Περί λογοτεχνίας

Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €12.00
144487
Συγγραφέας: Έκο, Ουμπέρτο
Σελίδες:414
Μεταφραστής:ΚΑΛΛΙΦΑΤΙΔΗ ΕΦΗ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/10/2002
ISBN:9789604060627


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Το Περί λογοτεχνίας αποτελεί μία επιλογή πρόσφατων κειμένων (δοκίμια, ανακοινώσεις σε συνέδρια, άρθρα), στα οποία ο γνωστός μυθιστοριογράφος, δοκιμιογράφος και σημειολόγος, με την οξύνοια και την ευρηματικότητα που διακρίνουν πάντοτε τη γραφή του, καταπιάνεται με σημαντικά προβλήματα "λογοτεχνίας, γλωσσολογίας" (Nerval, Wilde, Campresi) και "σημειολογίας" (Jonce, Borges), με ζητήματα που άπτονται όχι μόνο της ιταλικής αλλά και ολόκληρης της σύγχρονης ευρωπαϊκής πραγματικότητας («Ο αμερικανικός μύθος τριών αντιαμερικανικών γενεών») και, τέλος, με θέματα ευρύτερου πολιτικού και ιστορικού περιεχομένου («Η δύναμη του εσφαλμένου»). [...]

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου







ΚΡΙΤΙΚΗ



Οριοθετώντας «τον κόσμο της λογοτεχνίας ως ένα σύμπαν όπου μπορούμε να υποβάλουμε τον αναγνώστη σε δοκιμασίες για να δούμε αν έχει την αίσθηση της πραγματικότητας ή αφήνεται στις παραισθήσεις του», θεωρώντας τον «Παράδεισο του Δάντη ως την αποθέωση του εικονικού, του άυλου, του καθαρού software χωρίς το βάρος ενός επίγειου και δαιμονικού hardware, του οποίου τα υπολείμματα μένουν στο Καθαρτήριο», αποφαινόμενος ότι «η σημειωτική των τεχνών δεν είναι παρά μια έρευνα και μια απογύμνωση των τεχνασμάτων του στιλ, αντιπροσωπεύοντας την ανώτερη μορφή της στιλιστικής και το πρότυπο για κάθε κριτική της τέχνης» και κατατάσσοντας την αποδόμηση στις «σύγχρονες αιρέσεις» (βλ. σ. 17, 35, 156 και 195, αντίστοιχα), ο Ουμπέρτο Εκο ανάγεται, κατά τρόπο επαγωγικό και αρκούντως διδακτικό μέσα από τα δεκαοκτώ κεφάλαια του έργου του, που κυκλοφόρησε πρόσφατα με τίτλο «Περί λογοτεχνίας», σ' ένα σύστημα ορθολογικής αλλά και παιγνιώδους ταυτόχρονα ερμηνείας του φαινομένου της γραφής στο σύνολό της.

Οι γνωστές εμμονές του είναι κι εδώ παρούσες: ο Μπόρχες αλλά και ο Ντόναλντ Ντακ, ο Δάντης και η αποκωδικοποίηση του μηνύματος που εμπεριέχεται στη μυθολογία της Κοκκινοσκουφίτσας, ο Χέγκελ, ο Ιούλιος Βερν, ο Θερβάντες και φυσικά ο «εκατομμυριούχος των λέξεων και των τεχνοτροπιών» Τζέιμς Τζόις, ο πολυσχιδής Αγιος Θωμάς ο Ακινάτης και οι ευφυέστατες παραδοξολογίες του, η δαψίλεια της τέχνης του Μεσαίωνα αλλά και η τεχνική των κόμικς, ο Κάρολος Μαρξ ως στιλίστας ο ευρηματικός Οσκαρ Ουάιλντ και η «Ποιητική» του Αριστοτέλη συναποτελούν τις κυριότερες εστίες των αναφορών και αυτοαναφορών του Ουμπέρτο Εκο στην ανθολογία αυτών των κειμένων, που δημοσιεύτηκαν πρώτη φορά σε εφημερίδες και επιστημονικά περιοδικά, ή αποτέλεσαν το κύριο σώμα ανακοινώσεων και ομιλιών σε διάφορα διεθνή ή μη συνέδρια, μέρος προλόγων σε μεταφραστικές εκδοχές κ.λπ.

Είναι προφανές ότι το συγγραφέα τον απασχολεί εδώ ιδιαίτερα η αφομοίωση των απόψεών του, χωρίς προσκόμματα, από ένα μάλλον εξειδικευμένο ακροατήριο: γι' αυτό ο προφορικός λόγος, όπως εκτείνεται σε είκοσι πέντε, συνήθως, σελίδες, οφείλει αν μη τι άλλο να καθηλώσει αμέσως τους αποδέκτες του, οι οποίοι στερούνται βεβαίως, την ώρα εκείνη παντός γραπτού τεκμηρίου για να κάνουν τις στοιχειώδεις αντιπαραβολές κ.λπ. Ετσι, για παράδειγμα, στις 29 Σεπτεμβρίου του 1996, στο Κέντρο Σημειωτικών και Γνωστικών Σπουδών του Πανεπιστημίου του Σαν Μαρίνο, όπου ανακοινώθηκε στο πλαίσιο της σημειωτικής του χώρου η εργασία του με θέμα «Οι σηματοδότες κάτω απ' τη βροχή» (βλ. σελ. 221, επ. στον παρόντα τόμο), ο Εκο ενεργοποίησε για μια ακόμη φορά την πάγια αντιστικτική τεχνική του, πολιορκώντας διεξοδικά το θέμα του, την αναπαράσταση δηλαδή του χώρου με τη χρήση των λέξεων. Προτείνοντας σταθερά μια καλειδοσκοπική, διεξοδική θεώρηση των ποικίλων αισθητικών δεδομένων, δεν πέφτει στην παγίδα του αφόρητου σχολαστικισμού, ούτε ενδίδει στον πειρασμό της ανιαρής παράθεσης θεμελιωμένων αλλά ανιαρών συσχετισμών με τα αφανή ή εμφανή πρότυπα του παρελθόντος.

Ο δάσκαλος Εκο, με την πείρα τόσων χρόνων στον ακαδημαϊκό χώρο, αποδεικνύει στην πράξη ότι η επιτυχία μιας διάλεξης ή η εμπέδωση ενός επιστημονικού άρθρου είναι εξασφαλισμένη στο βαθμό που η εγκυρότητα και η πρωτοτυπία των επιχειρημάτων συναγωνίζονται επαρκώς την υφολογική πληρότητα των προβαλλόμενων θέσεων. Κι αυτός είναι άλλωστε ο απώτερος στόχος του Εκο: να μυήσει τον (κατ' αρχήν) ακροατή-αναγνώστη του στο ερμηνευτικό του ιδίωμα, αιχμαλωτίζοντάς τον ταυτόχρονα στο λαβυρινθώδες αλλά διάφανο κάστρο μιας πνευματώδους σημειολογίας. Προς το τέλος μάλιστα της διαδρομής ο συγγραφέας αυτοεγκλωβίζεται μέσα στη δική του, καθαρά προσωποπαγή μεθοδολογία, δέσμιος πλέον μιας παντοδύναμης, ακατασίγαστης διακειμενικότητας, η οποία μπορεί εκ τους ασφαλούς να προλέγει, να συνοψίζει και να συναιρεί το γνωστικό παν στο χώρο της λογοτεχνικής γραφής. Αναφέρομαι στο κατ' εξοχήν εξομολογητικό τμήμα των δοκιμίων αυτών, στο επιλογικό de profundis, που φέρει τον τίτλο «Πώς γράφω» (βλ. σελ. 372 επ.): ο δημιουργός, υπόδικος, ένοχος, αυτοκατηγορούμενος και αυτοτιμωρούμενος, ομολογεί ευθαρσώς (και με τακτ, είναι η αλήθεια) μερικές συγγνωστές και ασύγγνωστες περιπτώσεις κρυπτομνησίας, δηλώνει την υποταγή του σε ορισμένες προκαθορισμένες δομές αφήγησης, επαληθεύει την αδήριτη ανάγκη της διαμεσολάβησης αλλά όχι την τυφλή αποδοχή του ηλεκτρονικού υπολογιστή και του Διαδικτύου ως παραγόντων συγ-γραφής και γενικά εκθέτει το πρόσωπο πίσω από την περσόνα Ουμπέρτο Εκο, ταξινομώντας πηγές και, το κυριότερο, απομυθοποιώντας το ρόλο του συγγραφέα-αθύρματος των Μουσών.

Ακόμη και στα πλέον πυκνά και εννοιολογικά δυσπρόσιτα κεφάλαια του βιβλίου, στην «Ομίχλη του Βαλουά», για παράδειγμα, που αποτελεί διασκευή ενός μέρους του επιλόγου της «Συλβί» του Gerard de Nerval, σε μετάφραση του ίδιου του Εκο (Τορίνο, Einaudi, 1999) και στο «Η Ποιητική και εμείς» (βλ. σ. 37 επ. και 292 επ., αντιστοίχως) καταβάλλεται συνειδητή προσπάθεια από την πλευρά του εργώδους αυτού σημειολόγου ώστε να μη θυσιασθεί στο όνομα της φιλολογικής εμβρίθειας η χάρις του ρήματος. Εδώ ακριβώς έδειξε την ομολογούμενη επάρκειά της η Εφη Καλλιφατίδη, η οποία όχι μόνο απέδωσε αποτελεσμαστικά το ιταλικό πρωτότυπο και τα πάμπολλα παραρτήματά του στ' αγγλικά, γαλλικά, ισπανικά και λατινικά, αλλά κατέφυγε σε προσωπικό υπομνηματισμό του έργου, όποτε αυτό θεωρήθηκε αναγκαίο. Ετσι, η τελική εκδοχή του «Περί λογοτεχνίας» στη γλώσσα μας ευτύχησε απ' όλες τις απόψεις: ο εβδομηντάχρονος πλέον Ουμπέρτο Εκο αποδίδει δικαιοσύνη με νηφαλιότητα και σύνεση, μιλώντας μια εύληπτη ελληνική.

Οι αναγνώστες μπορούν να διαβάσουν το βιβλίο αρχίζοντας από τη μέση, ή από το τέλος, παραλείποντας κάποιο τμήμα που φαίνεται ότι μάλλον δεν τους αφορά, κ.λπ.: όποια αναγνωστική οδό ή συνταγή ακολουθήσουν, το αποτέλεσμα θα τους ικανοποιήσει. Ο Εκο έχει κάτι να πει και μάλιστα καλώς συγκερασμένο, τόσο στον απαιτητικό ειδήμονα, που ξέρει αίφνης τι υπαινίσσονται τα «Πρωτόκολλα των Αρχαίων Σοφών της Σιών» ή είναι απολύτως εξοικειωμένος με το πολιτικό κίνημα του 13ου αιώνα, που ξεκίνησε από τη Φλωρεντία με ιδρυτή τον περιώνυμο Guido Guinizelli, όσο και στον ερασιτέχνη θαυμαστή της «Θείας Κωμωδίας», και σ' αυτούς ακόμη που έχουν ακούσει ελάχιστα πράγματα γύρω από τον Guido Gavalcanti και τη σχέση που τον συνδέει με τον Εζρα Πάουντ. Το «Περί λογοτεχνίας» είναι δηλαδή ένας πολύτροπος κειμενικός οδηγός, που έχει το προνόμιο να αφυπνίζει την αναγνωστική ανάγκη χωρίς να αυθαδιάζει ή να μας ταλαιπωρεί άσκοπα μέσα από τις σκολιές ατραπούς της παρανάγνωσης ή της προκρούστειας παρερμηνείας.



ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΕΗΣ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 17/01/2003

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!