Μια γυναίκα στο Βερολίνο

295064
Συγγραφέας: Ανώνυμος
Εκδόσεις: Νάρκισσος
Σελίδες:327
Μεταφραστής:ΚΑΣΤΑΝΑΡΑΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/06/2007
ISBN:9789608239432


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή

Το βιβλίο Μία γυναίκα στο Βερολίνο είναι ένα συναρπαστικό ημερολόγιο πολέμου και κατοχής που δεν συγκρίνεται με κανένα άλλο παρόμοιο. Πρόκειται για τη ματιά ενός θύματος, μιας γυναίκας που βιώνει και καταγράφει την ανελέητη επίθεση σε βάρος ενός άμαχου πληθυσμού. Η αφήγησή της χαρακτηρίζεται από θάρρος, από εντυπωσιακή πνευματική εντιμότητα και από τις ασυνήθιστες δυνατότητές της να αντιλαμβάνεται και να παρατηρεί. Είναι μια από τις συγκλονιστικότερες προσωπικές αφηγήσεις σχετικά με τις συνέπειες του πολέμου και της ήττας. Είναι επίσης ένα από τα πλέον αποκαλυτικά κομμάτια κοινωνικής ιστορίας που θα μπορούσε να φαντασθεί κανείς.


ΑΝΤΟΝΙ ΜΠΙΒΟΡ

Από το οπισθόφυλλο του βιβλίου


Κριτική:


Μία αυτόπτης μάρτυς περιγράφει τους μαζικούς βιασμούς μετά την ήττα της Γερμανίας


Το αντίδοτο του θανάτου


Βερολίνο 1945. Χιλιάδες τσακισμένες Γερμανίδες όπως η εικονιζόμενη βιάστηκαν από τους Σοβιετικούς. Όταν όμως πρωτοκυκλοφόρησε η συγκλονιστική μαρτυρία της ανώνυμης συγγραφέως για τους εξευτελισμούς που έζησαν οι Βερολινέζες, οι συμπατριώτες της την κατηγόρησαν ότι σπίλωνε την τιμή των Γερμανίδων


ΕΥΛΟΓΑ ΑΥΤΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ ΕΣΠΕΙΡΕ ΑΜΦΙΒΟΛΙΕΣ ΓΥΡΩ
ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΥΘΕΝΤΙΚΟΤΗΤΑ ΤΟΥ. ΟΧΙ ΜΟΝΟΝ ΕΠΕΙΔΗ
ΥΠΗΡΞΑΝ ΑΝΑΛΟΓΑ ΔΥΣΑΡΕΣΤΑ ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑΟΠΩΣ
ΤΟ ΠΛΑΣΤΟ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ ΤΟΥ ΧΙΤΛΕΡ Ή ΤΑ
ΧΑΛΚΕΥΜΕΝΑ «ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΑΠΟ ΤΟ
ΣΤΑΛΙΝΓΚΡΑΝΤ»- ΑΛΛΑ ΚΙ ΕΠΕΙΔΗ ΔΥΣΚΟΛΑ ΑΠΟΔΕΧΕΤΑΙ
ΚΑΝΕΙΣ ΟΤΙ ΘΑ ΜΠΟΡΟΥΣΕ ΝΑ ΚΑΤΑΓΡΑΨΕΙ ΜΙΑ
ΓΥΝΑΙΚΑ ΤΗ ΣΚΟΤΕΙΝΟΤΕΡΗ ΠΕΡΙΟΔΟ ΣΤΗΝ ΙΣΤΟΡΙΑ
ΤΟΥ ΒΕΡΟΛΙΝΟΥ ΜΕ ΤΟ ΘΑΡΡΟΣ, ΤΗΝ ΑΞΙΟΠΡΕΠΕΙΑ ΚΑΙ ΤΟΝ ΚΥΝΙΣΜΟ ΠΟΥ ΤΗΝ ΚΑΤΕΓΡΑΨΕ Η ΑΝΩΝΥΜΗ ΑΥΤΟΠΤΗΣ ΜΑΡΤΥΣ


Σήμερα η αυθεντικότητα του βιβλίου έχει πιστοποιηθεί από ειδικούς πέραν πάσης αμφιβολίας. Η συγγραφέας του πέθανε πριν από λίγα χρόνια κι έτσι εξέλιπε και ο μόνος όρος που είχε θέσει η ίδια: δεν επιθυμούσε να επανεκδοθεί το βιβλίο της όσο θα βρισκόταν εκείνη εν ζωή. Όταν πρωτοεκδόθηκε στα γερμανικά, το 1959-και παρά την αναγκαστική, τότε, αυτολογοκρισία της αφηγήτριας-, το βιβλίο ξεσήκωσε θύελλα αντιδράσεων. Κατήγγειλαν την ανώνυμη αφηγήτρια ότι «σπίλωνε την τιμή των Γερμανίδων». Ήταν φυσικό επόμενο. Δεκατέσσερα μόλις χρόνια μετά την κατάληψη του Ανατολικού Βερολίνου από τους Σοβιετικούς, η γερμανική κοινή γνώμη, βαθύτατα ενοχική και ταπεινωμένη, δεν είχε το κουράγιο να κοιτάξει το είδωλό της στον καθρέφτη. Συνηθίζουμε να πιστεύουμε πως οι καλλιεργημένοι άνθρωποι- όπως ξεπηδάει από τις σελίδες του βιβλίου η ίδια η αφηγήτρια- υποφέρουν διπλά κατά τη διάρκεια του πολέμου και της κατοχής. Ανεξοικείωτοι με την ωμότητα, βαρυφορτωμένοι με περιττές γνώσεις και ανεπαρκέστατοι για τον καθημερινό αγώνα της επιβίωσης, δεν φαντάζουν παρά σαν αλλοπαρμένα εμπόδια στον δρόμο όσων πρακτικών ανθρώπων προσπαθούν να τη βγάλουν καθαρή.

Μολονότι η αφηγήτρια υπερηφανεύεται για τη χοντρόπετση καταγωγή της- «η γιαγιά μου κουβαλούσε κοπριά»- δεν μπορεί να κρύψει, τον Απρίλιο του 1945, στα τριάντα της χρόνια, την απόσταση που τη χωρίζει από τον μέσο Γερμανό κομφορμιστή. Δημοσιογράφος κι επιμελήτρια σε έναν εκδοτικό οίκο, ταξιδεμένη προπολεμικά σε δώδεκα ευρωπαϊκές χώρες- συμπεριλαμβανομένης της Σοβιετικής Ένωσης, με σουβενίρ λίγα σπαστά ρωσικά που θα της προκύψουν πολλαπλά χρήσιμα-, ανοιχτόμυαλη και φιλελεύθερη, παρά την- εύλογη τότε- απογοήτευσή της από όλα τα πολιτικά συστήματα, διαθέτει δύο δυσεύρετα χαρίσματα, απείρως πιο κατάλληλα να την κρατή- σουν όρθια από την όποια επιτηδειότητα στα όπλα: την αξιοπρέπεια και το χιούμορ. Ιδίως το δεύτερο, σε καιρούς που τα πτώματα σαπίζουν άταφα και τα πιτσιρίκια παίζουν με τα κουφάρια των κρεμασμένων λιποτακτών, μοιάζει σαν το μοναδικό αντίδοτο στην τρέλα και στον θάνατο. Η αφηγήτριά μας διαθέτει αυτό το αντίδοτο σε αστείρευτες ποσότητες. Όταν η συγκάτοικός της, μια πεταχτούλα πενηντάρα χήρα, δηλώνει ανακουφισμένη πως ΜΟΝΟΝ τρεις άνθρωποι σκοτώθηκαν κατά την πιο πρόσφατη αεροπορική επιδρομή, η αφηγήτρια σχολιάζει ανελέητα: «Είμαστε κακομαθημένοι, τελεία και παύλα». Δεν αφήνει στο απυρόβλητο ούτε το εθελόδουλο φρόνημα των συμπατριωτών της: «Εμείς οι Γερμανοί δεν είμαστε έθνος ανταρτών. Χρειαζόμαστε ηγεσία, διαταγές, εντολές. Κάποτε είχα περάσει αρκετές μέρες μέσα σ΄ ένα σοβιετικό τρένο που διέσχιζε την ύπαιθρο και είχα ακούσει ένα Ρώσο να μου λέει: “Για να κάνουν επιδρομή, σε σιδηροδρομικό σταθμό, οι Γερμανοί σύντροφοι θα πρέπει πρώτα να έχουν αγοράσει εισιτήρια”...».

Μεταμορφώθηκαν σε σεξουαλικά πεινασμένους λύκους

Η προπαγάνδα του Γκέμπελς είχε φροντίσει εγκαίρως να δαιμονοποιήσει την έλευση των Σοβιετικών, με αποτέλεσμα «κάθε ξεροκόμματο από τα χέρια τους (να) μας φαίνεται σαν δώρο». Με μια ακόμη φαεινή διαταγή οι Γερμανοί στρατιώτες που υποχωρούσαν έπρεπε να αφήσουν άθικτες όλες τις κάβες για τον εχθρό που προέλαυνε, ώστε να εξασθενίσουν με το αλκοόλ τη μαχητικότητά του.

Δεν κάθισαν να σκεφτούν, σημειώνει η ανώνυμη αφηγήτρια, ότι «το αλκοόλ αυξάνει στο μέγιστο τη σεξουαλική επιθυμία»- ιδίως σε στρατιώτες που, σε αντίθεση με τους μέχρι πρότινος «προνομιούχους» Γερμανούς, έχουν να πάρουν τέσσερα χρόνια ολιγοήμερη άδεια από το μέτωπο. Οι συνέπειες αυτής της «αντρικής» αφροσύνης δεν θα αργήσουν να φανούν. Όσο οι Σοβιετικοί παραμένουν ξεμέθυστοι, τις πρώτες ημέρες που εισβάλλουν στο Βερολίνο, σαχλαμαρίζουν με κλεμμένα ποδήλατα και ρολόγια.


Μόλις πιουν, μεταμορφώνονται σε σεξουαλικά πεινασμένους λύκους, έτοιμους να επιτεθούν σε κάθε πλάσμα- ακόμη και σε ηλικιωμένες- που φοράει φουστάνι. Η αφηγήτρια, όπως κι άλλες εκατοντάδες χιλιάδες Βερολινέζες, βιάζεται κατ΄ επανάληψη από τους «Ιβάνηδες». Δεν μπορεί να περιμένει προστασία από τους τσακισμένους άνδρες συμπατριώτες της- όταν δεν κάνουν τα στραβά μάτια, την προτρέπουν οι ίδιοι να «θυσιαστεί» για το καλό των υπολοίπων. Σύντομα η αφηγήτρια συνειδητοποιεί- και αυτές ακριβώς οι σελίδες σόκαραν πιο πολύ τη γερμανική κοινή γνώμη το 1959 - ότι αν δεν θέλει να ζει καθημερινά με τον τρόμο και να βιάζεται από οποιονδήποτε Ρώσο λύκο, ακόμη και από τα επιστρατευμένα αμούστακα λυκόπουλα, θα πρέπει να επιλέξει ένα Ρώσο λύκο- φύλακα, αξιωματικό κατά προτίμηση- επιλέγει, με άλλα λόγια, ανάμεσα σε δύο απεχθή είδη υποχρεωτικής πορνείας, να συμφιλιωθεί με το λιγότερο απεχθές, την πορνεία κατ΄ αποκλειστικότητα. Από εδώ κι έπειτα ξεκινούν οι πιο αποτρόπαιες, οι πιο ιλαροτραγικές, οι πιο συγκλονιστικές σελίδες του βιβλίου, οι εμπειρίες μιας γυναίκας που διατηρεί πλήρη διαύγεια πνεύματος- και τι πνεύματος!- παρά τους απανωτούς, τους «κυλιόμενους» εξευτελισμούς που διαδέχονται τους «κυλιόμενους» συμμαχικούς βομβαρδισμούς. Το αναντίρρητο πλέον ιστορικό γεγονός ότι την ίδια τακτική επιβίωσηςμε την ίδια, με λιγότερη ή και με καθόλου αίσθηση αξιοπρέπειας- ακολούθησαν αναρίθμητες Γερμανίδες, αρκούσε από μόνο του για να χρειαστούν οι συμπατριώτες της μισόν αιώνα προτού ξεβουλώσουν τα αυτιά τους.


Πέτρος Τατσόπουλος, Τα Νέα, 4/8/2007

Κριτικές

Δεν βρέθηκαν δημοσιεύσεις

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!