Τα τέσσερα ευαγγέλια ΜΕΤΑΧΕΙΡΙΣΜΕΝΟ

Θεόπνευστη συγγραφή ή ανωνύμων συρραφή;
Έκπτωση
50%
Τιμή Εκδότη: 12.00
6.00
Τιμή Πρωτοπορίας
+
379217
Εκδόσεις: Γνώση
Σελίδες:281
Ημερομηνία Έκδοσης:01/01/2007
ISBN:2229602357628

Περιγραφή


[...]Το συμπέρασμα, λοιπόν, είναι ότι τα Ευαγγέλια δεν έχουν καμία ιστορική τεκμηρίωση, αλλά είναι μυθικές αφηγήσεις με κυρίαρχα στοιχεία την υπερβολή, τη φαντασία, την τερατολογία και την προκατάληψη. Βρίθουν ιστορικών ανακριβειών και λαθών, και το μόνο που πετυχαίνουν είναι, να αποδεικνύουν περίτρανα ότι η θρησκευτική πίστη είναι παντελώς ξεκομμένη από την επιστημονική γνώση και την ιστορική αλήθεια[...]

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου


Ο πρόλογος του βιβλίου


H θρησκεία, κατά τον τύραννο Κριτία, είναι μονάχα ένα συμπλήρωμα του κράτους, μια μυστική αστυνομική δύναμη, που διαιωνίζει τις νομικές συμβάσεις και θεσπίστηκε με τόσο πονηρό τρόπο, ώστε κανείς δεν μπορεί να της ξεφύγει.

Μ. Ρ. NILSSON


Σε μία από τις ατέλειωτες συζητήσεις που είχα με τον πατέρα μου σχετικά με τον Θεό και τις θρησκείες, όταν ακόμα ήμουν μαθητής, μου ανέφερε την εξής λαϊκή παροιμία: «Με το νου και με τη γνώση, φτιάξαν το Θεό καμπόσοι». Είναι αλήθεια ότι ενοχλήθηκα ιδιαίτερα όταν την πρωτάκουσα, γιατί, σαν παιδί της δεκαετίας του 1955-65, ήμουν εμποτισμένος με τις αρχές «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια». Η παροιμία λοιπόν αυτή άρχισε να με απασχολεί, γιατί αναιρούσε αξίες που, σε εκείνη την ηλικία, θεωρούσα απόλυτες. Ωστόσο, χαράχτηκε βαθιά μέσα μου, και υποθέτω πως έπαιξε καθοριστικό ρόλο στις μετέπειτα υπαρξιακές μου ανησυχίες και τους φιλοσοφικούς μου προσανατολισμούς σχετικά με την ύπαρξη του Θεού, την αναγκαιότητα των θρησκειών, τη δύναμη και το ρόλο της πίστης στην ανθρώπινη συμπεριφορά κ.λ.π.

Αργότερα, όταν πλέον κι άλλοι παράγοντες με οδήγησαν στην αποδοχή της υλιστικής αντίληψης του κόσμου, η λαϊκή αυτή παροιμία μού ερχόταν συχνά στο μυαλό, θυμίζοντάς μου πως η λαϊκή θυμοσοφία μπορεί με μια φράση να πει τόσα, όσα πολλοί συγγραφείς δυσκολεύτηκαν να εξηγήσουν μέσα σε χιλιάδες σελίδες. Ήταν μία από τις αφορμές για να ασχοληθώ με το κατά πόσον τα ιερά βιβλία των διαφόρων θρησκειών είναι θεόπνευστα ή όχι.

Είναι λοιπόν λογικό, μια και μεγάλωσα μέσα σ’ ένα οικογενειακό, σχολικό και γενικότερα κοινωνικό περιβάλλον εμποτισμένο με τις διδασκαλίες, τα δόγματα και τα νάματα της Ορθόδοξης Χριστιανικής Εκκλησίας, να είναι πιο εύκολο να ασχοληθώ με την Καινή Διαθήκη, με τα τέσσερα, δηλαδή, επισήμως αναγνωρισμένα Ευαγγέλια, μια και αυτά ήταν που, κατά κύριο λόγο, θεωρούνταν στην Ελλάδα θεόπνευστα.

Είναι δεδομένο ότι πολλοί ασχολήθηκαν με τη μελέτη των Ευαγγελίων, είτε προσπαθώντας να τα υπερασπιστούν, είτε για να καταδείξουν ότι είναι απλά συρραφές κειμένων διαφόρων συγγραφέων, κάθε άλλο παρά εντυπωσιακές, για κάποιον που θέλει να τα μελετήσει κι όχι απλά να πιστέψει άκριτα σ’ αυτά. Οι υποστηρικτές τους ισχυρίζονται ότι τα κείμενα των Ευαγγελίων μπορεί να έχουν κενά ή αντιφάσεις, αλλά αυτές είναι επιφανειακές, και ότι οι επικριτές δεν μπορούν να αντιληφθούν το βαθύτερο νόημα του θείου μηνύματος διότι απλά τους λείπει η πίστη. Οι επικριτές τους, αντίθετα, υποστηρίζουν ότι οποιοδήποτε θεολογικό κείμενο, ανεξάρτητα από ποια θρησκεία προέρχεται, που έχει σημαντικές εσωτερικές αλλά και ιστορικές αντιφάσεις και ανακρίβειες, μόνο θεόπνευστο δεν μπορεί να είναι.

Μελετώντας, λοιπόν, διάφορα συγγράμματα σχετικά με τα Ευαγγέλια, είτε επικριτικά είτε υποστηρικτικά, διαπίστωνα μια ουσιαστική αδυναμία που τα καθιστούσε δυσπρόσιτα και δυσνόητα. Μπορεί, δηλαδή, αυτά που έγραφαν να ήταν σωστά, όμως η αποσπασματική και επιλεκτική αναφορά, και από τις δύο πλευρές, σε μικρά ή μεγάλα τμήματα εδαφίων ή περικοπών, έκανε την ερμηνεία τους εντελώς υποκειμενική, και κυρίως, με βάση αυτό που θα ήθελε ο συγγραφέας να υποστηρίξει ή ο αναγνώστης να αποδεχτεί. Τη δυσκολία αυτή την αντιμετώπισα από την πρώτη στιγμή που άρχισα να μελετώ κριτικά την Αγία Γραφή. Κάθε φορά αναγκαζόμουν να ψάχνω στα Ευαγγέλια τις αντίστοιχες περικοπές, συγκρίνοντάς τες με τις παραπλήσιες περικοπές ή τα εδάφια του ίδιου Ευαγγελίου, αλλά και των άλλων που είχαν άμεση ή έμμεση σχέση με το θέμα που μελετούσα. Με δεδομένο, μάλιστα, όπως θα διαπιστώσετε και οι ίδιοι παρακάτω, ότι κάποιες ίδιες περικοπές μπορεί στο ένα Ευαγγέλιο να είναι στην αρχή, ενώ στο άλλο στη μέση ή προς το τέλος, η αναζήτηση γινόταν ακόμη πιο δύσκολη. Ένα επιπλέον πρόβλημα είναι η ανυπαρξία τίτλων στα διάφορα κεφάλαια, ειδικά στις παλαιότερες εκδόσεις, αλλά και όταν αυτοί υπάρχουν, συνήθως διαφέρουν από τον έναν Ευαγγελιστή στον άλλον, παρόλο που μπορεί να αφορούν το ίδιο ακριβώς γεγονός.

Έτσι, μου γεννήθηκε η σκέψη ότι, αφού τα Ευαγγέλια ασχολούνται σε γενικές γραμμές με τη ζωή του Ιησού, θα πρέπει να παρατεθούν το ένα δίπλα στο άλλο με ενιαία σειρά ως προς τη θεματολογία και, όσο είναι δυνατόν, τη χρονική εξιστόρηση των περικοπών. Μ’ αυτό τον τρόπο θα είναι πιο εύκολη η οποιαδήποτε σύγκριση, καθώς και η τεκμηρίωση των γραφομένων.


Οι θέσεις του συγγραφέα για τα Ευαγγέλια


Οι θρησκείες εμποδίζουν τη γνώση
του θεού – αν υπάρχει κάτι τέτοιο.


Αrthur Clark

Είναι αναγκαίο και δεοντολογικά επιβεβλημένο να αναφέρω από την αρχή τις απόψεις μου για την ιστορικότητα του προσώπου του Ιησού και για τα τέσσερα Ευαγγέλια.

1. Σχετικά με το πρόσωπο του Ιησού, όπως περιγράφεται στα Ευαγγέλια, είμαι πεπεισμένος ότι δεν είναι πραγματικό, ιστορικό πρόσωπο. Όλη η βιογραφία του στηρίζεται σε σύνθεση γεγονότων που αφορούν διάφορα πραγματικά ή μη πρόσωπα, που έδρασαν νωρίτερα ή αργότερα από την υποτιθέμενη εποχή του. Εξάλλου, κανείς δεν μπόρεσε με απόλυτα ιστορικά και επιστημονικά κριτήρια να αποδείξει την ιστορικότητα του προσώπου του.

2. Όσον αφορά τα Ευαγγέλια, θεωρώ, και όχι μόνο εγώ, ότι είναι συρραφές ιστοριών διαφόρων προσώπων, κυρίως υπαρκτών, που με την πάροδο των χρόνων μυθοποιήθηκαν και εξιδανικεύτηκαν, σύμφωνα με τη γραμμή των κυρίαρχων δοξασιών. Γι’ αυτό το λόγο υπάρχουν και τόσο πολλές αντιφάσεις, αντικρουόμενες απόψεις, ανιστορικά γεγονότα και αντιγραφές περικοπών. Πολλοί, πιο αυστηροί μελετητές, μέτρησαν περίπου 80.000 αποκλίσεις μεταξύ των τεσσάρων Ευαγγελίων, λόγω των πολλαπλών διορθώσεων και παραποιήσεων. Άλλωστε, σύγχρονοι αλλά και παλαιότεροι θιασώτες των Ευαγγελίων, υποστηρίζουν πλέον, ότι είναι συρραφές βιογραφιών που γράφτηκαν για τον Ιησού, από ανώνυμους συγγραφείς. Για την ιστορία μπορώ να αναφέρω δύο σημαντικούς υποστηρικτές των Ευαγγελίων, τον πολυγραφότατο θεολόγο-φιλόσοφο Στέλιο Ράμφο και τον αμερικανό θεολόγο E. P. Sanders.

Τα Ευαγγέλια, όπως έφτασαν στις μέρες μας, θεωρούνται από τα πιο πρόχειρα και κακογραμμένα κείμενα της παγκόσμιας φιλολογίας. Μια απλή μόνο ανάγνωση, με στοιχειώδη αντικειμενική προσέγγιση, πείθει για τα ιστορικά λάθη, τις ανεξήγητες επαναλήψεις, τους αναχρονισμούς, τις πάμπολλες ασυνταξίες και την παντελή έλλειψη οποιασδήποτε αισθητικής. Είναι γεγονός ότι δεν μπορούν να συγκριθούν ούτε με ένα μέτριο φιλοσοφικό κείμενο της ίδιας περιόδου. Κάτι παραπάνω θα ήξερε ο παραγνωρισμένος αλλά σοβαρότατος και χαλκέντερος Ωριγένης, που έγραψε χιλιάδες σελίδες για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα των Ευαγγελίων.
Αν τώρα κάποιοι ισχυριστούν ότι αυτά γράφτηκαν από αγράμματους φτωχούς ανθρώπους –άρα μην περιμένετε τίποτα καλύτερο– θα έχουν απόλυτο δίκιο, αρκεί να ξεχάσουν ότι αυτοί που τα έγραψαν, είχαν επιφοίτηση οποιουδήποτε Θεϊκού ή Αγίου Πνεύματος. Ειλικρινά, τρέμω στη σκέψη ότι ο κόσμος φτιάχτηκε από τον ίδιο Θεό που ενέπνευσε σε κάποιους αυτό το έργο.

3. Είναι, λοιπόν, λογικό να υποστηρίζω ότι οι Ευαγγελιστές έχουν μόνο συμβολική σχέση με τα Ευαγγέλια. Άλλωστε την άποψη αυτή υποστηρίζει και ο προαναφερθείς καθηγητής Στέλιος Ράμφος, στο βιβλίο του Το μυστικό του Ιησού, λέγοντας επακριβώς τα εξής: «…Τα Ευαγγέλια δε γράφτηκαν ως απομνημονεύματα αυτοπτών μαρτύρων. Γνωρίζουμε ότι μέχρι το πρώτο ήμισυ του δευτέρου αιώνος αναφέρονται ανωνύμως, ενώ τα ονόματα των συγγραφέων εμφανίζονται μετά το 150 μ.Χ.(*) Προφανώς η γενικότητα του σχήματος της ομάδος δε διέθετε στην εβραϊκή διασπορά και το εθνικό περιβάλλον το κύρος που διέθετε στους κόλπους της κλειστής παλαιστινιακής χριστιανικής κοινότητος, οπότε τα Ευαγγέλια θα μπορούσαν εύκολα να χαρακτηριστούν αυθαίρετα κατασκευάσματα, στερούμενα πνευματικής νομιμοποιήσεως και μάλιστα επιβλητικής. Έτσι τους αποδόθηκε η επώνυμη πατρότητα που υιοθετούμε. Τέτοιοι χειρισμοί της ανωνυμίας ήταν πολύ συνηθισμένοι και θεμιτοί εκείνα τα χρόνια όπου κυριαρχούσαν οι ρόλοι και το όνομα διέθετε βάρος μόνο εάν είχε μυθοποιηθεί…»


Επίσης θεωρώ ότι οι συγγραφείς των Ευαγγελίων σίγουρα δεν ήταν Έλληνες, όπως υποστηρίζουν κατά καιρούς κάποιοι ερευνητές, για τον απλούστατο λόγο ότι τα κείμενα αυτά είναι γραμμένα σε κάκιστα ελληνικά, γεγονός που κάνει προφανές ότι οι συγγραφείς τους ήταν μεν γνώστες της Κοινής ελληνιστικής γλώσσας, αλλά η μητρική τους γλώσσα δεν ήταν η ελληνική.

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!