβαιότητα πως είχαν κάνει το σωστό. Υπηρετούσαν, έλεγαν, το κομμουνιστικό όραμα -ο καθένας ανάλογα με τις ικανότητές του, για καθέναν ανάλογα με τις ανάγκες του- και ήθελαν να με διαβεβαιώσουν πως ό,τι έγινε στη ΛΔΓ έγινε με καλό σκοπό, ό,τι έκαναν το έκαναν για να πραγματώσουν αυτόν τον υψηλό στόχο. Η μοναδική εξαίρεση ήταν ο Γκίντερ Μπόνσακ, ένας πολύ μορφωμένος άνδρας, που υπήρξε αντισυνταγματάρχης της Στάζι στην υπηρεσία κατασκοπίας στο εξωτερικό, υπό τον Μάρκους Βολφ. Ο Μπόνσακ ήταν ένα ερείπιο, διαλυμένος. "Ελεγα ψέματα για 26 ολόκληρα χρόνια" έλεγε. Αλλά είχε κι αυτός δείξει απόλυτη πειθαρχία. Από ανεπίσημους πληροφοριοδότες, μόνο ένας βρέθηκε που ήθελε να μου μιλήσει, αλλά μόνο αν πλήρωνα. Του είπα πως είχε ήδη αμειφθεί για τις υπηρεσίες του».


Υπήρχαν και κάποιοι που συνεργάστηκαν ύστερα από εκβιασμό. Εδώ που τα λέμε, δεν μπορεί να ήταν και εύκολο να φέρεις αντίρρηση στη Στάζι.


«Πράγματι και δεν έχω πρόθεση να τους κρίνω. Από την άλλη, με ενδιαφέρει να αναγνωρίσω και να τιμήσω εκείνους που είχαν το κουράγιο να αρνηθούν να συνεργαστούν με τη Στάζι, κάτω από τις ίδιες πιέσεις. Η γενναιότητα μπορεί να έχει το πρόσωπο μιας έφηβης, όπως ήταν η Μίριαμ όταν φυλακίστηκε, ή μιας νοικοκυράς όπως η φράου Πάουλ -που αρνήθηκε να καταδώσει έναν άνθρωπο που γνώριζε ελάχιστα, παρ' όλο που το αντάλλαγμα θα ήταν να ξανασμίξει με το άρρωστο παιδί της από την άλλη μεριά του Τείχους. Αυτό κι αν ήταν πίεση».


Ο αριθμός των υπαλλήλων και των ανεπίσημων συνεργατών της Στάζι είναι τεράστιος σε σχέση με το σύνολο του πληθυσμού. Αυτοί οι άνθρωποι θα πρέπει να πέφτουν συνέχεια ο ένας πάνω στον άλλον.


«Ναι, είναι αναπόφευκτο. Η Μίριαμ, για παράδειγμα, εργάζεται σε έναν κρατικό ραδιοφωνικό σταθμό και το αφεντικό της υπήρξε υπάλληλος της Στάζι. Οταν βρέθηκα πριν από δύο χρόνια στη Γερμανία για τα γυρίσματα μιας τηλεοπτικής εκπομπής γύρω από το βιβλίο, της ζήτησα να εμφανιστεί μαζί μου, αλλά δεν ήθελε γι' αυτόν το λόγο. "Κοίτα", μου είπε, "αυτός ο άνθρωπος έχει πολύ υψηλή θέση, ξέρει την ιστορία μου και ξέρει ότι ξέρω το παρελθόν του. Εχω φτάσει σε μια ηλικία που δεν αντέχω άλλο, θέλω μόνο να ζω". Στο μεταξύ, ο εισαγγελέας, που είχε εκδώσει ένταλμα για τη σύλληψη του άνδρα της, έχει πάλι την έδρα του».


Δηλαδή οι πρώην υπάλληλοι της Στάζι μπορεί να είναι σήμερα σε καλύτερη μοίρα από τα θύματά τους;


«Σε πολύ καλύτερη. Γιατί έχουν κάνει τις σπουδές που απαγόρευσαν στα θύματά τους να κάνουν. Κι έχουν επαγγελματική εμπειρία που δείχνει πολύ ελκυστική για τις μεγάλες επιχειρήσεις, που τους αρέσει να ξέρουν πως όχι μόνο είσαι υπάκουος, αλλά έχεις και το διδακτορικό σου - ακόμη κι αν πρόκειται για διδακτορικό που αποκτήθηκε χάρη στη Στάζι. Κι εδώ υπάρχει ένα φοβερό παραμύθι που παρουσιάζουν "Οι Ζωές των Αλλων". Δείχνοντας τον πρώην υψηλόβαθμο πράκτορα να διανέμει επιστολές, υπονοεί πως με έναν τρόπο αποδόθηκε δικαιοσύνη».


Θεωρείτε πως ο χαρακτήρας του πράκτορα που είδαμε στην ταινία οι "Ζωές των Αλλων" δεν είναι ρεαλιστικός;


«Τέτοιος άνθρωπος δεν υπήρξε, είναι αποκύημα της φαντασίας του σκηνοθέτη. Κι ο ίδιος το έχει παραδεχθεί. Η ταινία είναι υπέροχη, αλλά λέει ψέματα. Και παρ' όλο που την απόλαυσα, δεν μπορώ να αποφύγω τη σκέψη πως με έναν τρόπο βοηθάει τους Γερμανούς να εξιλεωθούν, είναι ένας τρόπος να πουν ότι ακόμη κι ένας από τους πιο σκληρούς άνδρες της Στάζι, μπορεί κατά βάθος να είναι ένας άνθρωπος ικανός να δείξει καλοσύνη, γι' αυτό και του αξίζει η συγχώρεση. Μου φαίνεται πολύ αφελής και διαστρεβλωμένη αντίληψη του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ένα απολυταρχικό καθεστώς. Στο μεταξύ, η φυλακή της Στάζι, που υποτίθεται βλέπουμε στην ταινία, είναι η φυλακή Χό-χενσεν Χάουζεν για τους πολιτικούς κρατούμενους, η διαβόητη, μυστική φυλακή της Ανατολικής Γερμανίας. Σήμερα λειτουργεί ως μουσείο και ο σκηνοθέτης ήθελε να κάνει εκεί τα γυρίσματα, αλλά ο διευθυντής, ο ιστορικός Χουμπέρτους Κνάμπε, αρνήθηκε. Είπε πως δεν μπορεί να επιτρέψει να χρησιμοποιηθεί αυτός ο χώρος για να εξυπηρετήσει μια αφήγηση που αντιμετωπίζει με τόση ελαφρότητα και τόσο εσφαλμένα την πρόσφατη ιστορία. Ειδικά τη στιγμή που οι άνθρωποι που είχαν κλειστεί εκεί μέσα είναι ακόμη ανάμεσά μας».


Πάντως οι Γερμανοί αναμετρώνται με το παρελθόν τους. Βρίσκεται σε εξέλιξη μια επιχείρηση αποκατάστασης όλων των ντοκουμένων της Στάζι.


«Αρκεί; Νομίζω πως μετά την ανατροπή ενός αυταρχικού καθεστώτος έχει μεγάλη σημασία να αποδοθεί τιμή σε εκείνους που δεν συνεργάστηκαν. Γιατί αν λέμε -και το λένε πολλοί- πως δεν μπορούμε να κρίνουμε τόσους ανθρώπους που δέχτηκαν αφόρητες πιέσεις, οπότε ας το αφήσουμε πίσω μας, ας μη γίνουν δίκες, τότε το λιγότερο που πρέπει να γίνει είναι να αποδοθεί δικαιοσύνη τιμώντας εκείνους που αντιστάθηκαν. Αυτό στη Γερμανία δεν συμβαίνει.


Φαίνεται πως χρειάζεται να μεσολαβήσει παραπάνω από μια γενιά, προτού μια κοινωνία αρχίσει να κοιτάζει με ειλικρίνεια το παρελθόν της. Επίσης, νομίζω πως φταίει και το γεγονός πως οι ένοχοι, οι πρώην ισχυροί, με έναν τρόπο παραμένουν ισχυροί».


Πάντως οι πολίτες έχουν πρόσβαση στους φακέλους τους και όσοι συνεργάστηκαν με τη Στάζι αποκαλύπτονται.


«Να σας πω μια ιστορία πάνω σε αυτό, που συμπεριέλαβα στο βιβλίο: είναι η ιστορία ενός άνδρα που, κοιτάζοντας το φάκελό του, ανακάλυψε πως ένας από τους στενούς φίλους του, με τον οποίο ζούσαν σε απέναντι σπίτια μια ολόκληρη ζωή, τον παρακολουθούσε επί 25 χρόνια. Ο άνθρωπος έγραψε ένα ποίημα στο οποίο έλεγε πόσο θλιμμένος και προδομένος αισθανόταν, χωρίς να χρησιμοποιήσει το αληθινό όνομα του φίλου του. Το δημοσίευσε σε μια τοπική εφημερίδα. Ο τίτλος του ποιήματος ήταν "Χιονάνθρωπος", όπως και το κωδικό όνομα του καταδότη. Ο οποίος του έκανε μήνυση για παραβίαση της ιδιωτικότητάς του. Ετσι, βέβαια, παραδεχόταν πως πράγματι δούλευε για τη Στάζι. Είναι τρελό, αλλά ακόμη κι έτσι το δικαστήριο έκρινε πως παραβιαζόταν η ιδιωτικότητά του. Πολύ συχνά καταφέρνουν άνθρωποι της Στάζι να κλείνουν τα στόματα των θυμάτων τους, κάνοντας χρήση του νόμου».


Δηλαδή οι πρώην πράκτορες της Στάζι διεκδικούν να επιβάλουν τη δική τους εκδοχή της Ιστορίας;

«Ακριβώς αυτό συμβαίνει. Πριν από δύο χρόνια, έξω από τις φυλακές Χόχενσεν Χάουζεν, έγινε μια μεγάλη διαδήλωση, όπου πρώην πράκτορες και δεσμοφύλακες ζητούσαν να πάψει να λειτουργεί ως μουσείο. Ελεγαν πως όσοι είχαν φυλακιστεί εκεί, βάσει της νομοθεσίας της ΛΔΓ, ήταν κοινοί κακοποιοί και όχι πολιτικοί κρατούμενοι. Τώρα που πια έχει παρέλθει ο νόμιμος χρόνος άσκησης διώξεων για τα περισσότερα από τα εγκλήματα που διαπράχθηκαν, οι άνθρωποι της Στάζι γίνονται όλο και πιο εριστικοί και με όλο και πιο δυνατή φωνή ισχυρίζονται πως δεν έκαναν τίποτε κακό. Και έχουν πολλή υποστήριξη μέσα από το κόμμα της Αριστεράς στη Γερμανία - το οποίο μάλιστα μοιάζει να έχει στη διάθεσή του τα χρήματα του πρώην Κομμουνιστικού Κόμματος της ΛΔΓ, του οποίου αποτελεί άλλωστε μετεξέλιξη. Ιδεολογικά ανήκω στο χώρο της Αριστεράς, αλλά εδώ μιλάμε για κάτι άλλο». *

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!