Οι μολυβένιοι στρατιώτες

Μαρτυρίες Σοβιετικών για τον πόλεμο στο Αφγανιστάν
136185
Σελίδες:374
Μεταφραστής:ΚΟΤΣΙΦΟΣ ΓΙΑΝΝΗΣ
Ημερομηνία Έκδοσης:01/03/2002
ISBN:9789603980315


Εξαντλημένο από τον Εκδοτικό Οίκο

Περιγραφή


Το βιβλίο "Οι μολεβένιοι Στρατιώτες" είναι ένα αποκαλυπτικό χρονικό του δεκαετούς πολέμου της Σοβιετικής Ένωσης στο Αφγανιστάν, μέσα από τις φωνές των αφανών μαρτύρων του. Μιλούν: Στρατιώτες και αξιωματικοί που πολέμησαν εκεί και επέστρεψαν, ανάπηροι οι περισσότεροι, σε μια πατρίδα που τους υποσχέθηκε υποδοχή ηρώων και τους επιφύλαξε κατόπιν αντιμετώπιση αποσυνάγωγων και αποδιοπομπαίων. Μητέρες που έστειλαν τους γιους τους σ' αυτόν τον πόλεμο και παρέλαβαν ένα σφραγισμένο μεταλλικό φέρετρο, δίχως ποτέ να είναι σίγουρες αν περιείχε το πτώμα του παιδιού τους ή σακιά γεμάτα άμμο. Χήρες στρατιωτών που διερωτώνται, αν τελικά οι άντρες τους ήταν ήρωες ή εγκληματιές. Γυναίκες που στάλθηκαν στο Αφγανιστάν ως πολιτικοί υπάλληλοι του στρατού της ΕΣΣΔ και αντιμετωπίστηκαν σχεδόν ως πόρνες.







ΚΡΙΤΙΚΗ



«Δεν είχαμε κανένα ιδανικό, μόνο διαταγές είχαμε. Τις διαταγές δεν τις συζητάς, αλλιώς ο στρατός παύει να λειτουργεί. Ο Εγκελς έχει πει ότι ο στρατιώτης πρέπει να είναι σαν σφαίρα, διαρκώς έτοιμος να εκτοξευθεί». Δεν ήταν χωρίς παιδεία οι μολυβένιοι στρατιώτες, όπως προκύπτει από αυτά που εξομολογήθηκαν στη Σβετλάνα Αλεξίεβιτς. Αλλά ήταν οικτρά εξαπατημένοι. Υπήρξαν χειμώνες που ήταν τελευταία λέξη της μόδας στην ΕΣΣΔ τα δερμάτινα πανωφόρια από το Αφγανιστάν. «Για κάποιους πόλεμος σήμαινε επίσης να επιβιώσεις και να κουβαλήσεις μαζί σου καμιά τηλεόραση ή δερμάτινα πανωφόρια». Τελικά γιατί έγινε αυτός ο πόλεμος;

Οι Μολυβένιοι Στρατιώτες της Σβετλάνα Αλεξίεβιτς δεν είναι λογοτεχνικό έργο ούτε κινηματογραφική ταινία. Ισως καλύτερα, γιατί, όπως γράφει η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου στον πρόλογό της, «η μυθοπλασία δεν ήταν ποτέ μια τέχνη της αθωότητας. Η εξωράιση της φρίκης είναι ο μεγάλος κίνδυνος που ελλοχεύει στις μεγάλες μυθιστορηματικές συνθέσεις και στις κινηματογραφικές υπερπαραγωγές». Εδώ λοιπόν δεν υπάρχει τίποτε εξωραϊσμένο. Μιλούν οι αφανείς άνθρωποι που υπέστησαν τις συνέπειες της Ιστορίας, αυτής που γράφτηκε από τους λεγόμενους πρωταγωνιστές. Στο βιβλίο συγκεντρώνονται οι μαρτυρίες των σοβιετικών στρατιωτών που στάλθηκαν πριν από 20 χρόνια στο Αφγανιστάν για να κάνουν έναν πόλεμο υποτιθέμενο ηρωικό. Αποδείχθηκε ότι είχαν πέσει θύματα παραπλάνησης από τη σοβιετική εξουσία και δεν επέστρεψαν παρά σε μεταλλικά σφραγισμένα φέρετρα ή σακατεμένοι και ακρωτηριασμένοι σε δύσμοιρους γονείς. Στάλθηκαν για να σκοτωθούν. Οπως εξηγεί η κυρία Αμπατζοπούλου, «για το κοινό αίσθημα δικαιοσύνης δίκαιος είναι ένας πόλεμος που αντιστοιχεί στη νόμιμη άμυνα και στρέφεται εναντίον ενός κατακτητή (...). Ομως σήμερα οι νέοι "δίκαιοι" πόλεμοι γίνονται προληπτικά, για να προλάβουν μια επίθεση ή για να "ελευθερώσουν" συμμάχους. Και ενώ στη συνείδηση του κόσμου ο πόλεμος του εισβολέα είναι πάντα άδικος, δεν ισχύει το ίδιο για τους σκλάβους των υπουργείων Αμύνης». Αυτοί οι «σκλάβοι των υπουργείων Αμύνης» δημιουργούσαν και συντηρούσαν στη Σοβιετική Ενωση μια εικόνα των πραγμάτων εντελώς ψευδή. Οι σοβιετικοί στρατιώτες ξεκίνησαν υποκινούμενοι από την επίσημη προπαγάνδα με ενθουσιασμό και περηφάνια για ειρηνικές επιχειρήσεις - υποτίθεται - στο Αφγανιστάν και βρέθηκαν αντιμέτωποι με τα πολλά πρόσωπα του πολέμου - οποιουδήποτε πολέμου τελικά. Μετατράπηκαν σε «μολυβένιους στρατιώτες». Διότι, άπαξ και βρεθεί κανείς στον πόλεμο, γίνεται κάποιος άλλος.

Παρουσιάζοντας τις συνθήκες που επικρατούσαν στη Ρωσία και στο Αφγανιστάν στη διάρκεια ενός πολέμου που διήρκεσε διπλάσιο χρόνο από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο η Σβετλάνα Αλεξίεβιτς αποκαλύπτει μια πτυχή της ιστορίας της χώρας της που ελάχιστα έχει συζητηθεί και ξεγυμνώνει τη σοβιετική ψυχή. Γι' αυτό άλλωστε η λευκορωσίδα συγγραφέας θεωρήθηκε αντικαθεστωτική και τα βιβλία της, μεταφρασμένα σε όλον τον κόσμο, δεν κυκλοφορούν στην πατρίδα της. Μέσα από τις μαρτυρίες των ρώσων στρατιωτών που στάλθηκαν στο Αφγανιστάν πριν από 20 χρόνια αποκαλύπτεται η παραπλάνηση του απλού πολίτη από το επίσημο κράτος επί σειρά δεκαετιών στη Σοβιετική Ενωση. Αυτή η παραπλάνηση διαρκείας ξεκίνησε με τη λήξη του Β' Παγκοσμίου Πολέμου, ουσιαστικά μετά τη νίκη των ρωσικών στρατευμάτων επί του Χίτλερ. Η νίκη και το αίσθημα θριάμβου κλήθηκε να συντηρεί πλέον ένα μιλιταριστικό πρότυπο και να δικαιολογεί μια πατριωτική ρητορική.

Οι στρατιώτες αρχικά πίστευαν ότι ξεκινούσαν για το Αφγανιστάν σαν «σωτήρες», για να ανακαλύψουν εκ των υστέρων ότι ήταν «μισητοί εισβολείς». Ορισμένοι δεν ήξεραν καν για πού ξεκινούσαν: «Εφτασε η ώρα του μεσημεριανού φαγητού, μας έφεραν βότκα, το ένα κιβώτιο μετά το άλλο. "Συνταχθείτε!". Μπήκαμε στη γραμμή και μας ενημέρωσαν ότι σε λίγες ώρες θα πετούσαμε για τη Δημοκρατία του Αφγανιστάν και εκεί, πιστοί στον όρκο μας, θα εκτελούσαμε το στρατιωτικό μας καθήκον. Εγινε χαμός. Ξέσπασε σωστός πανικός. Κάποιοι θαρρείς και παρέλυσαν, οι υπόλοιποι εξαγριώθηκαν, έκλαιγαν από οργή γι' αυτή τη φτηνή απάτη». Η «Πράβδα» έγραφε ότι έχτιζαν σχολεία, νηπιαγωγεία, νοσοκομεία, δρόμους, ενώ οι στρατιώτες είχαν σταλεί στην Κόλαση: «Ολο τον Μάρτιο ρίχναμε κομμένα χέρια, κομμένα πόδια, ό,τι περίσσευε από τους στρατιώτες και τους αξιωματικούς μας, σε έναν ψηλό σωρό, ακριβώς δίπλα στις σκηνές...».

Πέραν του σοβιετικού μοντέλου επιβολής, όμως, όπως επισημαίνει η κυρία Αμπατζοπούλου, οι μαρτυρίες των ρώσων στρατιωτών αποκαλύπτουν το αληθινό πρόσωπο του πολέμου, «την εικόνα του ανθρώπου εν πολέμω». «Οι αφηγητές μιλούν για τη μετατροπή του πολιτισμένου ανθρώπου σε στρατιώτη-εισβολέα η οποία πραγματοποιείται χάρη στην προπαγάνδα και στη χρήση αλκοόλ και ναρκωτικών. Μιλούν για την αυξανόμενη βία, που πολλαπλασιάζει τα εγκλήματα εναντίον όχι μόνο στρατιωτών αλλά και αμάχων. Μιλούν ακόμη για τη λεηλασία, το πλιάτσικο, μια ασύγκριτα εύγλωττη μικρογραφία της βασικής σκοπιμότητας των πολέμων, που δεν είναι παρά η νόμιμη διαρπαγή ξένων αγαθών σε μεγάλη κλίμακα». Μιλούν ακόμη για την αλλοίωση της προσωπικότητας αλλά και μια κατάσταση υπέρβασης που χαρίζει ο πόλεμος: «Οταν κλήθηκα για κατάταξη, ζήτησα ο ίδιος να πάω στο Αφγανιστάν» ή «Με ενδιέφερε από ψυχολογικής πλευράς να ζήσω έναν πόλεμο, κυρίως για να μελετήσω τον εαυτό μου» και «Τα χρόνια εκείνα ήταν τα καλύτερα της ζωής μου, αυτό σας λέω μόνο. Εδώ είναι όλα γκρίζα και μονότονα. Δουλειά - σπίτι, σπίτι - δουλειά, συνεχώς το ίδιο. Εκεί τα δοκιμάσαμε όλα, τα ζήσαμε όλα...». Η επισκόπηση και η ερμηνεία των μαρτυριών στο δοκίμιο της κυρίας Αμπατζοπούλου για το φαινόμενο του πολέμου είναι διαφωτιστικές και προετοιμάζουν τον αναγνώστη να έρθει αντιμέτωπος με συγκλονιστικές διηγήσεις.

Η Σβετλάνα Αλεξίεβιτς ανήκει στους σκαπανείς της «ζωντανής ιστορίας», όπως την ονομάζει η ίδια, δηλαδή της ιστορίας των αφανών που αφηγούνται οι ίδιοι τι πέρασαν και οι διηγήσεις τους συνθέτουν τη συλλογική μνήμη. Οι μαρτυρίες των ρώσων στρατιωτών που έχει συγκεντρώσει η συγγραφέας περιγράφουν έναν πόλεμο που κράτησε 10 χρόνια και κόστισε 1.000.000 αφγανούς νεκρούς και από τους Σοβιετικούς 15.000 νεκρούς και 30.000 τραυματίες. Βαρύς απολογισμός για μια στρατιωτική κίνηση εντελώς περιττή και πολυδάπανη, που είχε αρχίσει το 1979 και έληξε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης το 1989. Αλλά, όπως έχει εξηγήσει η κυρία Αμπατζοπούλου, έτσι είναι ο πόλεμος!



ΜΑΙΡΗ ΠΑΠΑΓΙΑΝΝΙΔΟΥ

ΤΟ ΒΗΜΑ , 04-05-2002

Κριτικές

«Δεν είχαμε κανένα ιδανικό, μόνο διαταγές είχαμε. Τις διαταγές δεν τις συζητάς, αλλιώς ο στρατός παύει να λειτουργεί. Ο Εγκελς έχει πει ότι ο στρατιώτης πρέπει να είναι σαν σφαίρα, διαρκώς έτοιμος να εκτοξευθεί». Δεν ήταν χωρίς παιδεία οι μολυβένιοι στρατιώτες, όπως προκύπτει από αυτά που εξομολογήθηκαν στη Σβετλάνα Αλεξίεβιτς. Αλλά ήταν οικτρά εξαπατημένοι. Υπήρξαν χειμώνες που ήταν τελευταία λέξη της μόδας στην ΕΣΣΔ τα δερμάτινα πανωφόρια από το Αφγανιστάν. «Για κάποιους πόλεμος σήμαινε επίσης να επιβιώσεις και να κουβαλήσεις μαζί σου καμιά τηλεόραση ή δερμάτινα πανωφόρια». Τελικά γιατί έγινε αυτός ο πόλεμος;

Οι Μολυβένιοι Στρατιώτες της Σβετλάνα Αλεξίεβιτς δεν είναι λογοτεχνικό έργο ούτε κινηματογραφική ταινία. Ισως καλύτερα, γιατί, όπως γράφει η Φραγκίσκη Αμπατζοπούλου στον πρόλογό της, «η μυθοπλασία δεν ήταν ποτέ μια τέχνη της αθωότητας. Η εξωράιση της φρίκης είναι ο μεγάλος κίνδυνος που ελλοχεύει στις μεγάλες μυθιστορηματικές συνθέσεις και στις κινηματογραφικές υπερπαραγωγές». Εδώ λοιπόν δεν υπάρχει τίποτε εξωραϊσμένο. Μιλούν οι αφανείς άνθρωποι που υπέστησαν τις συνέπειες της Ιστορίας, αυτής που γράφτηκε από τους λεγόμενους πρωταγωνιστές. Στο βιβλίο συγκεντρώνονται οι μαρτυρίες των σοβιετικών στρατιωτών που στάλθηκαν πριν από 20 χρόνια στο Αφγανιστάν για να κάνουν έναν πόλεμο υποτιθέμενο ηρωικό. Αποδείχθηκε ότι είχαν πέσει θύματα παραπλάνησης από τη σοβιετική εξουσία και δεν επέστρεψαν παρά σε μεταλλικά σφραγισμένα φέρετρα ή σακατεμένοι και ακρωτηριασμένοι σε δύσμοιρους γονείς. Στάλθηκαν για να σκοτωθούν. Οπως εξηγεί η κυρία Αμπατζοπούλου, «για το κοινό αίσθημα δικαιοσύνης δίκαιος είναι ένας πόλεμος που αντιστοιχεί στη νόμιμη άμυνα και στρέφεται εναντίον ενός κατακτητή (...). Ομως σήμερα οι νέοι "δίκαιοι" πόλεμοι γίνονται προληπτικά, για να προλάβουν μια επίθεση ή για να "ελευθερώσουν" συμμάχους. Και ενώ στη συνείδηση του κόσμου ο πόλεμος του εισβολέα είναι πάντα άδικος, δεν ισχύει το ίδιο για τους σκλάβους των υπουργείων Αμύνης». Αυτοί οι «σκλάβοι των υπουργείων Αμύνης» δημιουργούσαν και συντηρούσαν στη Σοβιετική Ενωση μια εικόνα των πραγμάτων εντελώς ψευδή. Οι σοβιετικοί στρατιώτες ξεκίνησαν υποκινούμενοι από την επίσημη προπαγάνδα με ενθουσιασμό και περηφάνια για ειρηνικές επιχειρήσεις - υποτίθεται - στο Αφγανιστάν και βρέθηκαν αντιμέτωποι με τα πολλά πρόσωπα του πολέμου - οποιουδήποτε πολέμου τελικά. Μετατράπηκαν σε «μολυβένιους στρατιώτες». Διότι, άπαξ και βρεθεί κανείς στον πόλεμο, γίνεται κάποιος άλλος.

Παρουσιάζοντας τις συνθήκες που επικρατούσαν στη Ρωσία και στο Αφγανιστάν στη διάρκεια ενός πολέμου που διήρκεσε διπλάσιο χρόνο από τον Β Παγκόσμιο Πόλεμο η Σβετλάνα Αλεξίεβιτς αποκαλύπτει μια πτυχή της ιστορίας της χώρας της που ελάχιστα έχει συζητηθεί και ξεγυμνώνει τη σοβιετική ψυχή. Γι αυτό άλλωστε η λευκορωσίδα συγγραφέας θεωρήθηκε αντικαθεστωτική και τα βιβλία της, μεταφρασμένα σε όλον τον κόσμο, δεν κυκλοφορούν στην πατρίδα της. Μέσα από τις μαρτυρίες των ρώσων στρατιωτών που στάλθηκαν στο Αφγανιστάν πριν από 20 χρόνια αποκαλύπτεται η παραπλάνηση του απλού πολίτη από το επίσημο κράτος επί σειρά δεκαετιών στη Σοβιετική Ενωση. Αυτή η παραπλάνηση διαρκείας ξεκίνησε με τη λήξη του Β Παγκοσμίου Πολέμου, ουσιαστικά μετά τη νίκη των ρωσικών στρατευμάτων επί του Χίτλερ. Η νίκη και το αίσθημα θριάμβου κλήθηκε να συντηρεί πλέον ένα μιλιταριστικό πρότυπο και να δικαιολογεί μια πατριωτική ρητορική.

Οι στρατιώτες αρχικά πίστευαν ότι ξεκινούσαν για το Αφγανιστάν σαν «σωτήρες», για να ανακαλύψουν εκ των υστέρων ότι ήταν «μισητοί εισβολείς». Ορισμένοι δεν ήξεραν καν για πού ξεκινούσαν: «Εφτασε η ώρα του μεσημεριανού φαγητού, μας έφεραν βότκα, το ένα κιβώτιο μετά το άλλο. "Συνταχθείτε!". Μπήκαμε στη γραμμή και μας ενημέρωσαν ότι σε λίγες ώρες θα πετούσαμε για τη Δημοκρατία του Αφγανιστάν και εκεί, πιστοί στον όρκο μας, θα εκτελούσαμε το στρατιωτικό μας καθήκον. Εγινε χαμός. Ξέσπασε σωστός πανικός. Κάποιοι θαρρείς και παρέλυσαν, οι υπόλοιποι εξαγριώθηκαν, έκλαιγαν από οργή γι αυτή τη φτηνή απάτη». Η «Πράβδα» έγραφε ότι έχτιζαν σχολεία, νηπιαγωγεία, νοσοκομεία, δρόμους, ενώ οι στρατιώτες είχαν σταλεί στην Κόλαση: «Ολο τον Μάρτιο ρίχναμε κομμένα χέρια, κομμένα πόδια, ό,τι περίσσευε από τους στρατιώτες και τους αξιωματικούς μας, σε έναν ψηλό σωρό, ακριβώς δίπλα στις σκηνές...».

Πέραν του σοβιετικού μοντέλου επιβολής, όμως, όπως επισημαίνει η κυρία Αμπατζοπούλου, οι μαρτυρίες των ρώσων στρατιωτών αποκαλύπτουν το αληθινό πρόσωπο του πολέμου, «την εικόνα του ανθρώπου εν πολέμω». «Οι αφηγητές μιλούν για τη μετατροπή του πολιτισμένου ανθρώπου σε στρατιώτη-εισβολέα η οποία πραγματοποιείται χάρη στην προπαγάνδα και στη χρήση αλκοόλ και ναρκωτικών. Μιλούν για την αυξανόμενη βία, που πολλαπλασιάζει τα εγκλήματα εναντίον όχι μόνο στρατιωτών αλλά και αμάχων. Μιλούν ακόμη για τη λεηλασία, το πλιάτσικο, μια ασύγκριτα εύγλωττη μικρογραφία της βασικής σκοπιμότητας των πολέμων, που δεν είναι παρά η νόμιμη διαρπαγή ξένων αγαθών σε μεγάλη κλίμακα». Μιλούν ακόμη για την αλλοίωση της προσωπικότητας αλλά και μια κατάσταση υπέρβασης που χαρίζει ο πόλεμος: «Οταν κλήθηκα για κατάταξη, ζήτησα ο ίδιος να πάω στο Αφγανιστάν» ή «Με ενδιέφερε από ψυχολογικής πλευράς να ζήσω έναν πόλεμο, κυρίως για να μελετήσω τον εαυτό μου» και «Τα χρόνια εκείνα ήταν τα καλύτερα της ζωής μου, αυτό σας λέω μόνο. Εδώ είναι όλα γκρίζα και μονότονα. Δουλειά - σπίτι, σπίτι - δουλειά, συνεχώς το ίδιο. Εκεί τα δοκιμάσαμε όλα, τα ζήσαμε όλα...». Η επισκόπηση και η ερμηνεία των μαρτυριών στο δοκίμιο της κυρίας Αμπατζοπούλου για το φαινόμενο του πολέμου είναι διαφωτιστικές και προετοιμάζουν τον αναγνώστη να έρθει αντιμέτωπος με συγκλονιστικές διηγήσεις.

Η Σβετλάνα Αλεξίεβιτς ανήκει στους σκαπανείς της «ζωντανής ιστορίας», όπως την ονομάζει η ίδια, δηλαδή της ιστορίας των αφανών που αφηγούνται οι ίδιοι τι πέρασαν και οι διηγήσεις τους συνθέτουν τη συλλογική μνήμη. Οι μαρτυρίες των ρώσων στρατιωτών που έχει συγκεντρώσει η συγγραφέας περιγράφουν έναν πόλεμο που κράτησε 10 χρόνια και κόστισε 1.000.000 αφγανούς νεκρούς και από τους Σοβιετικούς 15.000 νεκρούς και 30.000 τραυματίες. Βαρύς απολογισμός για μια στρατιωτική κίνηση εντελώς περιττή και πολυδάπανη, που είχε αρχίσει το 1979 και έληξε με την κατάρρευση της Σοβιετικής Ενωσης το 1989. Αλλά, όπως έχει εξηγήσει η κυρία Αμπατζοπούλου, έτσι είναι ο πόλεμος!

ΤΟ ΒΗΜΑ , 04-05-2002

Γράψτε μια κριτική
ΔΩΡΕΑΝ ΑΠΟΣΤΟΛΗ ΣΕ ΟΛΗ ΤΗΝ ΕΛΛΑΔΑ!

Δωρεάν αποστολή σε όλη την Ελλάδα με αγορές > 30€

ΒΙΒΛΙΑ ΧΕΡΙ ΜΕ ΧΕΡΙ

Γιατί τα βιβλία πρέπει να είναι φτηνά!

ΕΩΣ 6 ΑΤΟΚΕΣ ΔΟΣΕΙΣ

Μέχρι 6 άτοκες δόσεις με την πιστωτική σας κάρτα!