Σεξ ΙΙ

Έκπτωση
30%
Τιμή Εκδότη: 11.00
7.70
Τιμή Πρωτοπορίας
Υπάρχει και μεταχειρισμένο με €2.90
+
300682
Συγγραφέας: Berg, Sibylle
Εκδόσεις: Τόπος
Σελίδες:288
Μεταφραστής:Μουρσελά, Μαρία
Ημερομηνία Έκδοσης:01/11/2007
ISBN:9789606760204
Διαθεσιμότητα στα βιβλιοπωλεία μας
Αθήνα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Θεσσαλονίκη:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες
Πάτρα:
Με παραγγελία σε 2-5 εργάσιμες ημέρες

Περιγραφή


Θέμα του "Σεξ ΙΙ": το εικοσιτετράωρο μιας τριαντάρας γυναίκας στα όρια της τρέλας στον δαιδαλώδη, σκληρό πυρήνα μιας γερμανικής μητρόπολης (που θα μπορούσε θαυμάσια να είναι η Αθήνα). Η ηρωίδα ξυπνάει ένα πρωί καταδικασμένη να μπορεί να βλέπει μέσα από τοίχους και κεφάλια, καταδικασμένη να βλέπει - αυτό που αντικρίζει ο κάτοικος της σύγχρονης πόλης κάθε μέρα αλλά από την ανάποδη: από μέσα προς τα έξω, από τα σκοτάδια της ψυχής προς το εκτεθειμένο σώμα των κοινωνικών ρόλων.

Κάθε παράθυρο στο οποίο στρέφεται η ηρωίδα, κάθε σπίτι, κάθε άνθρωπος, απελευθερώνει μια ιστορία της στιγμής, ένα επεισόδιο της πόλης. Κάθε ιστορία ορίζεται από την ώρα, το όνομα, την ηλικία και δυο τρεις γραμμές που σκιαγραφούν τον πρωταγωνιστή της. Το ένα μετά το άλλο, ένας κατακλυσμός από επεισόδια, που χρονικά απέχουν μόλις λίγα λεπτά μεταξύ τους, συγκρούονται με τη διαπεραστική ματιά της πρωταγωνίστριας είτε κατ ευθείαν, σαν ξαφνικός αντίπαλος, είτε ξώφαλτσα, όπως οι περαστικοί στον δρόμο, ή ακόμα, μέσα από κάποιον αναπάντεχο ρόλο. Όλοι αυτοί οι αφανείς ήρωες αγγίζουν ο ένας τον άλλον, χωρίς να το αντιλαμβάνονται, ζούνε λίγο πιο πέρα από τον εαυτό τους, λίγο πιο πέρα από τους άλλους. Έχουν επαγγέλματα και προβλήματα ρουτίνας, όπως στην αληθινή ζωή. Όμως μια βαθιά, ακαταμάχητη κούραση χαρακτηρίζει τους πάντες. Οι περισσότεροι πεθαίνουν ή αλληλοσκοτώνονται, πεθαίνουν από βαρεμάρα, μοναξιά, απαρατήρητοι ή καταφρονεμένοι, ούτε για μια στιγμή δεν καταφέρνουν να γεμίσουν το κενό της μικρής ζωής τους. Κι όλοι παρακινούνται σε ό,τι κάνουν από μια ασίγαστη λαχτάρα για αγάπη· αλλά στο "Σεξ ΙΙ" η αγάπη είναι εκ των προτέρων αδύνατη, χαμένη.

Το "Σεξ ΙΙ" είναι μια δαιμονική αφήγηση πάνω στα απλούστερα πράγματα της ζωής, σε ρυθμό άγριου θρίλερ, ένα εκρηκτικό μίγμα κυνισμού και αχαλίνωτου χιούμορ που εντέλει επενεργεί στον αναγνώστη λυτρωτικά.







ΚΡΙΤΙΚΗ



Η Γερμανίδα Σιμπίλε Μπεργκ με την αφοριστική της πένα στο «σεξ ΙΙ» επιτίθεται στην εγκλωβισμένη κοινότητα των κατοίκων μιας γερμανικής μητρόπολης, αποτυπώνοντας αποσπασματικά τη συλλογική συνείδηση του σύγχρονου ανθρώπου, όπως αυτή διαμορφώθηκε κατά τη νέα χιλιετία. Το αποτέλεσμα είναι ένα αποκρουστικό κολάζ από ετερόκλιτες μεν, αλλά αφοπλιστικά ευθυγραμμισμένες στα τηλεοπτικά πρότυπα επιθυμίες, επαναληπτικές διαψεύσεις και συγγενείς παθολογίες: οι άνθρωποι της πόλης νοσούν, γι αυτό και οι επιθυμίες τους είναι νοσηρές. Η ασθένειά τους θυμίζει επιδημία, χαρακτηρίζεται από την απώλεια κάθε ηθικού φραγμού και από την αδυναμία να σχετιστούν με τον διπλανό τους αλλά και με τον εαυτό τους με άλλο τρόπο πέρα από το σεξ. Ολοι αποθεώνουν το ασήμαντο, πιστά προσηλωμένοι στις επιταγές του τεχνητού λάιφ στάιλ -το οποίο συχνά μπερδεύουν με την ίδια τη ζωή- και όλοι μαστίζονται από έναν υπόγειο φόβο: τι θα απογίνουν αν ξαφνικά κολλήσουν τα βλέφαρά τους με κόλλα και σφαλίσουν, αν αποκλειστούν από την οθόνη και ο κόσμος αφανιστεί;

Το «σεξ ΙΙ» τοποθετείται στην εποχή μας, εποχή της σημειολογικής σύγχυσης, όπου σέξι είναι μόνο το σεξ, λόγω της συνεχούς προώθησής του ως πρωτεύοντος αγαθού στην αγορά, και όλοι έχουν αναπτύξει τη συμπεριφορά εθισμένου καταναλωτή: αμέσως μετά την απόκτηση του προϊόντος επέρχεται η ανία και η επιθυμία στρέφεται στην αναζήτηση της νέας συγκίνησης που θα προσφέρει το καινούριο. Η ζωή καθίσταται μια αποθήκη συσσώρευσης άχρηστων ή αχρησιμοποίητων αγαθών. Ολοι ζουν για το σεξ και μέσα από το σεξ και όσοι ακόμα έχουν το αίτημα του έρωτα και της αμοιβαίας αγάπης και αναζητούν έναν άνθρωπο για να αγαπήσουν και να αντέξουν τον χρόνο, δεν ξέρουν τον τρόπο, δεν έχουν εκπαιδευτεί σ αυτό, με αποτέλεσμα η επιθυμία τους να παραμένει ανείπωτη και αιωρούμενη.



Οταν η νόρμα δεν είναι νορμάλ



Στο πρώτο κεφάλαιο η αφηγήτρια με τόνο καθηλωτικό και διάχυτη ειρωνεία μάς συστήνεται: (Εγώ, 33. Κανονικά άσχημα παιδικά χρόνια, κανονικό παρουσιαστικό, κανονικά μόνη, κανονικά υπερκορεσμένη. Ενας κανονικός μαλάκας.) Στον μονόλογό της, ο οποίος διατρέχει διάφορες ώρες της μέρας και της νύχτας, παρακολουθούμε τις μεταπτώσεις της, τις εξάρσεις της και τα καυστικά σχόλιά της που αφορούν τους χαρακτηριστικούς τύπους της πόλης: σινεφίλ, θεατρόφιλους, οικολόγους και οπαδούς της υγιεινής διατροφής, εφήβους και τζάνκι, όλους όσοι εγκαταβιώνουν εντός των τειχών της, τις ενδότερες σκέψεις των οποίων η αφηγήτρια με μοναδική διεισδυτικότητα «διαβάζει». Δεν παραλείπει, επίσης, στην εισαγωγική σύστασή της, πέρα από την ηλικία τους και το επάγγελμά τους, να μας αναφέρει και τη συχνότητα που αυνανίζονται. Ολοι είναι στο όριο, αλλά δεν το ξέρουν, η αφηγήτρια όμως το ξέρει και εισχωρεί στα απόκρυφά τους, περιγράφοντας με καθηλωτική γλώσσα το παρόν και το αναπότρεπτο μέλλον τους. Ολοι τους είναι καημένοι και καμένοι λόγω της έλλειψης φαντασίας -αναπόφευκτη παρενέργεια της υπερκατανάλωσης των εικόνων.

Η πόλη παρουσιάζεται ως θερμοκήπιο παλιών αλλά και νέων αθεράπευτων ασθενειών -κολλητικές οι περισσότερες- ενώ καθημερινά οι πάσχοντες πολλαπλασιάζονται: μια ολόκληρη φυλή που παρεπιδημεί στο όριο και δεν το ξέρει, έχοντας πειστεί πως αυτή είναι η νόρμα. Η κατήφεια και η κατάθλιψη από την οποία όλοι σχεδόν πάσχουν, υπαινίσσεται βέβαια πως η νόρμα δεν είναι νορμάλ.

Η περιήγηση συνεχίζεται μέχρι που η αφηγήτρια, σε μια αναπάντεχη διαστολή της συνείδησής της, αρχίζει να αντιλαμβάνεται περισσότερα από όσα αντέχει και τότε αρχίζει να καταθέτει τις ιστορίες της, που τις τιτλοφορεί ως ΙετΠ (Ιστορίες εναντίον της Παραφροσύνης). Κάποια στιγμή επιχειρώντας να ερμηνεύσει την απελπισία μιας φυλής που έμαθε να σχετίζεται μέσα από το σεξ και να ζει τη ζωή μέσα από την οθόνη, σχολιάζει: «Το αποτέλεσμα είναι εφιαλτικό. Οι άνθρωποι δεν ζουν τη ζωή τους καθώς τα τοκ σόου και τα τηλεοπτικά ριάλιτι απαλλάσσουν το θεατή από το δυσάρεστο καθήκον να ζήσει ο ίδιος. Ασε τους άλλους να στη ζήσουν».



Συνομιλώντας με τα ΑΤΜ



Γραμμένο σε έναν αδιάλλακτο ενεστώτα, κυκλώνοντάς σε μέσα σε ένα αδυσώπητο, και διογκωμένο παρόν, το «σεξ ΙΙ» της Μπεργκ δεν σου αφήνει περιθώρια να ξεφύγεις, η συγγραφέας σε γραπώνει κυριολεκτικά και σε αναγκάζει να δεις καθαρά αυτό που σήμερα θεωρείται ζωή, και μάλιστα εκπολιτισμένη, απαλλάσσοντάς την από το επίχρισμα του λάϊφ στάιλ: «Στέκομαι μπροστά σε ένα ΑΤΜ και μιλάω μαζί του. Το τέλος του μοντέρνου ανθρώπου είναι να στέκεται μπροστά σε ένα ΑΤΜ και τίποτε να μη βγαίνει από αυτό».

Το μυθιστόρημα φαινομενικά στερείται δομής και εξέλιξης. Παρουσιάζεται ασύνδετο -μια παράθεση διάφορων αστικών παθολογιών και νευρώσεων- αλλά προχωρώντας την ανάγνωση διακρίνουμε σταδιακά και το πλάνο της συγγραφέως: να σαρκάσει, να προκαλέσει αγανάκτηση και με τον λόγο της που διέπεται από μια τραγική σχεδόν ελευθερία να λυτρώσει: «Ολοι είμαστε πολύ ρομαντικοί και ονειρευόμαστε μεγάλους έρωτες και ξέρουμε πάρα πολλά. Οτι δεν υπάρχουν, αλλά το όνειρο επιτρέπεται».



ΑΡΓΥΡΩ ΜΑΝΤΟΓΛΟΥ

ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ - 15/02/2008

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!